Γράφει ο Δημήτριος Γεωργίου
Η «Ευχή», αγαπητή και συνηθισμένη από πολλούς, αλλά παρεξηγημένη και προς αποφυγή από άλλους, έχει διδαχθεί και συζητηθεί ευρέως σε όλη την διάρκεια της ιστορίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει πολλαπλές σημαντικές και όμορφες προσευχές που αρμόζουν σε αναρίθμητες ανάγκες και περιστάσεις. Πάντως, η «Ευχή», συχνά και συνεχώς επαναλαμβανόμενη, έχει αποκτήσει υψηλό κύρος από πολλούς Αγίους και πνευματικούς πατέρες ως ένας τρόπος εκμάθησης της «αδιάλειπτης προσευχής», μία πράξη η οποία πρώτα καθαρίζει και διανοίγει τον νου, και κατόπιν την καρδιά. Όσοι ασκούν με επιμέλεια την Ευχή πρώτα αποκτούν την Νοερά Προσευχή, και μετέπειτα την Καρδιακή Προσευχή. Η Καρδιακή Προσευχή φέρεται να είναι η «αδιάλειπτη προσευχή» που παροτρύνει ο Απόστολος Παύλος στην Καινή Διαθήκη, όταν λέει «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (1 Θεσ. 5,17).
Κατά την Wikipedia, οι ρίζες της Ευχής πιθανολογούνται στην έρημο της Αιγύπτου, στην οποία εγκαταστάθηκαν τον 5ο αιώνα οι ερημίτες-μοναχοί Πατέρες της Ερήμου (όπως ο Μέγας Αντώνιος), και οι Μητέρες της Ερήμου (όπως οι αγίες Συγκλητική και Θεοδώρα Αλεξανδρείας). Σε μιά επιστολή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου (347-407 μ.Χ.) βρίσκεται μια σύνταξη με ομοιότητες προς την συνηθισμένη μορφή της Ευχής. Αυτή η επιστολή αναφέρει το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού Ελέησον», και το «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ Θεού ελέησον ημάς» ως αδιάλειπτη προσευχή.
Ίσως η αρχαιότερη επίσημη αναφορά στην Ευχή με την σημερινή της ολοκληρωμένη μορφή να βρίσκεται στον Λόγο περί του αββά Φιλήμονος, (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Β’). Ο Φιλήμων, ο οποίος έζησε κατα το 600 μ.Χ. ανέφερε το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με».
Γιατί άραγε εντάχθηκε η Ευχή στην Αγία μας Παράδοση, μεταξύ όλων των γνωστών μας προσευχών, ως η αδιάλειπτη Καρδιακή Προσευχή, και όχι η προσευχή που προσφάτως επινόησε και πρότεινε ο Αρχιεπίσκοπος Σωτήριος στις 24.1.2021 - «Σε ευχαριστώ, Σε δοξάζω Κύριε, ελέησόν με»; Ποία η διαφορά μεταξύ των δύο αυτών προσευχών;
Κατ’αρχήν, ο Άγιος Θεοφάνης ο αναχωρητής θεωρούσε την Ευχή ως ισχυρότερη από τις υπόλοιπες προσευχές λόγω της δυνάμεως του Αγίου Ονόματος του Ιησού. Όταν ο Ιησούς ρώτησε τους μαθητές Του «Ποιός λένε οι άνθρωποι οτι είναι ο Υιός του ανθρώπου;» έλαβε διάφορες απαντήσεις από αυτούς, συμπεριλαμβανομένων του Ιωάννου του Βαπτιστού, του Προφήτη Ηλία, του Προφήτη Ιερεμία, και ενός άλλου προφήτη. Όμως όταν τους ρώτησε «Εσείς όμως ποιός λέτε ότι είμαι;» ο Σίμωνας Πέτρος έσπευσε με το «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος.» Τότε ο Ιησούς απάντησε «Μακάριος ει Σίμων..διότι αυτό δεν σου το απεκάλυψαν η σάρκα και το αίμα, αλλά ο Πατέρας μου στους ουρανούς» (Ματ. 16,13-18). «Διότι...κανείς δεν μπορεί να πει ότι ο Ιησούς είναι Κύριος, παρά μόνο με το Άγιο Πνεύμα» (1 Κορ. 12-3).
Έτσι βλέπουμε ότι το Άγιο Πνεύμα, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ομιλεί διαμέσω μας όταν ομολογούμε τον Ιησού ως Χριστό και ως τον Υιό του ζώντος Θεού, επειδή ο Υιός είναι το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος (δηλ. ο Θεός ο Ίδιος), και όχι κάποιος νεκρός (ψεύτικος) θεός, διότι υπάρχουν πολλοί ψευτο-θεοί τους οποίους άνθρωποι λατρεύουν και αποκαλούν «κύριο». Έτσι λοιπόν, όταν λέμε «Κύριε (δηλ. Θεέ) Ιησού Χριστέ (εκείνος που φέρει το χρίσμα), Υιέ Θεού...» μαρτυρούμε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός (ο φέρων το χρίσμα) και Θεός. Πλαισιvμένο σωστά, το όνομα του Ιησού φέρει τόση ισχύ, ώστε οι Πατέρες και Μητέρες της ερήμου, δεινά πειραζόμενοι από τα δαιμόνια, χρησιμοποιούσαν αυτή την Ευχή για να ενισχυθούν στους πνευματικούς τους αγώνες εναντίον των σκοτεινών δυνάμεων του Σατανά. Και εμείς λοιπόν, βιώνοντας την ζωή μας στην πνευματική έρημο του σημερινού κόσμου, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την Ευχή για να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας απο τους καθημερινούς πειρασμούς του πονηρού.
Το «Σε ευχαριστώ, Σε δοξάζω, Κύριε ελέησόν με» είναι μια προσευχή η οποία ΔΕΝ αναφέρει το όνομα του Ιησού, του Σωτήρα του κόσμου, αλλά και ούτε Τον αναγνωρίζει ως Θεό. Άρα, αποτελεί μία αποδυναμωμένη προσευχή για μια μάχη με τους δαίμονες οι οποίοι τρέμουν στο άκουσμα του ονόματος του Ιησού.
Δεύτερον, η Ευχή χρονολογείται ακόμα νωρίτερα από την εποχή που επισημαίνει η Wikipedia, διότι δεν πρόκειται για μια απλή η τυχαία εφεύρεση των εκκλησιαστικών μας Γερόντων του 5ου αιώνα. Όπως παρατηρούμε παρακάτω, η προέλευσή της χρονολογείται και από τον 1ο αιώνα, διότι συνδυάζει τρία ρητά της Αγίας Γραφής:
α) Τον Χριστολογικό Ύμνο του Αποστόλου Παύλου: «...ο Οποίος (Ιησούς) υπάρχων σε μορφή Θεού, δεν θεώρησε το ότι ήταν ίσος με τον Θεό σαν κάτι προς αρπαγμό (κλοπή), αλλά εκένωσε τον εαυτόν Του, έλαβε μορφή δούλου, και έγινε όμοιος προς τους ανθρώπους. Και βρισκόμενος σε μορφή ανθρώπου, εταπείνωσε τον εαυτόν Του, γενόμενος υπάκουος μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Για αυτό ο Θεός Τον υπερύψωσε, και Του χάρισε το υψηλότερο Όνομα από όλα τα ονόματα, για να κάμψει κάθε γόνατο στο όνομα του Ιησού, στον ουρανό, στην γη και στα καταχθόνια (υπό της γης), και κάθε γλώσσα να ομολογήσει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος εις δόξαν του Θεού Πατρός.» (Φιλ. 2,6-11)
β) Τον Ευαγγελισμό: «..και της είπε ο άγγελος, μη φοβάσαι Μαριάμ. Διότι βρήκες χάρη από τον Θεό. Και δες, θα συλλάβεις στην κοιλία σου, και θα τέξεις υιό, και θα καλέσεις το όνομά του Ιησού. Αυτός θα γίνει μέγας, και θα αποκαλεσθεί Υιός του Υψίστου, και θα του δώσει ο Κύριος ο Θεός τον θρόνο του Δαυίδ, του πατέρα Του, και θα βασιλεύσει...για πάντα, και η βασιλεία Του δεν θα έχει τέλος ποτέ...Το Άγιο Πνεύμα θα επέλθει επάνω σου, και η Δύναμη του Υψίστου θα σε επισκιάσει. Για αυτό, θα αποκαλείται Υιός του Θεού το άγιο [τέκνο] που θα γεννηθεί.» (Λκ. 1,30-35)
γ) Την Παραβολή του Τελώνου (αμαρτωλού φοροεισπράκτορα) και Φαρισαίου αφηγημένη από τον Ιησού τον Ίδιο: «και είπε την εξής παραβολή για κάποιους οι οποίοι είχαν την πεποίθηση ότι ήσαν δίκαιοι ενώ εξουθενούσαν τους υπολοίπους...Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ιερό να προσευχηθούν, ο ένας Φαρισαίος, και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος στέκοντας όρθιος, προσευχόταν στον εαυτό του (προς εαυτόν) τα ακόλουθα: Σε ευχαριστώ Θεέ, ότι δεν είμαι σαν τους λοιπούς ανθρώπους – άρπαγες, άδικοι, μοιχοί – η ακόμη σαν αυτόν εδώ τον τελώνη. Νηστεύω δύο φορές την εβδομάδα, αποδεκατώ τα πάντα όσα αποκτώ. Ο δε τελώνης, στεκόμενος μακρυά, ούτε τα μάτια του δεν ήθελε να σηκώσει προς τον ουρανό, αλλά χτυπούσε το στήθος του λέγοντας: Ο Θεός ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ (Ο Θεός δείξε μου έλεος [ελέησόν με], εμένα τον αμαρτωλό). Σας λέω οτί αυτός (ο τελώνης) επέστρεψε στο σπίτι του δικαιωμένος, και όχι εκείνος (ο Φαρισαίος). Ότι όποιος υψώνει τον εαυτόν του θα ταπεινωθεί, και όποιος ταπεινώνεται θα υψωθεί.» (Λκ. 18,9-14)
Σε αυτό το σημείο βλέπουμε ότι ο Ίδιος ο Ιησούς διδάσκει την Ευχή, και την συμπληρώνει με τις λέξεις «τω αμαρτωλώ». Παρατηρήστε ότι ο Ιησούς δεν διορθώνει την προσευχή του τελώνου. Δεν λέει ότι ο τελώνης θα έπρεπε να πει «Σε ευχαριστώ, Σε δοξάζω, Κύριε ελέησόν με». Αντιθέτως, μας λέει οτι ο τελώνης επέστρεψε στο σπίτι του δικαιωμένος, και ο δε Φαρισαίος, ο οποίος όντως ευχαρίστησε τον Θεό, αλλά με έναν υπερήφανο τρόπο, καυχόμενος για τις καλές του πράξεις, ΔΕΝ δικαιώθηκε. Αυτό σημαίνει ότι η Ευχή δεν περιορίζεται στο να έχει μεγάλη δύναμη εναντίον των δαιμόνων λόγω του ονόματος του Ιησού, αλλά επίσης έχει την δύναμη να μας γλιτώσει από την αμαρτία επειδή τα λόγια ομολογίας «ελέησόν με τον αμαρτωλό» περιέχουν μεγάλη ταπείνωση και μετάνοια.
Τρίτον, υπάρχουν πολλές άλλες παραπομπές στην Αγία Γραφή στις οποίες ο Ιησούς ο Ίδιος υποστηρίζει την Ευχή. Θυμηθείτε τον καθαρισμό των δέκα λεπρών... «και ερχόμενος σε ένα χωριό, Τον συνάντησαν δέκα λεπροί άνδρες, οι οποίοι στέκονταν από μακρυά, και φώναξαν λέγοντες Ιησού Επιστάτα, ελέησον ημάς.» (Λκ. 17, 12-13). Παρατηρήστε πως τον αποκαλούν με το όνομά του, Ιησού. Επίσης τον αποκαλούν Επιστάτη, που σημαινει Κύριος, η Θεός. Τον πλησιάσανε ζητώντας το θαύμα επειδή πρώτα αναγνωρίσανε ότι ο Ιησούς ειναι Θεός. Αυτή ήταν η δημόσιά τους ομολογία πίστης. Ο Ιησούς τους γιάτρεψε από την λέπρα τους, και παρατηρήστε ότι ΔΕΝ διόρθωσε τον τρόπο με τον οποίο Τον απεκάλεσαν. Δεν τους είπε «Όχι, μην λέτε το Ιησού Επιστάτα, ελέησον ημάς, αλλά καλύτερα πείτε το Σε ευχαριστούμε, Σε δοξάζουμε, Κύριε ελέησον ημάς, επειδή αυτό είναι το πιο σωστό..». Δεν το είπε αυτό καθόλου! Τους ίασε αμέσως, αλλά είχε βεβαίως την προσδοκία ότι θα ευχαριστούσαν τον Θεό έπειτα από την ίασή τους.
Σκεφτείτε και τον τυφλό ο οποίος ζητιάνευε παράπλευρα του δρόμου κοντά στην Ιεριχώ. Όταν άκουσε ότι ο Ιησούς περνούσε, φώναξε «Ιησού, Υιέ Δαυίδ, ελέησόν με. Και εκείνοι που προηγούνταν τον επετιμούσαν να σιωπήσει, αλλά εκείνος πιό πολύ φώναζε Υιέ Δαυίδ, ελέησόν με.» Ο Ιησούς σταμάτησε και τον ρώτησε «Τι θέλεις να κάνω για εσένα; Κύριε, να δω το φως μου (να αναβλέψω). Και ο Κύριος του είπε Ανάβλεψε! Η πίστη σου σε έσωσε. Και αμέσως ανέβλεψε, και ακολούθησε τον Ιησού, δοξάζοντας τον Θεό.» (Λκ. 18, 35-43)
Παρατηρούμε ότι ο Ιησούς ΔΕΝ διόρθωσε τον τυφλό ο οποίος Του απευθύνθηκε με αυτόν τον τρόπο, αποκαλώντας Τον Υιό του Δαυίδ, ο οποίος κατά τις προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης είναι ο Μεσσίας (ο Χριστός). Ο τυφλός δεν αποκάλεσε τον Ιησού «υιό του Ιωσήφ» όπως κάνανε κάποιοι άλλοι οι οποίοι δεν πιστεύανε ότι ήταν ο Μεσσίας. «δεν είναι αυτός ο γιός του μαραγκού (τέκτονος);» (Ματ. 13,55)... «και σκανδαλίζονταν από Αυτόν»(Ματ. 13,57). Αντιθέτως, ο τυφλός τον απεκάλεσε «Υιό του Δαυίδ». Χωρίς να μπορεί να διαβάσει επειδή ήταν τυφλός, ακόμα όμως και εκείνος γνώριζε οτι ο τίτλος «Υιός του Δαυίδ» πρόκειται για περιγραφή του Μεσσία που προέρχεται από την Παλαιά Διαθήκη, επειδή ο Θεός υποσχέθηκε στον Βασιλέα Δαυίδ ότι ένας από τους απογόνους του θα βασίλευε για πάντα. Ο Ιησούς γεννήθηκε στην Βηθλεέμ, την Πόλη του Δαυίδ, και κατά την επίγεια γενεολογία και τον Μωσαϊκό Νόμο, Τον κατανοούσαν ως τον υιό του Ιωσήφ, του μαραγκού, του οποίου ο πρόγονος ήταν ο Βασιλέας Δαυίδ. Στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, υπάρχουν έξι περιπτώσεις οπού αναφέρεται ο Ιησούς ως «Υιός του Δαυίδ».
Υπάρχουν αρκετές άλλες παραπομπές στις Γραφές που ονομάζουν τον Ιησού και βεβαιώνουν την Θεότητά Του. Ας εξετάσουμε μερικές από αυτές:
α) Μόλις συνάντησε τον Ιησού ο Ναθαναήλ ο Μαθητής, ανεφώνησε «Ραββί, Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού, Εσύ είσαι ο Βασιλέας του Ισραήλ!» (Ιω. 1, 49) και ο Ιησούς δεν τον διόρθωσε, διότι δεν υπήρχε τίποτα να διορθώσει.
β) Ο Απόστολος Παύλος, ο Απόστολος των Εθνών γράφει «και δεν υπάρχει σε κανέναν άλλον η σωτηρία, διότι δεν υπάρχει κανένα άλλο όνομα υπό του ουρανού που να έχει δοθεί στους ανθρώπους και δια του οποίου πρέπει να σωθούμε.»(Πρα. 4, 12). «η ανταμοιβή της αμαρτίας είναι ο θάνατος, το δε χάρισμα του Θεού η αιώνια ζωή, εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.» (Ρωμ. 6, 23). «Ότι εάν ομολογήσεις με το στόμα σου τον Ιησού ως Κύριο, και πιστεύσεις με την καρδιά σου ότι ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς, θα σωθείς.» (Ρωμ. 10, 9). «Και ό,τι πράξετε, εν λόγω η εν έργω, όλα κάντε τα στο όνομα του Κυρίου Ιησού, ευχαριστούντες τον Θεό δι’Αυτού.» (Κολ. 3, 17).
γ) Ο Απόστολος Πέτρος είπε στον χωλό ζητιάνο, «δεν έχω αργύριο και χρυσάφι, αλλά εκείνο που έχω σου το δίνω. Στο όνομα του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω και περπάτα!» (Πρα. 3, 6).
δ) Οι Ευαγγελιστές γράφουν – «Οι εβδομήκοντα-δύο επέστρεψαν με χαρά λέγοντες Κύριε και τα δαιμόνια υποτάσσονται σε έμας εν τω ονόματί Σου.»(Λκ. 10, 17). «Και τα πνεύματα τα ακάθαρτα, όταν τον είδαν, έπεφταν μπροστά του φωνάζοντας και λέγοντας ότι Εσύ είσαι ο Υιός του Θεού.» (Μαρ. 3,, 11). Επίσης «...άνθρωπος με πνεύμα ακάθαρτο μέσα του...φώναξε Τι έχεις με έμας Ιησού Ναζαρηνέ; Ήλθες να μας καταστρέψεις; Γνωρίζω ποιός Είσαι, ο Αγιος του Θεού. Αλλά ο Ιησούς τον επετίμησε λέγοντας, φιμώσου, και βγες από αυτόν!» (Μαρ. 1, 21-28)
ε) Ο Ίδιος ο Ιησούς είπε: 1) «Αμήν λέγω υμίν, ότι πριν γεννηθεί ο Αβραάμ, υπάρχω Εγώ.» (Ιω. 8, 58) καθορίζοντας έτσι οτι εΙναι το Δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τρίαδος, του Τριάδικου Θεού, ο Οποίος υπήρχε και πριν αρχίσει ο χρόνος. 2) Υποσχέθηκε επίσης «και ό,τι αν ζητήσετε στο όνομά μου, θα το κάνω για να δοξασθεί ο Πατέρας μέσω του Υιού.» (Ιω. 14, 13) ...3) Επίσης προφήτευσε «σημεία θα ακολουθήσουν εκείνους που έχουν πιστεύσει. Θα εκβάλλουν δαιμόνια στο όνομά μου, νέες γλώσσες θα μιλούν, και φίδια θα κρατούν στα χέρια τους, και ό,τι θανάσιμο και να πιούν δεν θα τους βλάψει...θα βάζουν τα χέρια τους επάνω στους αρρώστους, και θα γίνονται καλά.» (Μαρ. 16, 17-18)
Έτσι λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη, όχι μόνο είναι ορθή η Ευχή, αλλά δεν υπάρχουν άλλες λέξεις οι οποίες μπορούν να αντικαταστήσουν τις θεόπνευστες λέξεις «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Με αυτά τα λόγια ομολογούμε την πίστη μας ότι ο Ιησούς είναι ο Κύριος όλων, ότι είναι ο χρισμένος Μεσσίας (Χριστός) που ήρθε να σώσει τον κόσμο από την αμαρτία, ότι είναι εκ του Πατρός γεννηθής (Υιός του Θεού) και κατά συνέπεια ομοούσιος με τον Πατέρα, δηλαδή Θεϊκός. Εν συνεχεία, με το να λέμε το ανθρώπινο όνομά Του, Ιησούς, αναγνωρίζουμε και τις δυό Του φύσεις, ως Θεό και Άνθρωπο, η ως τον Θεάνθρωπο, που ετέχθη από την Παρθένο Μαρία για να ζήσει, να υποφέρει, και να υποστεί τον θάνατο ως άνθρωπος, για να σώσει την ανθρωπότητα. Ως ο μόνος τέλειος και αναμάρτητος άνθρωπος, έγινε ο Αρχιερέας μας, προσφέροντας τον εαυτόν Του στον σταυρό, ως την έσχατη θυσία για την εξιλέωση των αμαρτιών μας, και για να μας ξαναενώσει με τον Πατέρα. Ο Ίδιος έγινε και ο Θυσιαστής και η Θυσία. Όλα αυτά δεν κατορθώθηκαν από κανέναν άλλον, εκτός από τον Ιησού.
«...και από Ιησού Χριστού, ο μάρτυς και πιστός, ο πρωτότοκος των νεκρών, και ο άρχων των βασιλέων της γής. Αυτός που ...μας λύνει από τις αμαρτίες μας με το Αίμα Του.» (Αποκ. 1, 5) «Ότι υπάρχει ένας Θεός, και ένας μεσίτης του Θεού» (1 Τιμ. 2, 5) «Επειδή έχουμε μέγα αρχιερέα, που διήλθε τους ουρανούς, τον Ιησού, τον Υιό του Θεού, ας κρατήσουμε την ομολογία μας.» (Εβρ. 4, 14)
Η ομολογία μας είναι η Ευχή, η οποία υποστηρίζεται από στοίβες Αγίων Γραφών, η οποία περιέχει τόμους Ορθόδοξης θεολογίας, και μεγάλη δύναμη. Δεν ήταν απλά κάποιος τυχαίος «κύριος», ούτε ο Μωάμεθ, ούτε ο Αλλάχ, ούτε ο Βούδας, ούτε ο Βράχμα, ούτε κάποια άλλη θεότητα η οποία θανατώθηκε για εμάς και έθραυσε τις πύλες του Άδου (της κολάσεως). Μόνο ο σταυρωθείς Κύριος Ιησούς κατέστρεψε την ισχύ της Αμαρτίας και του Θανάτου, αλλά και το κράτος του Σατανά. Για αυτό ακριβώς τρέμουν οι δαίμονες με το όνομα Ιησού. Για αυτό οι Γέροντες της Αγίας Ορθόδοξης Εκκλησίας αδιαλείπτως προσεύχονται την Ευχή – για να απωθήσουν δαιμονικούς πειρασμούς και πνευματικές επιθέσεις, καλλιεργώντας ταπείνωση και ασταμάτητα καλώντας το όνομα του Ιησού.
Το να εκτοπίσουμε το όνομα του Ιησού, κρατώντας μόνο τον αόριστο όρο «κύριε», ενισχύει αρκετές απειλές που μπορούν εν συνεχεία να φθείρουν την Ορθόδοξή μας πίστη και ταυτότητα, και να θέσουν σε κίνδυνο την σωτηρία μας:
Πρώτον, η νεωτεριστική προσευχή προωθεί τον παγανιστικό και πολυθεϊστικό Οικουμενισμό, ο οποίος για πολλά χρόνια εστιάζει την προσοχή του αποκλειστικά σε «κοινά σημεία», με σκοπό την εξάπλωση ενός είδους «αγάπης» η οποία αγνοεί τις διαφορές και την Αλήθεια. Το «σε ευχαριστώ, σε δοξάζω, κύριε ελέησόν με» αποτελεί μια ουδέτερη προσευχή η οποία μπορεί με ευκολία να ειπωθεί από οποιονδήποτε Jain, εβραίο, ινδουιστή, ζωροαστρικό, μουσουλμάνο, η και οποιονδήποτε ειδωλολάτρη η εωσφορολάτρη. Αυτή η προσευχή δεν είναι μόνο ανορθόδοξη, αλλά και μη Χριστιανική.
Δεύτερον, αφαιρώντας το όνομα του Ιησού, καθιστά αντικατάσταση της Ομολογίας Πίστεως με μια Άρνηση Πίστεως. Φοβόμαστε η ντρεπόμαστε ξαφνικά να ταυτοποιούμαστε ως Χριστιανοί με το να λέμε το όνομα του Ιησού; Η άρνηση της πίστης απειλεί την σωτηρία μας! Ο Ιησούς είπε «...όποιος Με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους, θα ομολογήσω και Εγώ εκείνον εις τον Πατέρα μου στους ουρανούς. Αλλά όποιος με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, και Εγώ θα τον αρνηθώ στον Πατέρα μου στους ουρανούς» (Ματ. 10, 33-34)
Τριτον, με το να αφαιρούμε το όνομα του Ιησού, χιλιάδες χρόνια ιερών προφητειών, Βιβλικών διδασκαλιών, και Πατερικών δογμάτων απαξιώνονται και ανατρέπονται, αυθαίρετα, και χωρίς εύλογη αιτία. Αυτό είναι απαράδεκτο, εφ’όσον επιθυμούμε να κρατήσουμε μια Ορθόδοξη ταυτότητα. Στην Δευτέρα Παρουσία, όταν όλοι αναστηθούν, ακόμη και εκείνοι που ζήσαν πριν από εμάς, θα είναι πολύ δύσκολο να δικαιολογήσουμε – παρουσία του Θεού και των μαρτύρων Του – την οποιαδήποτε ανυπακοή στα λόγια του Αποστόλου Παύλου «διδαχαίς ποικίλαις και ξέναις μη παραφέρεσθε» (μην παρασύρεστε με διάφορες διδαχές οι οποίες είναι ξένες [από την Ορθή]) (Εβρ. 13, 9), ακόμη και εάν αυτές οι παράξενες διδασκαλίες προήλθαν από κάποιον με αξίωμα επισκόπου. Ας μην ξεχνάμε, ότι ιστορικώς, η πλειονότητα των αιρέσεων που καταπολεμήθηκαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία προήλθαν απο επίμονους επισκόπους!
Όσο περισσότερο κάποιος ψελλίζει την προτεινόμενη νεωτεριστική προσευχή αντί της Ευχής, τόσο και απομακρύνεται εκείνος από τον Ιησού, το Ορθόδοξο ήθος και την εκκλησιαστική συνείδηση, και τόσο πιο πολύ προσεγγίζει την αίρεση, «(διότι) αυτοί είναι ψευαδαπόστολοι, εργάτες δόλιοι, μετασχηματιζόμενοι σε αποστόλους του Χριστού. Και δεν αποτελεί θαύμα αυτό, διότι και ο Σατανάς μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός...και το τέλος αυτών θα είναι κατά τα έργα αυτών..» (2 Κορ. 11, 13-15)
Ελπίζω και προσεύχομαι ότι η νεωτεριστική προσευχή υπήρξε απλά μια στιγμιαία ολίσθηση κρίσεως εκ μέρους του Σεβασμιωτάτου κ. Σωτηρίου, και όχι μια ακόμη επίθεση εναντίον εκείνων που ακολουθούν την Αγιοπατερική Ορθόδοξη Παράδοση. Όσοι δεν ενδιαφέρονται για την Ορθόδοξη Παράδοση είναι απολύτως ελεύθεροι να φύγουν και να γίνουν μέλη σε οποιαδήποτε άλλη δικαιοδοσία όποτε το επιθυμήσουν...αλλά εμείς οι πιστοί, ΔΕΝ θα τους ακολουθήσουμε...
Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλό!