Γράφει ο Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος
Η υπόθεση με τα email της Αννας Μισέλ Ασημακοπούλου είναι πολύ πιο σοβαρή από όσο θέλει η κυβέρνηση να πιστέψει
Είναι προφανές και απόλυτα σαφές πια ότι κάτι δεν πήγε καθόλου καλά με τη μαζική αποστολή μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από το γραφείο της ευρωβουλευτού της ΝΔ Άννας Μισέλ Ασημακοπούλου.
Γιατί υπάρχουν πλέον παραπάνω από επαρκείς ενδείξεις ότι η μαζική αποστολή έγινε επειδή η ευρωβουλευτής της ΝΔ ή το επιτελείο της απέκτησε πρόσβαση στα στοιχεία των πολιτών που είχαν δηλώσει στο υπουργείο Εσωτερικών ότι επιθυμούν να συμπεριληφθούν στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους των Ελλήνων του εξωτερικού για τις εκλογές του 2023.
Και εδώ τίθενται εύλογα ερωτήματα. Όπως το ποιος έδωσε αυτά τα email; Γιατί προφανώς δόθηκαν από το υπουργείο Εσωτερικών, αφού αυτό είχε την ευθύνη για τη διαχείριση της πλατφόρμας. Επομένως προκύπτουν και πολιτικές ευθύνες. Γιατί ένα υπουργείο έχει και πολιτικό προϊστάμενο, εν προκειμένω την αρμόδια υπουργό Νίκη Κεραμέως.
Η οποία οφείλει να αναλάβει την ευθύνη που της αναλογεί και πρέπει να τοποθετηθεί, αν όχι να δώσει εξηγήσεις, για μια υπόθεση, που αντικειμενικά την αφορά και να μην κρύβεται πίσω από διαφόρους υπηρεσιακούς παράγοντες.
Γιατί η ευθύνη των υπουργών δεν περιορίζεται ποτέ μόνο σε όσα οι ίδιοι αποφάσισαν και έπραξαν, αλλά επεκτείνεται στο σύνολο των επιλογών και αποφάσεων των τμημάτων των υπουργείων τους και των πράξεων των υφισταμένων τους.
Ωστόσο, το θέμα σαφώς δεν περιορίζεται μόνο στην αρμόδια υπουργό, ακόμη και όταν μιλάμε για μια υπουργό, που δεν έχει δείξει την πρέπουσα προσοχή στα ζητήματα προστασίας προσωπικών δεδομένων και είχε βρεθεί στο στόχαστρο της αρμόδιας Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για τον τρόπο που το υπουργείο της είχε διαχειριστεί προσωπικά δεδομένα γύρω από την τηλεκπαίδευση στην περίοδο της πανδημίας.
Το πρόβλημα αφορά πιο συνολικά μια κυβέρνηση που δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εξακολουθεί να χρεώνεται πολιτικά το μεγαλύτερο σκάνδαλο παρακολουθήσεων των τελευταίων ετών με χρήση παράνομου κατασκοπευτικού λογισμικού, με τον συντονισμό να γίνεται από το ίδιο το Μέγαρο Μαξίμου.
Όταν, ανάμεσα σε όλα τα άλλα προκλητικά που συνέβησαν, είχαμε και το φαινόμενο τα παραπλανητικά μηνύματα του κατασκοπευτικού λογισμικού να «μιμούνται» τα μηνύματα από την κυβερνητική πλατφόρμα για τον εμβολιασμό για COVID-19.
Δεν υποτιμάται η αξία των βημάτων που έγιναν για τη μετάβαση στην ψηφιακή διακυβέρνηση, με πρωτεργάτη τον Κυριάκο Πιερρακάκη, τα οποία ήταν σίγουρα σημαντικά. Η προστασία όμως των προσωπικών δεδομένων είναι εκ των ων ουκ άνευ, αναγκαία προϋπόθεση. Διαφορετικά, η ψηφιακή διακυβέρνηση κινδυνεύει να γίνει κερκόπορτα για την κατάλυση κάθε έννοιας προστασίας των προσωπικών δεδομένων.
Στο ζήτημα των email, φαίνεται ότι -για άλλη μια φορά και σε ένα ακόμη θέμα- κυριάρχησε μια ορισμένη μορφή αλαζονείας της εξουσίας.
Βεβαίως, από μια άποψη, το να δοθεί μια βάση δεδομένων με email σε μια ευρωβουλευτή είναι η «ήπια» εκδοχή παραβίασης βασικών δικαιωμάτων και δυσλειτουργίας του Κράτους Δικαίου με την ευρύτερη έννοια του, εάν αναλογιστούμε τι σημαίνει να παρακολουθούνται πολιτικοί αρχηγοί, βουλευτές, αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων και δημοσιογράφοι με συνέργεια κρατικών μηχανισμών. Όμως το χνάρι είναι ίδιο.
Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που η υπόθεση πρέπει να διερευνηθεί και οι ευθύνες να αποδοθούν, όσο ψηλά και εάν βρίσκονται.
Γιατί διαφορετικά απλώς θα συνεχιστεί ο διασυρμός της χώρας και ο εθισμός μας στην πρακτική που θέλει τις θεμελιώδεις ελευθερίες και τα πολιτικά δικαιώματα να είναι απλώς ρητορική χωρίς πραγματικό αντίκρισμα.