
Κατερίνα Γερασκλή
Οι σχέσεις μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά εισέρχονται σε νέα φάση εμπορικού πολέμου, καθώς ο πρώην πρόεδρος Donald Trump ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την αύξηση των δασμών στους τομείς του καναδικού χάλυβα και αλουμινίου, από 25% σε 50%.
Αυτή η κίνηση αποτελεί άμεση αντίδραση στην απόφαση της κυβέρνησης του Οντάριο να επιβάλει επιβάρυνση στις εξαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προς τις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, η απόφαση του Οντάριο είχε στόχο να μειώσει την εξάρτηση των ΗΠΑ από τις καναδικές ενεργειακές πηγές, προκαλώντας την έντονη αντίδραση του Trump, ο οποίος θεώρησε αυτή την κίνηση ως μία πρόκληση. Ως απάντηση, ο Καναδάς προειδοποίησε ότι θα αναλάβει αντίμετρα και θα επανεξετάσει τη στρατηγική του στην εμπορική του πολιτική με τις ΗΠΑ.
Ο πρωθυπουργός του Οντάριο, Doug Ford, αρχικά υπερασπίστηκε τη θέση του, αλλά εν συνεχεία συμφώνησε να αναστείλει προσωρινά την εφαρμογή του μέτρου και να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Ουάσινγκτον για να επιδιώξει μία διπλωματική λύση στην κρίση.
Παρά το γεγονός ότι υπήρξε κάποια διάθεση για διαπραγματεύσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Καναδά υπό τον νέο πρωθυπουργό Mark Carney προετοιμάζει ισχυρά αντίμετρα, δηλώνοντας ότι η χώρα δεν πρόκειται να υποχωρήσει και θα απαντήσει «δολάριο προς δολάριο, δασμό προς δασμό».
Η καναδική κυβέρνηση επιβεβαιώνει την απόφασή της να προστατεύσει τη βιομηχανία και την οικονομία της από τις υπερβολικές αυξήσεις δασμών του Trump, οι οποίες επιβάλλονται με το πρόσχημα της «εθνικής ασφάλειας» των ΗΠΑ.
Σε μια σειρά από προκλητικές αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, ο Trump απείλησε να επιβάλει «μια οικονομική τιμωρία τόσο μεγάλη που θα καταγραφεί στα βιβλία της Ιστορίας», ενισχύοντας τον τόνο της επίθεσης.
Μάλιστα, ο πρώην πρόεδρος προχώρησε ακόμα περισσότερο, αναβιώνοντας την ιδέα της προσάρτησης του Καναδά ως την «51η Πολιτεία» των ΗΠΑ, μια πρόταση που προκάλεσε ιδιαίτερη αναταραχή.
Ο Trump υποστήριξε ότι με την προσάρτηση του Καναδά θα εξαφανιστούν όλοι οι δασμοί και τα εμπόδια στο εμπόριο, εκτοξεύοντας τη ρητορική του και προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στον Καναδά. «Τα σύνορα μεταξύ ΗΠΑ και Καναδά είναι μια τεχνητή γραμμή διαχωρισμού που πρέπει να εξαφανιστεί» δήλωσε προκλητικά.
Η καναδική απάντηση υπήρξε άμεση και ισχυρή.
Ο νεοεκλεγείς πρωθυπουργός Mark Carney τόνισε με έμφαση ότι ο Καναδάς δεν θα υποκύψει στις πιέσεις του Trump. «Δεν θα γίνουμε ποτέ μέρος των Ηνωμένων Πολιτειών – με κανέναν τρόπο, σε καμία μορφή», δήλωσε. Παράλληλα, ανέφερε ότι η χώρα θα διατηρήσει τους δικούς της αντίμετρα-δασμούς μέχρι να αποσυρθούν οι επιθετικές εμπορικές πολιτικές των ΗΠΑ.
Ο ηγέτης των Συντηρητικών, Pierre Poilievre, χαρακτήρισε τις κινήσεις του Trump «προδοσία απέναντι στη φιλία των δύο χωρών» και τόνισε ότι η καναδική κυριαρχία και οικονομία δεν θα υποκύψουν σε απειλές.
Η απόφαση του Trump να αυξήσει τους δασμούς στο 50% έχει σοβαρές οικονομικές συνέπειες. Ο καναδικός χάλυβας και αλουμίνιο αποτελούν βασικά υλικά για την αμερικανική βιομηχανία, με τις ΗΠΑ να εξαρτώνται από τον Καναδά για περισσότερο από το 60% της συνολικής κατανάλωσης αλουμινίου. Στελέχη της βιομηχανίας προειδοποιούν ότι αυτή η απόφαση θα οδηγήσει σε αυξήσεις τιμών, ελλείψεις υλικών και ενδεχομένως απολύσεις σε αμερικανικές εταιρείες. Η αντίδραση στις αγορές ήταν άμεση, με τον δείκτη S&P 500 να καταγράφει πτώση 8% και τον τεχνολογικό Nasdaq να υποχωρεί κατά 10% μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Ο Καναδάς απαντά με την επιβολή αντίμετρων αξίας 29,8 δισ. δολαρίων σε αμερικανικά προϊόντα, όπως χάλυβας, αλουμίνιο, ηλεκτρονικούς υπολογιστές, αθλητικό εξοπλισμό και προϊόντα από χυτοσίδηρο. Οι καναδικοί δασμοί είναι η δεύτερη δέσμη αντίμετρων, μετά την επιβολή δασμών 30 δισ. δολαρίων σε αμερικανικά προϊόντα το προηγούμενο διάστημα, ως αντίδραση στις πρώτες επιθέσεις από τον Trump. Η υπουργός Εξωτερικών του Καναδά, Mélanie Joly, χαρακτήρισε τις δηλώσεις του Trump για την καναδική βιομηχανία «προσχηματικές» και «προσβλητικές», απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς περί απειλής για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. «Δεν πρόκειται να υποχωρήσουμε μπροστά σε αυτόν τον παραλογισμό», τόνισε.
Η σύγκρουση δεν αφορά μόνο την οικονομία, αλλά και την εθνική ανεξαρτησία του Καναδά. Ο Donald Trump έχει αμφισβητήσει ευθέως τη διατήρηση των συνόρων μεταξύ των δύο χωρών, προτείνοντας τη συγχώνευση των δύο κρατών. Η Joly υπογράμμισε ότι αυτή η κίνηση είναι μια «υπαρξιακή απειλή για τη χώρα μας», και πως η καναδική αντίδραση θα είναι αποφασιστική.
Ο Καναδάς συνεχίζει να υπερασπίζεται τα συμφέροντά του και το ζήτημα της εθνικής κυριαρχίας του. Παρά την πίεση από τις ΗΠΑ, αξιωματούχοι του Καναδά, όπως ο LeBlanc και ο Ford, προγραμματίζουν συνάντηση με τον υπουργό Εμπορίου των ΗΠΑ, Howard Lutnick, και τον Αμερικανό διαπραγματευτή Jamieson Greer, για να συζητήσουν την κρίση και να προσπαθήσουν να διατηρήσουν την ειρήνη στην εμπορική συμφωνία USMCA.
Ο Mark Carney, ο οποίος αναμένεται να αναλάβει τα καθήκοντά του ως νέος πρωθυπουργός του Καναδά, δήλωσε έτοιμος να συναντηθεί με τον Trump για να αναζητήσουν μια διπλωματική λύση. Ωστόσο, τόνισε ότι η μόνη λύση που θα προχωρήσει θα είναι εκείνη που θα σεβαστεί την καναδική κυριαρχία. Η συνέχιση των εμπορικών συνομιλιών και η ανανέωση των συμφωνιών είναι η καλύτερη λύση για όλους, είπε.
Η εμπορική σύγκρουση μεταξύ των δύο χωρών κλιμακώνεται, με τον Καναδά να αντιδρά με αποφασιστικότητα και να προστατεύει τόσο την οικονομία του όσο και την εθνική του ανεξαρτησία.