Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Ένα χρονογράφημα για τα πουλημένα μέσα συσκότισης της Ελλάδας (ιδιωτικά και κρατικά) που βρίσκονται στην τελευταία θέση από άποψη ελευθερίας και αδέσμευτης άποψης και έχουν πληρωθεί 50 + εκατομμύρια Ευρώ απ’ την κυβέρνηση-τσίρκο της ακροδεξιάς κλίκας μεσιτών και κολαούζων της ντόπιας και ξένης πλουτοκρατίας για να “ενοχλούνται” όταν κάποιος ξένος δημοσιογράφος “τολμάει” να ξεσκεπάσει με στοιχεία την πολιτική απατεωνία και τα ασύστολα ψέματα του κούλη. Ενός ανίκανου και επικίνδυνου ξεπουλητή της δημόσιας περιουσίας που ψηφίστηκε απ’ το 40 % του 57% των ψηφοφόρων (άρα στην ουσία απ’ το 22,8 % του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ) για να είναι “αποτελεσματικός” υπάλληλος της κάθε διαπλοκής και αυταρχικής ακροδεξιάς πολιτικής που έχει καταστρέψει την Ελλάδα τα τελευταία 70 χρόνια.

Ξαφνιάστηκε ο κούλης και έχασε την ψυχραιμία του όταν Ολλανδή δημοσιογράφος του ζήτησε να αποδείξει πως δεν είναι ψεύτης!!

Τσκ, τσκ, που θα έλεγε και ο μεγάλος Αστερίξ απ’ το γνωστό κόμικ της εφηβείας μας. Είναι πλέον γνωστή η πολιτική απατεωνιά του κούλη, και πως έχει πληρώσει 50+ εκατομμύρια Ευρώ απ’ το χρήμα του φορολογούμενου πολίτη για να μην του θέτουν “δύσκολες” ερωτήσεις, όπως αυτή που του έθεσε Ολλανδή δημοσιογράφος για τις παράνομες επαναπροωθήσεις που κάνει η Ελληνική κυβέρνηση στο Αιγαίο. (Οι αναγνώστες της στήλης θα έχουν διαβάσει τις αναφορές μας πολλές φορές). Αντίθετα, οι Έλληνες “δημοσιογράφοι” είναι “μανούλες” να τον ευλογάνε σαν “Μωυσή”, να του προσάπτουν τις ιδιότητες του “γκόμενου”, “του “τσιταχ της Μεσογείου” του ικανότατου “ηγέτη” που τον διόρισαν οι βολεμένοι αυτής της έρμης χώρας για να προστατέψει τα συμφέροντά τους. Ξαφνιάστηκε λοιπόν ο κούλης όταν η Ολλανδή δημοσιογράφος του ζήτησε να πάψει να είναι “ψεύτης και ναρκισσιστής” και να απαντήσει γιατί η Ελλάδα κάνει παράνομες επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο, για λογαριασμό της Ευρώπης. Ο κούλης έχασε την ψυχραιμία του, κατηγόρησε την δημοσιογράφο πως τον “προσβάλλει” πως η Ελλάδα έχει φτιάξει πρότυπα στρατόπεδα για τους μετανάστες, και επέμενε πως η δημοσιογράφος δεν πήγε στην Σάμο (!!!) όπου και το εν λόγω στρατόπεδο μεταναστών, παρόλο που η δημοσιογράφος του απαντούσε επανειλημμένα πως βρισκόταν στην Σάμο!!! Φυσικά, το χάλι ενός πρωθυπουργού που χάνει την ψυχραιμία του μπρος σε δημοσιογράφο (θυμάστε το κάζο του Τραμπ μπροστά σε δημοσιογράφους) έκανε τον γύρο του κόσμου και η Ελλάδα για ακόμη μια φορά δυσφημίστηκε ως χώρα της ανελεύθερης δημοσιογραφίας και θύμα μιας αυταρχικής διαχείρισης ακροδεξιών κλόουν, κάτι που το τονίζουμε εδώ και δυο χρόνια στην στήλη αυτή.

Και επειδή μερικές και μερικοί από σας θα με πούνε ψεύτη, παραθέτω το δημοσίευμα των συμβάντων από τον ελεύθερο τύπο της Ελλάδας (όποιους απ’αυτούς έμειναν ακόμη)

Ingeborg Beugel / Κ. Μητσοτάκης, ένας πρωθυπουργός που λέει αισχρά ψέματα κοιτάζοντας την κάμερα”- Νο1

«Αγαπώ την Ελλάδα, αγαπώ την Ολλανδία, όμως οι κυβερνήσεις τους έχουν φρικτή πολιτική απέναντι στους πρόσφυγες»

«Έχουμε καθήκον να ελέγχουμε την εξουσία και να παρακολουθούμε τους πολιτικούς». Με την φράση αυτή που αποτελεί και την βάση της ανεξάρτητης δημοσιογραφίας, η Ολλανδή δημοσιογράφος Ingeborg Beugel – μιλώντας Στο Κόκκινο και τον Χρυσόστομο Λουκά - αντέκρουσε μια ενορχηστρωμένη επίθεση εναντίον της από τα ΜΜΕ που έσπευσαν να υπερασπιστούν τον Έλληνα πρωθυπουργό για την αντίδρασή του στις ερωτήσεις της για τις επαναπροωθήσεις προσφύγων στο Αιγαίο.

«Από τον περασμένο Δεκέμβρη και κάθε μήνα η Ελλάδα παρανομεί με επαναπροωθήσεις. Έχουμε εδώ έναν πρωθυπουργό που λέει αισχρά ψέματα κοιτώντας την κάμερα», τονίζει.

Το δεύτερο ψέμα που καταλογίζει στον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι ότι δεν έχει δει το καμπ της Σάμου. «Βεβαίως και έχω πάει. Ήμουν η πρώτη δημοσιογράφος που βρέθηκε στο καμπ της Σάμου, προσκεκλημένη Ολλανδής ευρωβουλεύτριας. Κάναμε περιοδεία εκεί για δυο ώρες. Το βράδυ δεν μπορέσαμε να κοιμηθούμε. Κλαίγαμε. Είναι σαν το Άουσβιτς. Κλειστό, χωρίς πράσινο, μακριά από την πόλη, κλειστό 8 μ.μ με 8 π.μ. Και γι’ αυτό είπε ψέματα ο κ. Μητσοτάκης».

Απαντώντας στην ενορχηστρωμένη επίθεση που δέχεται μετά το επεισόδιο στο Μαξίμου, η Ingeborg Beugel διευκρινίζει: «Ο δεξιός Τύπος λέει ότι επιτίθεμαι στην Ελλάδα. Αγαπώ την Ελλάδα, αγαπώ την Ολλανδία, όμως οι κυβερνήσεις και των δύο έχουν φρικτή πολιτική απέναντι στους πρόσφυγες».

Ασκεί δριμεία κριτική και στον Ολλανδό πρωθυπουργό, κατηγορώντας για τρίτη φορά τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι είπε ψέματα. «Τα καλά λόγια που είπε για τον Μαρκ Ρούτε ο κ. Μητσοτάκης είναι όλα ψέματα. Εμείς οι Ολλανδοί γελάμε με αυτά. Η κυβέρνηση Ρούτε έπεσε και δεν μπορεί να βρει εταίρους για να κυβερνήσει».

Δεν ξέρω αν το κατάλαβαν στην ΕΣΗΕΑ ότι με την απάντησή του στην Ολλανδή δημοσιογράφο ("κατανοώ ότι στην Ολλανδία έχετε την κουλτούρα να ρωτάτε ευθέως τους πολιτικούς") ο Μητσοτάκης έκανε ρόμπα τον κλάδο. Αν το κατάλαβαν πιθανόν να χρειάζεται να αντιδράσουν.

«Στην Ελλάδα υπάρχει ένας μηχανισμός που επιδιώκει να ενοχοποιήσει ΜΚΟ, εθελοντές και δημοσιογράφους. Η ελευθερία του τύπου από τότε που πήρε την εξουσία ο Μητσοτάκης έχει πέσει αγχωτικά».

Ingeborg Beugel / Κ. Μητσοτάκης, ένας πρωθυπουργός που λέει αισχρά ψέματα κοιτάζοντας την κάμερα”- Νο2

Αντί λοιπόν να απαντήσει ο κούλης και σύμπασα η κλίκα των απατεώνων που κυβερνά, με πρώτο και καλύτερο το γραφείο τύπου της νέας δεξιάς, το τηλεοπτικό κανάλι σκάι βγήκαν και κάνανε κουτσομπολιά και αυτό που κάνει όποιος θέλει να στρέψει την προσοχή του κοινού αλλού, γιατί το θέμα “καίει”. Βάλθηκαν να μειώσουν την δημοσιογράφο που έκανε την ερώτηση. Πόσο τυπικό της ακροδεξιάς έτσι; Να ρωτάς γιατί είναι ο πρωθυπουργός ψεύτης και ναρκισσιστής και να ψάχνουν προσωπικά ψεγάδια για να σου προσάψουν. Στην συγκεκριμένη περίπτωση “θυμήθηκε” το μιντιακό σύστημα πως η ρεπόρτερ είναι “φιλότουρκη” (το εκστόμισε ο Χατζινικολάου, ο “άρχων” του γλειψίματος του κάθε μιντιακού και τραπεζικού καθεστώτος που του έχει διευθετήσει τα δάνεια) ενώ άλλοι θλιβεροί και αλητήριοι των μέσων συσκότισης έψαξαν και βρήκαν πως η Ολλανδή συζούσε με Πακιστανό, ο οποίος μάλιστα έβγαζε τα σκυλιά της για βόλτα!!! Μάλιστα. Αυτή είναι η κατάντια του “τύπου” στο Ελλάντα. Για αποκατάσταση της ξένης Ολλανδής ανταποκρίτριας που ζει και εργάζεται χρόνια στο Ελλαδιστάν, ψάξαμε και βρήκαμε παλιά της ρεπορτάζ, που αφορούν την υποστήριξη της Ελλάδας (!!!) στον γερμανικό τύπο όταν όλοι έβριζαν την Ελλάδα σαν “κοπρόσκυλο” της Ευρώπης, καθώς και ρεπορτάζ της για την δικτατορία του Ερντογάν που καταπατά τα δικαιώματα των Τούρκων. Φαίνεται πως η “ανθέλλην” δημοσιογράφος είναι πιο Φιλέλλην από πολλούς χατζηντολμάδες, που όταν έκαναν τον “δημοσιογράφο” στον κούλη, τον ρώταγαν αν του αρέσουν τα.. ντολμαδάκια...Μάλιστα για τέτοια δολοφονία χαρακτήρα μιλάμε. Και για τέτοια ρεμάλια “δημοσιοκάφρους”, που τους αξίζει η ονομασία ΑΡΔ (Αλήτες, Ρουφιάνοι, Δημοσιογράφοι).

Σκηνές πολέμου στις ΜΕΘ Νο 1. Να διαλέγεις ποιος θα ζήσει ή θα πεθάνει είναι η κορυφή του παγόβουνου. Το παγόβουνο είναι η κυβέρνηση-τσίρκο που δεν στήριξε το Εθνικό Σύστημα Υγείας

Έτσι, πριν περίπου έξι μήνες ο κούλης “κήρυξε” το τέλος της πανδημίας (“διανύουμε το τελευταίο μίλι”) και η χώρα βιάστηκε να ξεκινήσει το γλεντοκόπι και το φαγοπότι επειδή ως γνωστόν ο Έλλην χωρίς διασκέδαση δεν μπορεί να ζήσει. Όταν όλες οι χώρες προετοιμάζονταν για το τέταρτο κύμα του παραλλαγμένου ιού, στηρίζοντας τα Εθνικά Συστήματα Υγείας, εμβολιάζοντας το 80% του πληθυσμού και προχωρώντας σε τρίτη δόση εμβολιασμών και επέκταση σε παιδιά και εφήβους, η Ελλάδα περίμενε τον τουρίστα και τον ταξιδιώτη πανέτοιμος να τον υπηρετήσει. Στην παιδεία, άλλο μπάχαλο απ’ την υπουργό που ανάβει κεράκια στις εκκλησίες (οχι πως είναι κακό να ανάβει κεράκι υπουργός, αλλά να πηγαίνει μαζί με τον φωτογράφο, να την φωτογραφήσει πόσο ‘ευσεβής’ είναι, αυτό ...βρωμάει… ) Τα σχολεία άνοιξαν χωρίς ουσιαστικά μέτρα, δεν κλείνουν ακόμη κι αν υπάρχουν κρούσματα (50+1 πρέπει να είναι τα παιδιά που αρρωσταίνουν με COVID για να κλείσει ένα τμήμα στο σχολείο, όταν οι καραγκιόζηδες έκλεισαν τη Βουλή των Ελλήνων επειδή βρέθηκε ένας βουλευτής με κορονοϊό) ενώ δεν υπάρχει σκέψη για λοκντάουν, ακόμη και τώρα που φαίνεται πως έχει ξεφύγει για τα καλά η πανδημία. Και χωρίς καθόλου ΜΕΘ στα νοσοκομεία (σήμερα αναφέραν πως όσα είχε διαθέσει ο ιδιωτικός τομέας είναι ΟΛΑ κατειλημμένα), και ο κούλης το βιολί του (“δεν μας ξέφυγε η πανδημία”). Δυστυχώς, τα χειρότερα έρχονται. Φτάσαμε να διαλέγουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει (υπάρχουν ασθενείς του COVID που πέθαναν σε απλό κρεβάτι επειδή δεν υπήρχαν ΜΕΘ). Δεν τα λέμε εμείς αυτά. Ακόμη και τα “πετσωμένα” μέσα συσκότισης τα γράφουν (όσα πήραν 50+εκατομμύρια από τον κούλη για να βλέπουν αλλού, και όχι στα πραγματικά προβλήματα που ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ αυτή η κυβέρνηση- τσίρκο). Διαβάστε και φρίξετε. Τι να πούμε, καλά ξεμπερδέματα...

ΠΟΕΔΗΝ: Γίνονται επιλογές ασθενών με ηλικιακά κριτήρια στις ΜΕΘ 

 Σε ασφυκτική πίεση είναι τα νοσοκομεία της χώρας καθώς ούτε μία κλίνη ΜΕΘ δεν υπάρχει κενή σε Βόρεια Ελλάδα και Θεσσαλία, μόλις 17 το πρωί στην Αττική, σύμφωνα με τον Μιχ. Γιαννάκο.

Μάλιστα, την άσχημη κατάσταση που επικρατεί στα νοσοκομεία περιέγραψε ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ Μιχάλης Γιαννακός αναφέροντας ότι γίνεται επιλογή ασθενών με ηλικιακά κριτήρια. «Αν έχεις έναν 80χρονο και έναν 40χρονο, ποιον θα βάλεις στη ΜΕΘ αν έχεις ένα κρεβάτι;» σημείωσε.

Μιλώντας στον ΣΚΑΪ, ο Μιχ. Γιαννακός υπογράμμισε ότι αυτή τη στιγμή σε όλη τη χώρα λειτουργούν 536 κλίνες ΜΕΘ για ασθενείς με κορονοϊό, ενώ τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο λειτουργούσαν 973.

«Ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη έχουμε αρκετούς διασωληνωμένους ασθενείς εκτός ΜΕΘ. Και στην Αττική ζοριζόμαστε» σημείωσε αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι το πληροφοριακό σύστημα υγείας του υπουργείου έδειχνε σήμερα ότι το πρωί υπήρχαν μόνο 17 κενές ΜΕΘ κορονοϊού στην πρωτεύουσα.

 Σύμφωνα με τον Μιχ. Γιαννακο, οι γιατροί έχουν φτάσει στο σημείο να αναγκάζονται να κάνουν επιλογή με ηλικιακά κριτήρια για το ποιος ασθενής θα μπει στη ΜΕΘ. Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει ούτε μία κλίνη ΜΕΘ κορονοϊού κενή σε Βόρεια Ελλάδα, Θεσσαλία και Στερεά Ελλάδα.

Μάλιστα, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι χθες στο Λαϊκό Νοσοκομείο υπήρχαν 3 περιστατικά εκτός ΜΕΘ, ενώ στο Θριάσιο 6 περιστατικά εκτός ΜΕΘ, τα οποία μάλιστα ήταν γενικά περιστατικά. «Πρέπει να τα βλέπουμε κι αυτά τα περιστατικά» υπογράμμισε.

Σκηνές πολέμου στις ΜΕΘ Νο 2. Κορονοϊός / 74χρονος πέθανε επειδή δεν υπήρχε ΜΕΘ - «Του στέρησαν την ευκαιρία να ζήσει»

Εκτός ελέγχου βρίσκεται η πανδημία στη χώρα μας, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς ασθενείς χάνουν τη ζωή τους επειδή δεν υπάρχουν διαθέσιμες κλίνες ΜΕΘ. Σύμφωνα με επώνυμη καταγγελία, 74χρονονος ασθενής με κορονοϊό ο οποίος ήταν εμβολιασμένος, διασωληνώθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας και μετά από μερικές ημέρες έχασε τη ζωή του χωρίς ποτέ να εισαχθεί σε ΜΕΘ, επειδή δεν υπήρχε διαθέσιμη κλίνη.

«Την Τρίτη 2 Νοεμβρίου, ο πατέρας μου, Χρήστος Ιωάννου, διακομίστηκε στο νοσοκομείο της Νίκαιας με κορονοϊό. Τις επόμενες μέρες η κατάστασή του επιδεινώθηκε και την Παρασκευή 6 Νοεμβρίου διασωληνώθηκε, χωρίς ωστόσο να εισαχθεί σε ΜΕΘ, αφού, όπως με ενημέρωσαν από το νοσοκομείο, δεν υπήρχε διαθέσιμο κρεβάτι. Ρώτησα το νοσοκομείο αν είχε γίνει αίτημα για να βρεθεί αλλού ΜΕΘ και μου απάντησαν θετικά, λέγοντάς μου ότι θα με ενημερώσουν μόλις υπάρξει διαθέσιμη κλίνη. Ωστόσο, αυτή δεν βρέθηκε ποτέ», είπε στο Reporters United ο Κωνσταντίνος Ιωάννου, εκπαιδευτικός ειδικής αγωγής στο δημοτικό σχολείο Μελισσοχωρίου Θεσσαλονίκης.

Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα, όσο πατέρας του βρισκόταν διασωληνωμένος και εν αναμονή κλίνης, ο κ. Ιωάννου προσπάθησε να αναδείξει το γενικότερο ζήτημα της έλλειψης ΜΕΘ, δημοσιοποιώντας στις 8 Νοεμβρίου επιστολή στην οποία κατήγγειλε ότι παρά το σχετικό αίτημα του νοσοκομείου δεν βρισκόταν διαθέσιμο κρεβάτι και οι μέρες περνούσαν.

Απόπειρα επηρεασμού της δικαστικής εξουσίας απ’ το νεο-δικτατορικό “επιτελικό” κράτος του κούλη

Ο μεγάλος πόνος της διαπλοκής, των πολιτικών, εφοπλιστών, παραγόντων εργολάβων, βιομήχανων, των μεγαλογιατρών και των κολαούζων τους είναι να την γλιτώσουν απ’ τις κατηγορίες στο ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΝΟΒΑΡΤΙΣ. Στο Ελλαδιστάν όλα γίνονται, άλλωστε, με λίγο ή πολύ μπαχτσίς. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Όταν πριν χρόνια η μεγάλη φαρμακευτική εταιρεία άρχισε να ενδιαφέρεται για την Ελλάδα, όπως έχουν καταγράψει πολλά ερευνητικά ρεπορτάζ, αποφάσισε να προσεγγίσει τους προμηθευτές, τους γιατρούς και τους πολιτικούς της εποχής (υπουργούς υγείας, πρωθυπουργούς κλπ). Ανέθεσαν λοιπόν στον Φρουζή, έναν εκπρόσωπο της εταιρείας να κάνει τις απαραίτητες ενέργειες και επαφές. Ανάμεσα σ’ αυτές τις πρακτικές και ενέργειες (όπως όλες οι εταιρείες με ενεργό λόμπι στις κυβερνήσεις) ο Φρουζής είχε και επαφές με πολιτικούς και σημαίνοντα στελέχη του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα υγείας και διεύθυνσης του. Οι έρευνες για χρόνια είχαν λιμνάσει, ώσπου βρέθηκαν μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος να βοηθήσουν τις εμπλεκόμενες αρχές (αυτούς που κατοχυρώνει το διεθνές δίκαιο, που είναι ίσως άτομα που ήταν ή είναι μπλεγμένα στις παράνομες πράξεις που έχουν διαπράξει οι εταιρείες, και που θέλουν να γνωστοποιήσουν και ζητούν προστασία για να δώσουν στοιχεία – προσοχή δεν είναι οι λεγόμενοι “ρουφιάνοι” που λέει και ο λαός). Αμέσως τα λαμόγια που είναι ανακατεμένα και αποδεδειγμένα έχουν πάρει μίζες απ’ την εταιρεία (μαζί και πολιτικοί) φρόντισαν να θολώσουν τα νερά, να μπερδέψουν τον κόσμο λέγοντας πως το σκάνδαλο είναι “σκευωρία” δηλαδή πως αυτοί είναι αθώοι και πως πάνε να τους μπλέξουν. Επίσης στοχοποίησαν τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος (που τους ονόμασαν “κουκουλοφόρους” για να τους μπερδέψει ο λαός με τους δοσίλογους της Κατοχής που φορούσαν κουκούλα για να δείχνουν με το δάχτυλο τα παλικάρια της αντίστασης στους Ναζί ώστε να τους εκτελέσουν) και έκαναν ό,τι περνούσε απ’ το χέρι τους για να κερδίσουν χρόνο και να ξεχάσει ο κόσμος. Το μεγάλο πρόβλημά τους βέβαια είναι ο νόμος που προστατεύει τους μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος, όπως σε όλο τον κόσμο, και βάλθηκαν ΝΑ ΜΕΘΟΔΕΥΣΟΥΝ την αλλαγή των νόμων υπέρ των λαμόγιων, για να βολέψουν δικούς και εαυτούς. (Τώρα αυτό γιατί θυμίζει δικτατορία, όπως του Γ. Παπαδόπουλου, που άλλαξε τον νόμο για τα διαζύγια για να παντρευτεί την ερωμένη του, Δέσποινα, και αμέσως μόλις την παντρεύτηκε, τον ξανα-άλλαξε, για να μην μπορεί κανείς άλλος να επωφεληθεί;) Η ευκαιρία δόθηκε πριν δυόμισι χρόνια στις εκλογές, όταν ο κούλης ψηφίστηκε για υπάλληλος της διαπλοκής, και άρχισε το “ξήλωμα του δημοκρατικού  πουλόβερ”. Μια μεθοδευμένη επίθεση σε ό,τι δημοκρατικό έχει ο δικαστικός κώδικας της Ελλάδας, με στόχο τα λαμόγια, οι χρεώστες, αυτοί οι μπαταχτσήδες που χρωστάνε δανεικά για 100 χρόνια, οι ΠΑΙΔΟΒΙΑΣΤΕΣ, οι ΕΠΙΟΡΚΟΙ, οι ΚΑΤΑΧΡΑΣΤΕΣ του Δημοσίου, οι ΕΥΚΑΙΡΙΑΤΖΗΔΕΣ και ΛΑΜΟΓΙΑ των τραπεζών, ΟΛΟΙ ΑΥΤΟΙ οι “κύριοι” να γλιτώνουν την φυλακή και να κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Ο υπέρτατος στόχος, όμως, το μαντέψατε, ήταν, είναι και θα είναι ΝΑ ΜΗΝ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ Ο ΝΟΜΟΣ ΟΣΟΥΣ ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΚΑΤΑΘΕΣΟΥΝ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ, όπως οι ανώνυμοι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος της ΝΟΒΑΡΤΙΣ (και πιο παλιά της ΖΗΜΕΝΣ, του ΚΕΕΛΠΝΟ, κλπ) ώστε να μην μένουν ανώνυμοι και να αποθαρρύνονται ή να τιμωρούνται (με τους νόμους της νέας ΚΑΜΟΡΑ, φαντάζομαι). Αυτή είναι η προσπάθεια, (γράφω προσπάθεια διότι ο υπουργός Δικαιοσύνης, κ. Τσιάρας υποστήριξε πως ήταν “τυπογραφικό λάθος” η εισήγηση για αλλαγή του νόμου) της πρόσφατης απόπειρας ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ και ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΥ του Ποινικού Κώδικα που, άκουσον, άκουσον, θα επιτρέπει, λέει να ΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΕΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ (εισαγγελείς- δικαστές) σε άλλο πόστο κοντά στον Πρωθυπουργό, για να αλλάζουν τους νόμους όπως θέλουν. Και ξέρουμε τι θέλουν. Να βγάλουν “λάδι” όλα τα λαμόγια, πολιτικούς, δημοσιογράφους, γιατρούς, μεσίτες, παρατρεχάμενους. Αυτό όμως γίνεται μόνο σε δικτατορίες. Μόνο στο Ελλαδιστάν, όπου η δεξιά έχει τόσες αμαρτίες που την συμφέρει να νομοθετήσει για να “διευθετηθούν” όλες οι παλιές της ατασθαλίες.  Ό,τι ανομία υπήρχε την έχουν κάνει αυτά τα δυο χρόνια. Εκατομμύρια (δυο ΔΙΣ με πρόχειρους υπολογισμούς) σπαταλιούνται σε απευθείας αναθέσεις για δουλειές του ποδαριού, δήθεν διακοσμήσεις, και κουραφέξαλα στην Αθήνα, στην Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις. Εκατομμύρια για επηρεασμό της κοινής γνώμης στα μέσα συσκότισης. Εκατομμύρια σε εργολάβους, διευκολύνσεις για “συγχώνευση” εταιρειών, την εξαφάνιση του Δημοσίου από συνεταιρισμούς και εταιρείες κοινωνικής ωφέλειας, την εύνοια στο ντόπιο και ξένο κεφάλαιο που καταπατά δάση, καταστρέφει την φύση, υποθηκεύει το μέλλον της νέας γενιάς. Την ίδια ώρα που το Εθνικό Σύστημα Υγείας υποφέρει από έλλειψη ιατρικού προσωπικού, και η χώρα βαδίζει σταθερά σε φτωχοποίηση και εξαθλίωση του εργαζόμενου πληθυσμού. Κατά τα άλλα, το Ελλαδιστάν με τον κούλη, “προοδεύει”. Αυτά τα νέα της Αλεξάνδρας, που δεν γνώριζε τι θα πει άντρας...

Μην φοβάσαι, στον φόβο σου ποντάρουν Νο1

Όπως σε κάθε απολυταρχικό καθεστώς, ο νόμος για την ελευθερία της έκφρασης που ψηφίστηκε στη βουλή της κυβέρνησης-τσίρκο είναι ένα απολίθωμα απ’ το μαύρο παρελθόν της ναζιστικής νοοτροπίας των φασιστών της ακροδεξιάς που σηκώνει κεφάλι στο Ελλαδιστάν. Είναι χαρακτηριστικό σε απολυταρχικά καθεστώτα, πως πρώτα πέφτει ξύλο και μετά ξύλο, και μετά ξύλο, κατά το “πίπτει ξύλο, όταν σιωπά ο Λόγος”. Για να θεσμοθετηθεί λοιπόν αυτό, μαζί με όλα τα υπόλοιπα, η κυβέρνηση – τσίρκο πέρασε την διάταξη που περιστέλλει την ελευθερία του λόγου όπου πλέον ΟΛΟΙ θα μπορούν να κατηγορηθούν πως κάνουν “διασπορά ψευδών ειδήσεων” για να προκαλέσουν φόβο. Λοιπόν, εμείς την γλώσσα μας τους βγάζουμε, όπως λέει ο ποιητής, μόνο λυπόμαστε τι χάλι, τι μπανανία, τι Κολομβία θα παραδώσει η κυβέρνηση-τσίρκο μετά το φευγιό της, γιατί νύχτα θα φύγουν. Και κυνηγημένοι. Από τις χιλιάδες θύματα του Κορονοϊού που ενώ μπορούσαν να σώσουν, τους άφησαν στο έλεος της πανδημίας, από τους “νοικοκυραίους” που θα τους έχουν ξυλοφορτώσει ή φυλακίσει αναίτια, από τους ίδιους τους ψηφοφόρους τους που τους ψήφισαν επειδή ήταν “άνετοι”, αλλά αν είσαι ανίκανος, αδιάφορος και αλαζών στην εξουσία, ως και οι βολεμένοι, οι “άνετοι” που σε ψήφισαν θα το ξανασκεφτούν, μπας και τους ξεγέλασες με ΨΕΜΑΤΑ! Ου ψευδομαρτυρήσεις πλέον κύριε φασίστα, ακροδεξιέ, λαμόγιο, αεριτζή της εκάστοτε ακροδεξιάς αρπαχτής...

Μην φοβάσαι, στον φόβο σου ποντάρουν Νο2

Αυτές τις μέρες (χθες) κλείνουν 30 χρόνια από τότε που μας άφησε ο μεγάλος ποιητής της Ρωμιοσύνης και της Ελευθερίας. Ευτυχώς που υπάρχουν και αυτές οι επέτειοι και θυμόμαστε πως είναι ωραίο και ηρωικό να κατάγεσαι από τέτοια γενιά, αλλά όταν έπρεπε να κάνεις την δουλειά (να δικάσεις και να καταδικάσεις τους προδότες του λαού, δοσίλογους και ταγμαλήτες) εσύ σήκωνες λάβαρα ματωμένα… Ας είναι λοιπόν, αιωνία σου η μνήμη μεγάλε Ποιητή.

Γιάννης Ρίτσος: «Ανάβω στίχους για να ξορκίσω το κακό στη χώρα» (11 Νοέμβρη 1990 - 31 χρόνια από τον θάνατο του ποιητή – Αφιέρωμα από τον “Ημεροδρόμο”.

«(…) να μην κάνεις κατάχρηση της εξουσίας που σου δόθηκε στ’ όνομα του μεγαλύτερου ιδανικού της ελευθερίας,
να μην κάνεις κατάχρηση περιαυτολογίας στ’ όνομα του αντιατομισμού,
να μην κάνεις αγώνα προσωπικής επικράτησης στ’ όνομα της σεμνής, ανώνυμης μάζας (…)».

«Ανάμεσα σε τόσες νύχτες, τόσους βράχους, τόσους σκοτωμένους – είπε – εσύ Επανάσταση, μας άνοιξες τις φαρδιές λεωφόρους/ για μια πανανθρώπινη συνάντηση. (…)/
Αν τίποτ’ άλλο δεν κερδίσαμε, – είπε – μάθαμε τουλάχιστον/ πως αύριο θα συναντηθούμε (…)»

«Δε θέλαμε να πεθάνουμε. Κανένας δεν ήθελε να πεθάνει./ Δεν ήταν εύκολο – μην πεις – δεν ήταν εύκολο.(…)/ Ο Αλέκος είπε:/ “Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της, και συ να λείπεις,/ να ‘ρχονται οι Άνοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα, και συ να λείπεις, να ‘ρχονται τα κορίτσια στα παγκάκια του κήπου με χρωματιστά φορέματα, και συ να λείπεις,(…)/ δυο στόματα να φιλιούνται στον ίσκιο, και συ να λείπεις,/ σκέψου δυο χέρια να σφίγγονται, και σένανε να σου λείπουν τα χέρια/ δυο κορμιά να παίρνονται, και συ να κοιμάσαι κάτου απ’ το χώμα/ και τα κουμπιά του σακακιού σου ν’ αντέχουν πιότερο από σένα κάτου απ’ το χώμα/ κι η σφαίρα η σφηνωμένη στην καρδιά σου να μη λιώνει, όταν η καρδιά σου, που τόσο αγάπησε τον κόσμο, θα ‘χει λιώσει”.(…)/
Την ίδια νύχτα πιάσαν τον Αλέκο./ Ο Αλέκος δε μαρτύρησε. Ο Αλέκος έμεινε κρεμασμένος τρία μερόνυχτα. Δε μαρτύρησε./ Ο Αλέκος πέθανε σα μέλος του Κόμματος./ Πέθανε σαν αληθινός σύντροφος. Την τελευταία στιγμή φώναξε: “Είναι χιλιάδες άστρα μέσα μας. Δεν μπορείτε να τα σκοτώσετε”./ Ετούτα τ’ άστρα τα ‘δωσε ο Αλέκος στη σημαία του Κόμματος (…)
(…) να λείπεις – δεν είναι τίποτα να λείπεις.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλα εκείνα που γι’ αυτά έχεις λείψει,
θα ‘σαι για πάντα μέσα σ’ όλο τον κόσμο».

«Ήταν μακρύς ο δρόμος ως εδώ. Πολύ μακρύς, αδελφέ μου./ Οι χειροπέδες βάραιναν τα χέρια./ Τα βράδια που ο μικρός γλόμπος κουνούσε το κεφάλι του λέγοντας “πέρασε η ώρα”/ εμείς διαβάζαμε την ιστορία του κόσμου σε μικρά ονόματα/ σε κάποιες χρονολογίες σκαλισμένες με το νύχι στους τοίχους των φυλακών/ σε κάτι παιδιάστικα σχέδια των μελλοθάνατων (…)/ πίσω απ’ τα σίδερα του τμήματος μεταγωγών/ κοντά στο θάνατο που δε λέει “αύριο”/ ανάμεσα σε χιλιάδες δεκανίκια από πικρά σακατεμένα χρόνια/ εσύ λες “αύριο” και κάθεσαι ήσυχος και βέβαιος/ όπως κάθεται ένας δίκαιος άνθρωπος αντίκρυ στους ανθρώπους./
Αυτά τα κόκκινα σημάδια στους τοίχους μπορεί να ‘ναι κι από αίμα – όλο το κόκκινο στις μέρες μας είναι αίμα – μπορεί να ‘ναι κι απ’ το λιόγερμα που χτυπάει στον απέναντι τοίχο/ Κάθε δείλι τα πράγματα κοκκινίζουν πριν σβήσουν/ κι ο θάνατος είναι πιο κοντά(…)/
Κείνες τις ώρες σφίγγεις το χέρι του συντρόφου σου,/ γίνεται μια σιωπή γεμάτη δέντρα/ το τσιγάρο κομμένο στη μέση γυρίζει από στόμα σε στόμα/ όπως ένα φανάρι που ψάχνει το δάσος – βρίσκουμε τη φλέβα/ που φτάνει στην καρδιά της άνοιξης.
Χαμογελάμε(…)/ Αύριο μπορεί να μας σκοτώσουν. Αυτό το χαμόγελο/ κι αυτόν τον ουρανό δεν μπορούν να μας τα πάρουν (…)»

«Και να αδελφέ μου που μάθαμε να κουβεντιάζουμε ήσυχα κι απλά/ Καταλαβαινόμαστε τώρα, δε χρειάζονται περισσότερα./ Κι αύριο λέω θα γίνουμε ακόμα πιο απλοί./ Θα βρούμε αυτά τα λόγια που παίρνουνε το ίδιο βάρος σ’ όλες τις καρδιές, σ’ όλα τα χείλη./
Έτσι να λέμε πια τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη./ Κι έτσι που να χαμογελάνε οι άλλοι και να λένε,/ “Τέτοια ποιήματα, σου φτιάχνουμε εκατό την ώρα”./ Αυτό θέλουμε κι εμείς./
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε αδελφέ μου απ’ τον κόσμο./
Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο./(…)
Ήταν μακρύς ο δρόμος ως εδώ… δύσκολος δρόμος./ Τώρα είναι δικός σου αυτός ο δρόμος. Τον κρατάς/ όπως κρατάς το χέρι του φίλου σου και μετράς το σφυγμό του/ πάνου σε τούτο το σημάδι που άφησαν οι χειροπέδες./
Κανονικός σφυγμός. Σίγουρο χέρι. Σίγουρος δρόμος».

«Α. Β. Γ./ Τρία μεγάλα γράμματα/ γραμμένα μ’ ασβέστη στη ραχοκοκαλιά της Μακρόνησος.(…)/ Α’ Τάγμα. Β’ Τάγμα. Γ’ Τάγμα.(…)/ Α.Β.Γ./ 300 σκοτωμένοι (…)/ Α.Β.Γ/ 600 τρελοί (…)/ Α.Β.Γ./ 900 κουτσοί./ Ζήτω ο βασιλεύς Παύλος.(…)/
ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ(…)/ Σε τούτα τα βράχια τουφεκίστηκαν οι 300 του Α’ Τάγματος, τούτα τα φύκια είναι μια τούφα μαλλιά ξεκολλημένα μαζί με το δέρμα απ’ το καύκαλο ενός συντρόφου που αρνήθηκε να υπογράψει δήλωση(…)/ Τα συρματοπλέγματα./
Α.Β.Γ./ Μαύρο, κατάμαυρο τοπίο με σφιγμένα δόντια,/ κόκκινο, κατακόκκινο τοπίο με σφιγμένη γροθιά, μαύρη και κόκκινη καρδιά πηγμένη στο αίμα της/ κι ένας κόκκινος ήλιος πηγμένος μες στο αίμα του».

«Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,/ πουλάκι της φτωχιάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου,/ Πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δε θωρείς που κλαίω/ και δε σαλεύεις, δε γρικάς τα που πικρά σου λέω;(…)/
Πουλί μου, εσύ που μου ‘φερνες νεράκι στην παλάμη/ πώς δε θωρείς που δέρνουμαι και τρέμω σαν καλάμι;/ Στη στράτα εδώ καταμεσής τ’ άσπρα μαλλιά μου λύνω/ και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.(…)/
Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω,/ άνοιξη, γιε, που αγάπαγες κι ανέβαινες απάνω/ Στο λιακωτό και κοίταζες και δίχως να χορταίνεις/ άρμεγες με τα μάτια σου το φως της οικουμένης(…)/
Και μου ιστορούσες με φωνή γλυκιά, ζεστή κι αντρίκεια/ τόσα όσα μήτε του γιαλού δε φτάνουν τα χαλίκια/ Και μου ‘λεες, γιε, πως όλ’ αυτά τα ωραία θα ‘ναι δικά μας,/ και τώρα εσβήστης κι έσβησε το φέγγος κι η φωτιά μας./
Βασίλεψες, αστέρι μου, βασίλεψε όλη η πλάση,/ κι ο ήλιος, κουβάρι ολόμαυρο, το φέγγος του έχει μάσει./ Κόσμος περνά και με σκουντά, στρατός και με πατάει/ κι εμέ το μάτι ουδέ γυρνά κι ουδέ σε παρατάει./
Και δες, μ’ ανασηκώνουνε χιλιάδες γιους ξανοίγω,/ μα, γιόκα μου, απ’ το πλάγι σου δε δύνουμαι να φύγω./ Όμοια ως εσένα μου μιλάν και με παρηγοράνε/ και την τραγιάσκα σου έχουνε, τα ρούχα σου φοράνε.(…)/
Και να που ανασηκώθηκα το πόδι στέκει ακόμα,/ φως ιλαρό, λεβέντη μου, μ’ ανέβασε απ’ το χώμα./ Τώρα οι σημαίες σε ντύσανε. Παιδί μου, εσύ, κοιμήσου,/ κι εγώ τραβάω στ’ αδέρφια σου και παίρνω τη φωνή σου./
Γλυκέ μου, εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι./ Γιε μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε./ Δες, πλάγι μας περνούν πολλοί, περνούν καβαλαραίοι, -/ όλοι στητοί και δυνατοί και σαν κι εσένα ωραίοι./
Ανάμεσά τους, γιόκα μου, θωρώ σε αναστημένο, -/ το θώρι σου στο θώρι τους μυριοζωγραφισμένο.(…)/
Κι ακολουθάς και συ νεκρός, κι ο κόμπος του λυγμού μας/ δένεται κόμπος του σκοινιού για το λαιμό του οχτρού μας./ Κι ως το ‘θελες (ως το ‘λεγες τα βράδια με το λύχνο)/ ασκώνω το σκεβρό κορμί και τη γροθιά μου δείχνω./
Κι αντίς τ’ άφταιγα στήθια μου να γδέρνω, δες, βαδίζω/ και πίσω από τα δάκρυα μου τον ήλιον αντικρίζω./ Γιε μου, στ’ αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,/ σου πήρα το ντουφέκι σου, κοιμήσου, εσύ, πουλί μου».

«Γιε μου, είχε συναχτεί προψές το βράδι/ όλ’ η φτωχολογιά μας, η αργατειά μας/ οι ματιές τους αστράφταν στο σκοτάδι/ σαν κάρβουνα πυρά και τρομερά/ κι ανάμεσά τους χτύπαγε η καρδιά μας/ γιομάτη εμπιστοσύνη και χαρά/
Έτσι, καθώς με κλείναν γύρα – γύρα/ μορφές που ιδρώσαν, κλάψαν και πασκίσαν,/ ψημένες απ’ του πέλαου την αρμύρα,/ σκαμμένες απ’ το κρύο κι απ’ το χιονιά,/ ένιωσα, τάχα, αδέλφια μου πως είσαν/ κ’ ήβρα στη σκιά τους ήλιο, απανεμιά/
Στη μέση της πλατείας κάποιος μιλούσε/ δεν ξέρω ποιος, μα ξέρω ότι η λαλιά του/ την ίδια την καρδιά μου αντιλαλούσε:/ “Μας κλέβουν τον ιδρώ μας, το ψωμί,/ για να φτιάξουνε σύνεργα θανάτου,/ και βόλια μας πετούν για πλερωμή”./
Και τότε οι γαλονάδες πέσαν, γιε μου,/ κ’ είδα να δέρνουν, να τσαλαπατάνε/
κ’ είδα τη φρίκη ακέρια του πολέμου./ Μας λένε: “οι Τούρκοι, οι Βούλγαροι είναι οχτροί”/ μα τους Ρωμιούς, Ρωμιοί να τους χτυπάνε;/ Γιε μου, έχεις δίκιο, εχτροί μας είναι Αυτοί».

«Είναι λάθος να χωρίζουμε την ποίηση σε κατηγορίες. Η ποίηση είναι απέραντη σαν τη ζωή, ένα διαρκές γίγνεσθαι. Στο χώρο της δεν υπάρχουν όρια, δεν υπάρχουν απαγορεύσεις.
Σε μια ομιλία του ο Ελυάρ είχε πει ότι, ενώ παλιότερα πίστευε πως υπάρχουν λέξεις απαγορευμένες για την ποίηση, αργότερα πείστηκε πως δεν ίσχυε κάτι τέτοιο. Μέσα και πάνω στις λέξεις του ποιητή αποτυπώνονται πολιτιστικές μνήμες αιώνων, αποθησαυρίζεται η παγκόσμια ιστορία.
Το ποίημα ξεπηδάει από μιαν ανάγκη ν’ αποδοθεί η σιωπή, από μιαν εντολή της ανθρώπινης προϊστορίας, ιστορίας και μεθιστορίας. Μια εντολή που δίνεται στον ποιητή άθελά του κι εκφράζεται μέσα απ’ αυτόν.
Γράφοντας ποίηση κάνει, χωρίς να το ξέρει, μια μάχη, σώμα με σώμα, με το θάνατο. Κι όταν λέμε θάνατο δεν εννοούμε μόνο τον φυσικό, αλλά και όλες τις μορφές κοινωνικού θανάτου.
Η καταπίεση, η σκλαβιά, οι επιθυμίες που δεν εκπληρώνονται, όλα αυτά είναι μια καθημερινή εκτέλεση, ένας θάνατος. Κι όσο θα υπάρχει ο θάνατος, θα υπάρχει και η αντίσταση στο θάνατο. Μια αναμέτρηση μ’ αυτή τη μορφή του θανάτου είναι η πολιτική ποίηση (ή τουλάχιστον η δική μου πολιτική ποίηση) μια μάχη για να φτάσουμε στο “αταξικό γαλάζιο”».

Με την Φαλίτσα και την κόρη τους, την Ερη

«(…) Α, ναι, πόσες ανόητες μάχες, ηρωισμοί, φιλοδοξίες, υπεροψίες,/ θυσίες και ήττες και ήττες, κι άλλες μάχες, για πράγματα που κιόλας/ ήταν από άλλους αποφασισμένα, όταν λείπαμε εμείς. Και οι άνθρωποι, αθώοι/ να χώνουν τις φουρκέτες των μαλλιών μες στα μάτια τους, να/ χτυπούν το κεφάλι/ στον πανύψηλο τοίχο, γνωρίζοντας βέβαια πως ο τοίχος δεν πέφτει/ ούτε ραγίζει καν, να δουν τουλάχιστον μέσ’ από μια χαραμάδα/ λίγο γαλάζιο ασκίαστο απ’ το χρόνο και τη σκιά τους.
Ωστόσο – ποιος ξέρει -ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να/ αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του ανθρώπου (…)»

«Τα καζάνια του λαϊκού συσσιτίου χτυπάν όλη νύχτα σαν ταμπούρλα./ Νύχτα αποφασισμένη. Συνοικίες γκαστρωμένες/ με την κοιλιά τους βαριά από πείνα από καημό κι από άγιο μίσος. Πάνου στο πεζούλι/ ο λαϊκός ρήτορας: / “Σύντροφοι”. Τίποτ’ άλλο. Ένα σπίρτο. Το φυτίλι./ Κι οι μεγάλες δρασκελιές μιας σημαίας πάνου απ’ τον ύπνο./ Κι η μεγάλη αψίδα της νύχτας όλη βαμμένη με πελώρια σφυροδρέπανα αγρύπνιας (…)/

Ένα παράθυρο ανοίγει. Κι ένα άλλο. Αυτός σκουπίζει/ τον ιδρώτα του./ Καλημέρα – είπε. Καλημέρα. Ζέστη σήμερα. Μεγάλη ασβεστωμένη κάτοψη./

Κι η πινακίδα – ξύλινη τετράγωνη – αυτό όλο κι όλο – είπε,/ τίποτ’ άλλο -/ στη διασταύρωση εκεί: “Από εδώ προς τον ήλιο”. Μεθαύριο/ που θα περνάνε μες στον ήλιο με σημαίες κι εργαλεία/ μπορεί και κάποιος να σταθεί μια σύντομη στιγμή και να ρωτήσει:/ “Ποιος να ‘γραψε με τόσο αδέξια γράμματα τούτη την πινακίδα;”/ και κάποιος άλλος ίσως να θυμάται και να πει:/

“Ο Γιάννης Ρίτσος – ποιητής της τελευταίας προ Ανθρώπου εκατονταετίας”».

«Σηκώθηκα κι έκανα τα τρία βήματα που απομένανε. Με περιμένανε όλοι, όλοι. Δεν έλειπε κανείς, ούτε και η άδεια μου καρέκλα, ούτε η πένα που θα υπόγραφα. Όλοι και όλα ήταν εκεί.

Δεν θα σας απασχολήσω πολύ κύριοι, είπα.

-Καθίστε.

Όχι, ευχαριστώ. Ήρθα μόνο να σας πω ότι δεν θα υπογράψω.

-Πως; Μα το πρωί…

-Έχετε δίκιο. Όμως, πριν μπω εδώ, σταμάτησα και κουβέντιασα με τη συνείδησή μου.

-Έκανες σε κανένα κακό; Τη ρώτησα. Μου είπε: Όχι. Αγαπάς όλο τον κόσμο; Μου απάντησε, ναι. Αγαπάς πολύ την Ελλάδα; Μου είπε: Απέραντα . Βλέπετε κύριοι αυτά τα πράγματα οι άνθρωποι τα ζουν, δεν τα υπογράφουν. Και έφυγα.

Έτσι που ακουμπούσαν τα μάγουλά μας πάνω στα χέρια μας, είχανε τόσο τρέξει τα δάκρυα που τα μανίκια μας ήτανε μουσκεμένα. Εκείνη την ώρα δεν ζούσαμε. Ήτανε μια υπέροχη κοινωνία.

Γιάννης Ρίτσος (…)»

( Απόσπασμα από την αφήγηση του ζωγράφου Μάνθου Κέτση, συνεξόριστου του Γιάννη Ρίτσου, για το πώς ο ποιητής αρνήθηκε την υπογραφή δήλωσης μετανοίας στο διοικητήριο των βασανιστών του στη Μακρόνησο – «Γιάννης Ρίτσος, Κινηματογραφική αυτοβιογραφία, Γιώργος και Ηρώ Σγουράκη, έκδοση Αρχείο Κρήτης»)

Ο Γιάννης Ρίτσος,

  • που όταν το 1972 ο Πάμπλο Νερούδα παρέλαβε το Νόμπελ Λογοτεχνίας δήλωσε: «Ξέρω κάποιον άλλο με περισσότερα προσόντα γι’ αυτή την τιμή: τον Γιάννη Ρίτσο»,
  • που ο Παλαμάς έγραψε εκείνο το «παραμερίζουμε, ποιητή, για να περάσεις»,
  • που δεν τιμήθηκε ποτέ με το Νόμπελ Λογοτεχνίας αλλά με φυλακίσεις, με εξορίες και εκτοπίσεις,
  • που δεν εννόησε ποτέ να συνθηκολογήσει με τους δεσμοφύλακές του, που ως εξόριστος και δεσμώτης, στις δικές τους προτροπές να «υπογράψει», εκείνος άπλωνε τα χέρια για να του περάσουν κι άλλες χειροπέδες,
  • που στις συστάσεις να «συμμορφωθεί», εκείνος απαντούσε γράφοντας ποιήματα ίδια και καλύτερα με εκείνα που τον είχαν οδηγήσει στη φυλακή,
  • που ο Αραγκόν έβλεπε στην ποίησή του «το βίαιο τράνταγμα μιας μεγαλοφυΐας»,
  • που ο Λειβαδίτης έλεγε ότι η ποίησή του ήταν συνώνυμη ενός κόσμου που «γίνεσαι ικανός και να πεθάνεις ακόμα για έναν τέτοιο κόσμο»,
  • που στο ερώτημα αν ήταν ποιητής γιατί ήταν κομμουνιστής ή αν ήταν κομμουνιστής γιατί  ήταν ποιητής, εκείνος απευθυνόμενος στον Χαρίλαο Φλωράκη και στο ακροατήριο της εκδήλωσης για τα 75χρονα του ποιητή που διοργάνωσε προς τιμήν του το ΚΚΕ, απαντούσε: «Ό,τι είμαι κι ό,τι έχω σας το χρωστάω»,
  • που πορεύτηκε όπως έλεγε ο Σολωμός, κρατώντας «πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου»,
  • που πορεύτηκε με πυξίδα ότι «ο δρόμος ο πιο μακρινός είναι ο πιο κοντινός»,
  • που μας κληροδότησε εκείνο το «μην τους φοβάσαι, στον φόβο σου ποντάρουν»
  • που πορεύτηκε μια ζωή λέγοντας ότι «η ζωή θα σε πει σύντροφο, τα έργα σου θα σε κάνουν σύντροφο, να αξίζουν τα έργα σου»,

έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, πριν 30 χρόνια.
Ήταν 11 Νοεμβρίου του 1990.

Posted 
November 12, 2021
 in 
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.