Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ
(Κατά Ιωάννην, κεφ. 20:19-31)
Η ΠΡΩΤΗ ΥΠΕΡΟΧΗ ΟΜΟΛΟΓΙΑ
Ο μαθητής και απόστολος Θωμάς βυθίστηκε σε θλίψη, ύστερα από τον σταυρικό θάνατο του θείου διδασκάλου. Με τον θάνατο του Κυρίου του μπορεί να νόμισε, για λίγο, πως θάπτονταν όλα του τα όνειρα κι όλες του οι ελπίδες. Ο πόνος του τον έκανε να βυθισθεί στην μοναξιά του, ν’ αποσυρθεί, κι έτσι δεν ήταν με τους άλλους μαθητές, «ότε ήλθεν ο Ιησούς». Κι όταν το έμαθε, ζήτησε πιο θετικές χειροπιαστές αποδείξεις. «Εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού ου μη πιστεύσω». Να όμως, ότι μόλις το θείο φως της αναστάσεως «επέλαμψεν» τον καταύγασε, τον φώτισε και διέλυσε το σκοτάδι και την απελπισία του. Και συγχρόνως τον έκανε να αναγνωρίσει την πλάνη και την παράλογη απαίτησή του και συγκινημένος, γεμάτος από συναισθήματα αφοσιώσεως και λατρείας, πίστεως και ειλικρινούς ομολογίας, να αναφωνήσει: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».
Τραντάχτηκε, αλλά δεν καταποντίστηκε ο απόστολος Θωμάς. Έπαθε προς στιγμήν μια πνευματική ζάλη, μέσα στην τρικυμία των γεγονότων της σταύρωσης, αλλά δεν ναυάγησε. Έπεσε, αλλά δεν συνετρίβη. Η γλυκειά φωνή του Αναστάτος Σωτήρος τον ανόρθωσε και τον στήριξε. Τα νέφη διαλύθηκαν και το πνεύμα του Θωμά φωτίστηκε κι έκανε την πρώτη μεγάλη υπέροχη ομολογία πίστεως στον Αναστάντα Κύριο, που καταγράφει η ιστορία της ανθρωπότητος.
Αυτή η ομολογία του θα είναι το έναυσμα της επίγειας πορείας του. Θα είναι το δυνατό του κήρυγμα, η μεγάλη του προσφορά, που θα επισφραγισθεί με την εκούσια θυσία του. Ο απόστολος Θωμάς, σε όλους τους αιώνες και σε όλες τις εποχές θα ελέγχει τους «Θωμάδες» της ολιγοπιστίας. Όσους ζητούν ισοβίως να δουν, να ψηλαφήσουν τις πληγές του αναστάντος. Όσους παρ’ όλα όσα βλέπουν και ακούνε και ψηλαφούν, δεν αναφωνούν: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».
Αυτοί δεν ακούν ή δεν θέλουν ν’ ακούσουν το τραγούδι της Ανάστασης από τους αγγέλους και τις μυροφόρες και τους στρατιώτες της κουστωδίας. Δεν θέλουν να το ακούσουν, που το διαλαλούν τα εκατομμύρια των μαρτύρων όλων των εποχών, οι κατακόμβες και οι τάφοι των Αγίων, που διασαλπίζουν τα ευγενέστερα πνεύματα της ανθρωπότητος με τον χρωστήρα και τη μουσική, με το λόγο τους και την μέχρι θυσίας ομολογία τους.
Εύκολο, ν’ ακολουθούμε τον Θωμά στις στιγμές της ολιγοπιστίας του. Δύσκολο να τον μιμούμεθα στην ομολογία του και στην συνέπεια της ζωής του. Θέλει δύναμη ψυχής, θερμή πίστη, μια τέτοια συνεπής ομολογία. Δεν είναι εύκολο να πούμε από τα βάθη της ψυχής, «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου», αλλά ακόμη πιο δύσκολο είναι και στην καθημερινή μας ζωή να μην ξεχνάμε την ομολογία αυτή. Να αισθανόμαστε τον αναστάντα Κύριο δικό μας Κύριο, δίπλα μας, στις ευχάριστες και δυσάρεστες ώρες της ζωής μας. Να Τον νιώθουμε δικό μας Θεό, προνοητή, πατέρα, αδελφό! Πόσο τότε θα αλλάξει η ζωή μας. Πόσα παραστρατήματα θα αποφεύγουμε. Και θα αγωνιζόμαστε τις θείες του Κυρίου μας εντολές να εφαρμόζουμε! Και θα είμαστε, συν Θεώ, έτοιμοι να προσφέρουμε κάθε είδους θυσίας στον «Κύριο και Θεό μας»!