Κώστας Καραμαρκος
Αυτές τις μέρες και μέχρι τις 13 Μαρτίου 2024, το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα του για διαβούλευση μια μπροσούρα 36 σελίδων, όπου σε μεγάλη γραμματοσειρά, υπάρχουν από 11 λέξεις μέχρι 136 λέξεις ανά σελίδα, με μέσο όρο 65 λέξεις ανά σελίδα! Τη μπροσούρα αυτή, που η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη προανήγγηλε με τυμπανοκρουσίες στα ελληνικά ΜΜΕ τουλάχιστον από τον περασμένο Δεκέμβριο, την ονόμασαν «Βασικοί άξονες στρατηγικού σχεδίου για τον Απόδημο Ελληνισμό ( https://www.mfa.gr/strategiko-shedio-gia-apodemo-ellenismo.html) 2024-2027!
Σύμφωνα με την ελληνική κυβέρνηση:
«Στο παρόν Στρατηγικό Σχέδιο το Υπουργείο Εξωτερικών αποτυπώνει το όραμα, τους στρατηγικούς στόχους και τις επιχειρησιακές πρωτοβουλίες για την περαιτέρω ενίσχυση των δεσμών της Ελληνικής Διασποράς με το μητροπολιτικό κέντρο. Μέσα από τη θέση σε διαβούλευση επιδιώκεται η συνδιαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου, συνεκτικού και σύγχρονου πλαισίου πολιτικών.
Στη διαβούλευση καλούνται να συμμετάσχουν όλοι οι πολίτες, οι θεσμικοί και κοινωνικοί εταίροι και, ιδίως, οι ομογενείς και οι ομογενειακές οργανώσεις από όλον τον κόσμο».
Πόσο μα πόσο μαριά όμως, βρίσκεται αυτός ο διακηρυχτικός λόγος από την πραγματικότητα... Το Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, χωρίς καθόλου να μπει στον κόπο να εξετάσει σε βάθος τα ίδια του τα αρχεία και την έως τώρα πολιτική δεκαετιών των ελληνικών κυβερνήσεων για τον Οικουμενικό Ελληνισμό, με μια προχειρότητα που προσβάλει και την ελληνική πολιτεία, αλλά και τους εκτός Ελλάδας Έλληνες και ελληνικής καταγωγής κατοίκους της υφηλίου, κυκλοφορεί δημόσια για διαβούλευση μια πρόταση «μπροσούρα», που είναι τόσο μα τόσο παρωχημένη και προχειρογραμμένη...
Ενδεικτικά αναφέρω τα εξής:
1ον. Δεν υπάρχει καμιά θεωρητική στρατηγική, καμιά ενιαία και ολιστική σύλληψη για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της σχέσης της Ελλάδας με τον Οικουμενικό Ελληνισμό. Αυτό που υπάρχει στο κείμενο είναι μια απλή απαρίθμιση χωρίς σύνδεση, παλιών δράσεων και μελλοντικών προθέσεων, για τον εξωελλαδικό Ελληνισμό.
2ον. Δεν υπάρχει καθόλου μα καθόλου αναγνώριση των σημερινών πολιτισμικών, κοινωνικών, πολιτικών, ιστορικών και άλλων δεδομένων των εκτός Ελλάδας Ελλήνων και ελληνικής καταγωγής κατοίκων της οικουμένης. Η μπροσούρα εξακολουθεί να ορίζει την Ελλάδα ως μητροπολιτικό κέντρο και τους απόδημους και ομογενείς ως αποδημιτικά πουλιά, ως χελιδόνια, που πέταξαν μακριά από τη μητέρα πατρίδα!, Πράγμα που δηλώνει βασική άγνοια και αδυναμία κατανόησης και χαρτογράφησης του πολύμορφου οικουμενικού Ελληνισμού και των κοινωνικών, πολιτισμικών και ιστορικών πραγματικοτήτων που υπάρχουν στους κόλπους του, εδώ και πολλές δεκαετίες τώρα.
Ενδεικτικά αναφέρω πως η μπροσούρα αναφέρεται στην προώθηση και ενσωμάτωση θεμάτων ελληνικού ενδιαφέροντος «στις κοινωνίες/χώρες υποδοχής»! Χώρες και κοινωνίες υποδοχής αποκαλούνται οι νυν πατρίδες των ελληνικής καταγωγής πολιτών του κόσμου, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία, μετά από πάρα πολλές δεκαετίες, πολιτισμικά και γλωσσικά αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι, με δικαιώματα και με υποχρεώσεις, των χωρών στις οποίες γεννήθηκαν οι ίδιοι/ιες και οι πρόγονοί τους!
3ον. Η δικτύωση που επιδιώκει το ΥΠΕΞ, αφορά μόνο την «εξαγωγή» πληροφοριών ιστορικού, ενημερωτικού, πολιτισμικού και άλλου χαρακτήρα, σε σχέση με την Ελλάδα και όχι την εισαγωγή στη «μητρόπολη» της ιστορίας , του πολιτισμού, ή της τεχνογνωσίας των εκτός συνόρων και «αλλόεθνων» συμπατριωτών μας, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τα μέγιστα στην ουσιαστική αλληλογνωριμία και αλληλοϋποστήριξη του Οικουμενικού Ελληνισμού, αλλά και των σχέσεων της Ελλάδας, με τους λαούς των χωρών διαμονής των ελληνικής καταγωγής κατοίκων του κόσμου.
Η αναφορά για «ουσιαστική και αμφίδρομη επικοινωνία» αναιρείται από το στρατηγικό όραμα που είναι η προώθηση μέσω των ομογενών, σημαντικών θεμάτων εθνικού, δηλαδή ελλαδικού/ελληνικού ενδιαφέροντος, ή μέσω των επαναλαμβανόμενων αναφορών ανάμεσα στο μητροπολιτικό κέντρο και την ομογένεια, ή την προώθηση του ελληνικού πολιτισμού, των ελληνικών ΑΕΙ στο εξωτερικό, την αξιοποίηση της Διασποράς ως «εργαλείου» ενίσχυσης σχέσεων με άλλα κράτη, ενίσχυσης της εικόνας της Ελλάδας στο εξωτερικό, κ.α.
4ον. Οι όποιες αναφορές στη δημιουργίας Ημέρα του Απόδημου, ή στη Δημιουργία Μουσείου Απόδημου Ελληνισμού, αιτήματα των εκτός συνόρων συμπατριωτών μας εδώ και πολλές δεκαετίες, είναι καλοδεχούμενες, αλλά όταν και εάν υλοποιηθούν, δεν επαρκούν από μόνες τους, για να οδηγηθούμε σε μια ουσιαστική αναβάθμιση σχέσεων. Χωρίς οριζόντιες πολιτικές ενσωμάτωσης στο εθνικό αφήγημα της Ελλάδας, (σχολικά εγχειρίδια, μεγάλα φεστιβάλ, μεγάλα μουσεία, κ.α.) της απόδημης και της ομογενειακής διάστασης του Ελληνισμού, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιτευχθεί. . Φυσικά, χωρίς τη διάθεση ανάλογων κονδυλίων από τον εθνικό προϋπολογισμό και ενδεχομένως και από άλλες βοηθητικές πηγές, οι όποιες αναφορές σε τέτοιες πολιτικές παραμένουν ευχολόγια και διακηρυχτικός λόγος μόνο.
5ον. Η αναφορά σε πολιτικές «θετικής διάκρισης», για παράδειγμα μαθητεία νέων της διασποράς σε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς της Ελλάδας με προοπτική επαγγελματικής εξέλιξης είναι καλοδεχούμενη, χωρίς όμως να είναι ιδιαίτερα τολμηρή. Θα μπορούσε να υπάρχει για παράδειγμα η πρόνοια για προσλήψεις αποδήμων και ομογενών που έχουν όλα τα σχετικά επαγγελματικά προαπαιτούμενα, σε νευραλγικές θέσεις της ελληνικής πολιτείας, ιδίως σε αυτές που έχουν ομογενειακή διάσταση
6ον. Η μπροσούρα χρησιμοποιεί τους όρους Απόδημος Ελληνισμός, Ομογένεια, ελληνική Διασπορά, εναλλάξ, χωρίς να τους ορίζει και χωρίς να μπορεί να αντιληφθεί τα όριά τους σε σχέση με τα σημερινά δεδομένα που επικρατούν στον Οικουμενικό Ελληνισμό. Πουθενά δεν προκείπτει επίσης, πως ο συγγραφέας/οι συγγραφείς της μπροσούρας αντιλαμβάνονται πως δεν υπάρχει μόνο ένας Απόδημος/Ομογενειακός/Διασπορικός Ελληνισμός αλλά πολλοί. Υπάρχουν πολλές «Ελληνικές» διασπορές, ανάλογα με τις ιστορικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές συγκυρίες που τις διαμόρφωσαν.
7ον. Η σχέση με την ορθοδοξία ανάγεται ως βασικός στρατηγικός συνεκτικός παράγοντας, αγνοώντας το γεγονός ό,τι οι ελληνικής καταγωγής πολίτες των διαφόρων χωρών του κόσμου, προσδιορίζονται πλέον πολιτισμικά και βιωματικά πρωτίστως μέσα από τις κύριες κοινωνίες του εξωτερικού και δευτερευόντως θρησκευτικά, ή μέσα από τους εθνοτικούς μικρόκοσμους.
8ον. Οι πολλές χρηστικές/διαχειριστικές διευκολύνσεις, κυρίως με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, είναι καλοδεχούμενες. Οι προξενικές αρχές όμως, τουλάχιστον στα μεγάλα ομογενειακά κέντρα του εξωτερικού, χρειάζονται και ανάλογη στελέχωση. Η ψηφιακή τεχνολογία δεν είναι πανάκεια.
9ον. Οι όποιες αναφορές για την ενδυνάμωση της όποιας σχέσης, έχουν ως άξονες συνεργασίας τους αμιγώς απόδημους και ομογενειακούς θεσμούς και δίκτυα και όχι αυτούς των κυρίως κοινωνιών, στις οποίες συμμετέχουν περισσότεροι και περισσότερες ελληνικής καταγωγής κάτοικοι.
10ον. Η σύσφιξη των σχέσεων της Ελλάδας με τον Οικουμενικό Ελληνισμό, ή η δημιουργία βάσης δεδομένων και μητρώου Αποδήμων/Ομογενών, οργανώσεων, κ.α., έστω και σε εθελοντική βάση, χρειάζεται ιδιαίτερα ευαίσθητους χειρισμούς, μια και οι εκτός Ελλάδας συμπατριώτες μας είναι πρωτίστως πολίτες άλλων χωρών.
Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε πως θα τοποθετηθούν, αν τοποθετηθούν, τα υπόλοιπα ελληνικά πολιτικά κόμματα σε αυτόν τον «Σταρτηγικό σχεδιασμό της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για τον Απόδημο Ελληνισμό. Κυρίως κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ, μια και ήταν το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση, που πρώτο άσκησε πολιτική μεγάλου εύρους για τους Απόδημους Έλληνες.
Ενδιαφέρον επίσης θα έχει και η συμμετοχή στη διαβούλευση του Οικουμενικό Ελληνισμού και των οργανώσεών του. Έχει σημασία να δούμε πόσοι και ποιοι θα συμμετάσχουν, καθώς και τι θα πουν. Λαμβάνοντας υπόψη ό,τι το κείμενο διαβούλευσης είναι διαθέσιμο μόνο στα Ελληνικά και όχι στις βασικές πρώτες γλώσσες του Ελληνισμού της οικουμένης.
Ο Κώστας Καραμαρκος είναι δημοσιογράφος με έδρα τη Μελβούρνη. Στο παρελθόν εργάστηκε ως Ανώτερος Σύμβουλος στη Γενική Γραμματεία Απόδημου Ελληνισμού, στο Τμήμα Εξωτερικών της Ελλάδας. Εργάστηκε επίσης στο Πολιτικό Γραφείο του πρώην πρωθυπουργού της Ελλάδας Γιώργου Α. Παπανδρέου.