«Ο Θεός… έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού».
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
(Προς Κορινθίους Β΄ επιστολή, κεφ. 4:6-15)
Αν δεν υπήρχε το φως του ηλίου θα ήταν αδύνατος η ζωή στη γη. Μία από τις πρώτες πράξεις του Δημιουργού στην αρχή της δημιουργίας του κόσμου ήταν να διατάξει την εμφάνιση φωτός στην έως τότε σκοτεινή γη πριν ακόμα εμφανισθεί ο ήλιος στον ουρανό της. Η Γραφή μας πληροφορεί ότι στην πρώτη δημιουργική ημέρα: «Είπεν ο Θεός γεννηθήτω το φως και εγένετο φως» (Γεν. 1:3). Και έτσι ολόγλυκο φως ελάμπρυνε την έως τότε άμορφη γη. Στην τέταρτη δε δημιουργική ημέρα έδωσε ο Θεός διαταγή και εμφανίστηκε ο ήλιος στο στερέωμα της γης. Και έτσι διευκολύνθηκε, σύμφωνα με διαταγή του Θεού, η διαβίωση των θαλασσίων και χερσαίων φυτών και ζώων. Παράλληλα προς το ηλιακό φως υπάρχει και ένα άλλο ασύγκριτα πολυτιμότερο, το πνευματικό φως. Αυτό το πνευματικό φως εννοεί ο Απ. Παύλος γράφοντας: «Ο Θεός… έλαμψεν στις καρδιές μας και τις εφώτισε, όχι μόνο για να γνωρίσουμε εμείς, αλλά και για να μεταδώσουμε και στους άλλους φωτεινή και καθαρή τη γνώση της δόξης του Θεού, η οποία δόξα φανερώθηκε διά του Ιησού Χριστού».
Ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού πολλές φορές είχε ονομάσει τον εαυτόν Του φως όλης της οικουμένης. «Εγώ ειμί το φως του κόσμου». Και πρόσθεσε: «Ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήσει εν τη σκοτία, αλλ’ έξει το φως της ζωής (Ιωαν. 8:12). Ο ίδιος όμως είχε πει στους μαθητές Του ότι «υμείς έστε το φως του κόσμου». Τους είχε δώσει δηλαδή τη δυνατότητα και το δικαίωμα να είναι και αυτοί φώτα δεύτερα για τους ανθρώπους, που θα βρίσκονται στα σκοτάδια της πλάνης και της αμαρτίας. Και έτσι από το ένα μέρος παρουσιάζεται ο Ίδιος ο Κύριος ως το τέλειο και ολόλαμπρο φως και από το άλλο εξουσιοδοτεί τους μαθητές του, διά μέσου των αιώνων, να είναι δικό Του φως, «Φως Χριστού», για τους άλλους.
Πράγματι ο Χριστός υπήρξε το ασύγκριτο και απειροτέλειο φως του κόσμου με τη διδασκαλία Του και με το τέλειο παράδειγμά Του. Ούτε στο παρελθόν ούτε στο μέλλον θα παρουσιασθεί ποτέ τέτοιος διδάσκαλος. Βεβαίως ο Θεός είχε αναδείξει και αναδεικνύει σοφούς διά μέσου των αιώνων, αλλά κανείς από αυτούς και όλοι μαζί συγκεντρωμένοι δεν μπορούν ποτέ να φθάσουν ούτε καν να πλησιάσουν την άπειρη σοφία του Χριστού.
Ο Απ. Παύλος γράφει, ότι ο Χριστός είναι «Θεού δύναμις και Θεού σοφία». Διότι μέσα στον Χριστό κατοικούσε ολόκληρη η Θεότης (Κολ. 2:9). Κι ως Θεός είναι παντοδύναμος και πάνσοφος. Είχε στείλει ο Θεός προφήτες, δασκάλους και παιδαγωγούς στον Ισραηλιτικό λαό. Κανείς όμως από αυτούς δεν είχε διδάξει με τόση πληρότητα και καθαρότητα τη θεία αλήθεια.
Ο Ιησούς Χριστός εφανέρωσε σ’ εμάς τον Θεό Πατέρα ως πανάγαθο και στοργικό Πατέρα, που αγαπά όλους τους ανθρώπους και αυτούς ακόμη τους αμαρτωλούς και πονηρούς. Μας εφανέρωσε την αξία του ανθρώπου και μας είπε ότι: ούτε όλος ο κόσμος, ούτε όλα τα σύμπαντα δεν ημπορούν να ισοσταθμίσουν μία μόνη ψυχή. Δίδαξε σ’ εμάς τον τέλειο ηθικόν Νόμο όπως αυτός φαίνεται στην επί του Όρους ομιλία, στις παραβολές, στα θαύματά Του και στην επ’ ευκαιρία προς άτομα και πλήθη διδασκαλία Του, της οποίας χαρακτηριστικό γνώρισμα είναι η αγάπη. Αγάπη προς τον Θεό, που θα εκδηλώνεται με πίστη, σεβασμό, αφοσίωση και υπακοή σ’ Αυτόν και αγάπη προς τον άνθρωπο που θα εκδηλώνεται με καλά έργα, με συγχωρητικότητα και καλοσύνη προς αυτούς ακόμη τους εχθρούς μας. Όλα δε αυτά τα επικύρωσε με το αγιότατο παράδειγμά Του. Γι’ αυτό και είχε ‘πει στους μαθητές Του: «Υπόδειγμα γαρ δέδωκα υμίν, ίνα καθώς εγώ εποίησα υμίν, και υμείς ποιήτε» (Ιωάν. 13:15).
Συγκεφαλαιώνοντας όλο το έργο Του στην αρχιερατική προσευχή, που απηύθυνε προς τον Πατέρα είπε μεταξύ των άλλων: «εφανέρωσά σου το όνομα τοις ανθρώποις» (Ιωάν. 17:6). Και με τα λόγια αυτά διακήρυξε ο Θεάνθρωπος, ότι εφανέρωσε και αποκάλυψε στους ανθρώπους όσο χωράει στην ανθρώπινη διάνοιά τους τον Θεό Πατέρα και το θέλημά Του.
Τέτοιους εργάτες του Ευαγγελίου θέλει κατά το δικό του παράδειγμα διά μέσου των αιώνων. Να είναι φως στους γύρω τους ανθρώπους, αλλά προ παντός και κυρίως με το παράδειγμά Του. Όταν είχε πει στους μαθητές Του, ότι αυτοί θα ήταν φως του κόσμου, τόνισε ότι αυτό θα το κατόρθωναν με τα έργα τους, με το άγιο παράδειγμά τους. Είπε: «Ούτω λαμψάτω το φως ημών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι τα καλά υμών έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ. 5:14-16).
Ο Απ. Παύλος διδάσκει ότι από τα χείλη των Χριστιανών πρέπει να βγαίνουν πάντοτε «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, ει τις αρετή και ει τις έπαινος» (Φιλιπ. 4:8). Ποτέ να μη λησμονούμε ότι ένας αληθινός και συνεπής Χριστιανός είναι συγχρόνως και ένας εργάτης του ευαγγελίου. Γι’ αυτό όταν του δίνεται ευκαιρία -μάλλον να δημιουργεί ευκαιρίες- να μεταδίδει «Φως Χριστού».
Μόλις δε είναι ανάγκη να πούμε, ότι όλη η στάση του, η συμπεριφορά του, τα έργα του πρέπει να εξαγγέλλουν κάτι από το μεγαλείο και το θέλημα του Θεού. Πολλοί Χριστιανοί διδάσκουν τους άλλους και τους εμπνέουν προς το αγαθόν με την απλή παρουσία τους. Αυτοί οι άνθρωποι, μάλιστα δε οι εργάτες του Ευαγγελίου ακτινοβολούν και πρέπει να ακτινοβολούν χάρη Θεού στους γύρω τους. Θα είναι οι φορείς και οι διδάσκαλοι του Ευαγγελίου με το ενάρετο παράδειγμά τους. «Δείξον μοι την πίστη σου εκ των έργων σου» παραγγέλλει ο αδελφόθεος Ιάκωβος (β΄18). Αν τα έργα και το παράδειγμα δεν συμφωνούν με τη διδασκαλία, τότε ο εργάτης του Ευαγγελίου γίνεται όχι μιμητής του Χριστού αλλά μιμητής των Φαρισαίων. Τα λόγια τους, όσο καλά και αν είναι θα διαψεύδονται από το παράδειγμά τους και θα γίνονται αυτοί σκάνδαλο μέσα στην κοινωνία.
Μεγάλη η δωρεά του Θεού, που μας εφώτισε να γνωρίσουμε το θέλημά Του και μας έβαλε στο δρόμο της σωτηρίας και μας τρέφει με τη χάρη των Μυστηρίων Του. Επιτακτικό είναι το καθήκον μας να αξιοποιήσουμε για τον εαυτό μας τις ανεκτίμητες αυτές δωρεές, αλλά και συγχρόνως να γινόμαστε με τα λόγια μας και με τα έργα μας «Φως Χριστού» για τους γύρω μας.