Ο Καναδάς πιέζει για σημαντικές αλλαγές στον παγκόσμιο αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής. Αυτό τουλάχιστον ειπώθηκε, αφού στο σχέδιο της φιλελεύθερης κυβέρνησης παραμένουν θεμελιώδεις αντιφάσεις που δεν έχουν ακόμη επιλυθεί. Ο Justin Trudeau, αφού παρευρέθηκε στη σύνοδο κορυφής της G20 στη Ρώμη, έφτασε στη Γλασκώβη για την επίσημη έναρξη της 26ης Συνόδου Κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα.
Πρόκειται για μια συνάντηση που πραγματοποιείται κάθε χρόνο, η οποία προβλέπει τη συμμετοχή αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων. Η σύνοδος ήταν προγραμματισμένη για το 2020 αλλά είχε αναβληθεί για ένα χρόνο λόγω της πανδημίας του Covid-19. Σε κάθε περίπτωση, ο Πρωθυπουργός στην ομιλία του υπογράμμισε ποια είναι τα προνόμια του περιβαλλοντικού σχεδίου της κυβέρνησής του και παράλληλα προέτρεψε όλη τη διεθνή κοινότητα σε μεγαλύτερη δέσμευση για την καταπολέμηση της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Η κατάσταση, ωστόσο, είναι πολύ πιο σύνθετη από όσο φαίνεται. Το περιβαλλοντικό ιστορικό του στελέχους της, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2015, δεν είναι απολύτως γραμμικό υπό αυτή την έννοια. Αφού κληρονόμησε μια καταστροφική κατάσταση από την προηγούμενη κυβέρνηση Χάρπερ – ο Καναδάς υπό τον συντηρητικό πρωθυπουργό ήταν η πρώτη χώρα που αποκήρυξε το Πρωτόκολλο του Κιότο – ο Justin Trudeau προσπάθησε να ευθυγραμμίσει εκ νέου τις παραμέτρους της χώρας με εκείνες άλλων διεθνών εταίρων. Μάλιστα –σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία του Υπουργείου Περιβάλλοντος– ο Καναδάς από το 2016 έχει αυξήσει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 3%, την υψηλότερη τιμή των χωρών της G7.
Επιπλέον, ορισμένες επιλογές της εκτελεστικής εξουσίας – όπως αυτή της εστίασης για άλλη μια φορά στην ανάπτυξη αγωγών για τη μεταφορά αργού πετρελαίου, έχουν επικριθεί δριμύτατα από περιβαλλοντολόγους. Αλλά ο Justin Trudeau, στην εκλογική του πλατφόρμα που παρουσίασε το περασμένο καλοκαίρι, υποσχέθηκε να στοχεύσει σε μια «πράσινη» στροφή σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Ο Καναδάς παρουσίασε επίσημα τους στόχους του στα Ηνωμένα Έθνη: να παράγει μεταξύ 40 και 45% λιγότερες εκπομπές έως το 2030, ενώ ο προηγούμενος στόχος ήταν μόλις 30%.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ο Justin Trudeau υποσχέθηκε ότι θα ενεργοποιηθούν πολύ αυστηροί περιορισμοί για τον τομέα του πετρελαίου και για αυτόν της εξόρυξης φυσικού αερίου, με ένα σύστημα ανώτατων ορίων που θα πρέπει να τηρείται, το οποίο θα αναθεωρείται και θα μειώνεται συνεχώς, μέχρι το 2050, όταν στους δύο αυτούς τομείς επιτυγχάνεται η μοιραία μηδενική ποσόστωση εκπομπών.
Ένα φιλόδοξο σχέδιο, αυτό του πρωθυπουργού, που αναγκαστικά θα πρέπει να έρθει σε σύγκρουση με την πραγματικότητα, με την αντίσταση πολλών παραγωγικών τομέων της χώρας και που ταυτόχρονα θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα πρόγραμμα στοχευμένων επενδύσεων για την παραγωγή πράσινης ενέργειας –κυρίως αιολικής και ηλιακής– που θα επηρεάσει ολόκληρη την εθνική οικονομία.
Όσον αφορά τα αποτελέσματα που επιτεύχθηκαν στο G20 στη Ρώμη, η κρίση του Justin Trudeau είναι “γκρίζα”. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Καναδάς και άλλες χώρες θα ήθελαν να δουν μεγαλύτερη δέσμευση στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής, αλλά την ίδια στιγμή έχουμε δει σημαντική πρόοδο».
“Η τιμολόγηση της ρύπανσης είναι καθοριστική για τη μείωση των εκπομπών αερίων και την ενίσχυση της καινοτομίας, δήλωσε ο Καναδός πρωθυπουργός στη COP26, τη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Καναδάς έχει δεσμευτεί να περιορίσει τις εκπομπές στον τομέα του πετρελαίου και του φυσικού αερίου και να εγγυηθεί ότι αυτές θα μειωθούν αρκετά γρήγορα ώστε να εξασφαλιστεί ότι το κράτος θα φθάσει στο καθαρό μηδέν το 2050”, δήλωσε ο Justin Trudeau.