Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

«Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική· το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου. Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου.» […] «Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου, με τα πρώτα λόγια του Ύμνου!» έγραφε το 1959 ο Οδυσσέας Ελύτης στο Άξιον Εστί συνοψίζοντας σε έναν στίχο την αδιάσπαστη σχέση της ελληνικής γλώσσας με την ιστορία, τον πολιτισμό και την ταυτότητά μας. Σήμερα, η Διεθνής Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας -9 Φεβρουαρίου- αποτελεί αφορμή όχι μόνο για εορτασμό αλλά και για στοχασμό πάνω στη διαχρονικότητα, την εξέλιξή και διατήρησή της.
Με πρωτοβουλία του Γενικού Προξενείου, τη στήριξη του πανεπιστημίου York, τη φιλοξενία της Ελληνικής Κοινότητας Τορόντο (ΕΚΤ) και την ευγενική φροντίδα των κυριών της Πρόνοιας πραγματοποιήθηκε εκδήλωση αφιερωμένη στην Παγκόσμια Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας και της Παγκόσμια Ημέρα Μητρικής Γλώσσας. Ο θεσμός που θεσπίστηκε το 2017, υπενθυμίζει τον αναντικατάστατο ρόλο της ελληνικής γλώσσας ως φορέα πολιτισμού και ιστορικής συνέχειας. Σε έναν κόσμο όπου η γλωσσική πολυμορφία συχνά υποχωρεί μπροστά στις σύγχρονες τάσεις, η ελληνική παραμένει μία από τις δύο αρχαιότερες ζώσες γλώσσες -μαζί με την κινεζική- συνεχίζοντας να εξελίσσεται και να προσφέρει στον παγκόσμιο πολιτισμό.
Στον χαιρετισμό που παρέθεσε στην ημερίδα η πρόεδρος της ΕΚΤ, Μπέτυ Σκουτάκη, υπογράμμισε τον ρόλο του ομογενειακού οργανισμού λέγοντας ότι «Από το 1909 μέχρι σήμερα, η κοινότητά μας παραμένει φωτεινός φάρος για τη διατήρηση της γλώσσας, της πίστης και των παραδόσεών μας». Εγκωμίασε τη διαχρονική προσφορά της κοινότητας στη δημιουργία σχολείων και εκκλησιών, επισημαίνοντας ότι «μόνο ενωμένοι μπορούμε να συνεχίσουμε να προωθούμε τη γλώσσα μας και τις αξίες μας στις επόμενες γενιές».
Ο Γενικός Πρόξενος της Ελληνικής Δημοκρατίας στο Τορόντο, Ιωάννης Χατζαντωνάκης, κατά την έναρξη της επιστημονικής ημερίδας για την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας, τόνισε τον θεμελιώδη ρόλο της ελληνικής γλώσσας ως συνδετικού κρίκου της ομογένειας ως φορέα ιστορίας, θρησκείας, αξιών και πολιτισμού στο εξωτερικό. Υπογράμμισε ότι «Η ενίσχυση της ελληνομάθειας αποτελεί βασική προτεραιότητα του Υπουργείου Εξωτερικών» επισημαίνοντας τη σημασία εκπαιδευτικών πρωτοβουλιών που διασφαλίζουν τη διατήρηση της γλώσσας στις νέες γενιές της διασποράς. Παράλληλα εξήρε τη συμβολή της διεθνούς ομογένειας στη θεσμοθέτηση της 9ης Φεβρουαρίου ως ημέρας αφιερωμένης στη διαχρονική συμβολή της ελληνικής γλώσσας στον παγκόσμιο πολιτισμό.
Αμέσως μετά η Πολιτιστική Σύμβουλος του Γεν. Προξενείου, Δρ. Μαριλένα Γρίβα, σημασιοδότησε πως η ελληνική γλώσσα με την πλούσια σε ιστορία και νοήματα αποτελεί ένα ζωντανό μνημείο πολιτισμού, ικανό να αποτυπώνει κάθε ήχο, κάθε αίσθηση, κάθε πτυχή της ανθρώπινης εμπειρίας. Η μοναδικότητά της αναδεικνύεται όχι μόνο μέσα από τις λέξεις και τις ρίζες της, αλλά και μέσα από τη διαχρονική της ικανότητα να ενσωματώνει, να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται. Από την εποχή της Οθωμανικής κυριαρχίας, όπου διατηρήθηκαν και ενσωματώθηκαν λέξεις έως τη σύγχρονη πραγματικότητα όπου η ελληνική γλώσσα συνομιλεί με το παγκόσμιο γλωσσικό τοπίο, παραμένει μια δύναμη πολιτιστικής συνοχής και ταυτότητας.
Η προλογική της εισήγηση εστίασε στη σημασία της διατήρησης και της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας, ιδιαιτέρως στον απόδημο ελληνισμό, καθώς η γλώσσα αποτελεί το ύψιστο στοιχείο διαμόρφωσης εθνικής ταυτότητας και φορέα διεθνούς πολιτισμού, καθιστώντας τη διαιώνισή της έργο ζωτικής σημασίας. Η επιστημονική ημερίδα για την Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας ανέδειξε αυτήν ακριβώς την αναγκαιότητα, προλογίζοντας εισηγήσεις που φωτίζουν τόσο τη γλωσσική μας κληρονομιά όσο και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η διατήρησή της. Από τη μελέτη των ελληνικών διαλέκτων, όπως του αρκαδικού ιδιώματος, έως την παρουσία της ελληνικής γλώσσας στον Καναδά, οι ομιλητές επιχείρησαν να καταδείξουν τον αδιάρρηκτο δεσμό μεταξύ γλώσσας, ταυτότητας, ιστορικής και πολιτιστικής συνέχειας.
Η ημερίδα διοργανώθηκε στις 22 Φεβρουαρίου, καθώς η 20η Φεβρουαρίου έχει καθιερωθεί από την UNESCO ως Παγκόσμια Ημέρα Μητρικής Γλώσσας, με σκοπό την προώθηση της γλωσσικής πολυμορφίας και της πολυγλωσσίας, τονίζοντας τη σημασία της διατήρησης των απειλούμενων γλωσσών. Παράλληλα, η Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας έχει θεσμοθετηθεί ως εορταστική ημέρα για τον ελληνισμό -συμπεριλαμβανομένης και της ελληνικής ομογένειας- από το υπουργείο Εξωτερικών, το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Εσωτερικών, γεγονός που υπογραμμίζει τη θεσμική της βαρύτητα και τον ρόλο της ως σημείου αναφοράς για τη διαφύλαξη της ελληνικής γλωσσικής, πολιτισμικής και πολιτιστικής κληρονομιάς.
Με δεδομένο ότι, σύμφωνα με την UNESCO, 1.800 γλώσσες αναμένεται να έχουν εξαφανιστεί μέχρι το τέλος του αιώνα, η διατήρηση και προβολή της ελληνικής γλώσσας αποτελεί συλλογικό χρέος.
Μεταξύ άλλων υπογράμμισε τη δράση του Ιδρύματος Ελληνικής Κληρονομιάς και των τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών φορέων του πανεπιστημίου του York και του Τορόντο αφού οι αγώνες για τη διατήρηση της γλώσσας μας είναι άρρηκτα δεμένοι με την επιχειρηματικότητα, την παιδεία και την κοινή μας πορεία ως έθνους αλλά γιατί η ελληνική γλώσσα δεν είναι απλώς μία από τις δύο αρχαιότερες του κόσμου αλλά είναι ένα ανεκτίμητο πνευματικό και πολιτιστικό κεφάλαιο, που οφείλουμε να διαφυλάξουμε.

Η Ελληνική Γλώσσα ως Πολιτισμική Κληρονομιά στον Καναδά
«Η ελληνική γλώσσα δεν αποτελεί απλώς ένα μέσο επικοινωνίας· είναι σύμβολο ιστορικής συνέχειας και γνώσης, θεμέλιο της ταυτότητάς μας», τόνισε ο Θέμης Αραβοσιτάς, καθηγητής Νέας Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, κατά την έναρξη της εκδήλωσης αφιερωμένης στη διατήρηση και διάδοση της ελληνικής γλώσσας στον Καναδά. Στο πλαίσιο της ομιλίας του, ανέδειξε τη συμβολή του Ιδρύματος Ελληνικής Κληρονομιάς, ενός οργανισμού που δεν διοικεί σχολεία αλλά συντονίζει και υποστηρίζει προσπάθειες για τη χρηματοδότηση δράσεων που αφορούν τη γλώσσα και τον πολιτισμό. Παράλληλα, έκανε αναφορά στην ίδρυση πανεπιστημιακών εδρών ελληνικών σπουδών, όπως αυτές στο Πανεπιστήμιο York και στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, υπογραμμίζοντας τη σημασία της πανεπιστημιακής διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας.
Αναφερόμενος στην έρευνα «Ελληνική Σκυτάλη», η οποία ολοκληρώθηκε και θα παρουσιαστεί επίσημα στις 10 Απριλίου, ο καθηγητής της Νέας Ελληνικής και Πολιτισμού υπογράμμισε πως καταγράφει τη σταδιακή υποχώρηση της ελληνικής γλώσσας στον Καναδά, φαινόμενο γνωστό ως γλωσσική μετατόπιση. «Η γλώσσα φθίνει, καθώς η δεύτερη και τρίτη γενιά δεν τη χρησιμοποιεί πλέον στο οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον» επισημαίνοντας ότι η πανδημία επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση. Παρά τις δυσκολίες, η έρευνα δεν στοχεύει μόνο στη διαπίστωση του προβλήματος αλλά και στη χάραξη στρατηγικής για την ενίσχυση της ελληνόγλωσσης εκπαίδευσης με τη συμμετοχή δασκάλων, μαθητών, γονέων και κοινοτικών φορέων. Καταλήγοντας τόνισε ότι «Η σκυταλοδρομία της γλώσσας μας απαιτεί συντονισμό, προσπάθεια και στρατηγική. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να παραδώσουμε την ελληνική γλώσσα στις επόμενες γενιές».

Σύγχρονη ελληνική διαλεκτική λεξικογραφία και διάσωση ιδιωματικού λόγου
Στο πλαίσιο της Διεθνούς Ημέρας της Ελληνικής Γλώσσας, η διάσωση των ελληνικών διαλέκτων αποτελεί μία επιτακτική πρόκληση για τη διατήρηση του γλωσσικού πλούτου. Και αυτό συμβαίνει και για τη διάλεκτο της Βορειοανατολικής Αρκαδίας. Η Φωτεινή Κουτσούγερα, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Γλωσσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Τορόντο, παρουσίασε την έρευνα της για την καταγραφή των ευρημάτων στο λεξικό που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Με ακαδημαϊκό υπόβαθρο στη Θεωρητική Γλωσσολογία και τη Φωνολογία, έχει αφιερώσει σημαντικό μέρος της έρευνάς της στη μελέτη των γλωσσικών ποικιλιών της ελληνικής, στη λεξικογραφία και στην κατάκτηση της γλώσσας. Το λεξικό της αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για τη γλωσσολογική κοινότητα και συμβάλλει ενεργά στη διάσωση και καταγραφή του ιδιώματος της Βορειοανατολικής Αρκαδίας.
Το «Λεξικό του Ιδιώματος της Βορειοανατολικής Αρκαδίας» αποτελεί ένα σπουδαίο έργο ανάλυσης και συστηματικής έρευνας για τη διατήρηση του ιδιώματος της περιοχής. Βασίζεται σε πρωτογενή έρευνα που στηρίχθηκε σε φυσικούς ομιλητές του ιδιώματος, το οποίο ομιλείται στο βόρειο τμήμα της πρώην επαρχίας Μαντινείας και στις παρυφές της Γορτυνίας. Περιλαμβάνει 4.200 λήμματα και περίπου 5.210 σημασίες, συγκεντρωμένα κυρίως μέσω επιτόπιας έρευνας και δευτερευόντως από υπάρχουσες γραπτές πηγές. Τα λήμματα τεκμηριώθηκαν σταδιακά ένα προς ένα από ομάδα φυσικών ομιλητών του ιδιώματος.
Εκτός από τη σημασιολογική επεξεργασία, κάθε λήμμα συνοδεύεται από φωνολογικές, μορφολογικές, συντακτικές και υφολογικές πληροφορίες. Επιπλέον, η χρήση των λημμάτων καθίσταται σαφής μέσω αυθεντικών χρηστικών παραδειγμάτων, φράσεων, στερεότυπων εκφράσεων, συνάψεων, καθώς και παροιμιών, γνωμικών και στίχων από δημοτικά τραγούδια της περιοχής. Ο πρόλογος του βιβλίου περιλαμβάνει επίσης μια σύντομη γραμματική του ιδιώματος, τη μεθοδολογία έρευνας που εφαρμόστηκε για τη συγκέντρωση και τεκμηρίωση του λημματολογίου, καθώς και αναλυτική περιγραφή της δομής του λεξικού.

Η ιστορική διαδρομή της ελληνικής γλώσσας στα Επτάνησα
Ο καθηγητής Ιστορίας του πανεπιστημίου της Υόρκης και πρόεδρος της έδρας Ιστορίας της Σύγχρονης Ελλάδας του Ιδρύματος Ελληνικής Κληρονομιάς (Hellenic Heritage Foundation-HHF), Σάκης Γκέκας, έκανε μία εκτενή αναφορά στη σημασία της Παγκόσμιας Ημέρας της Ελληνικής Γλώσσας και πως αυτή συνδέεται άρρηκτα με την πορεία της ελληνικής γλώσσας, ιδίως στην περιοχή των Επτανήσων, όπου η γλωσσική ταυτότητα συνυφάνθηκε με την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα του τόπου.
Η ιστορία των Επτανήσων παρουσιάζει ιδιαιτερότητες που τα τοποθετούν στο μεταίχμιο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Η γλωσσική εξέλιξη υπήρξε αποτέλεσμα ιστορικών γεγονότων που διαμόρφωσαν τόσο την εθνική συνείδηση όσο και τις πολιτικές επιλογές των κατοίκων. Καθοριστικής σημασίας υπήρξαν τρεις ιστορικές καμπές που επέδρασαν στη γλώσσα και την κοινωνία των Επτανήσων. Σύμφωνα με τον καθηγητή Ιστορίας του πανεπιστημίου του York, η Επανάσταση του 1821 ενίσχυσε την αίσθηση πατριωτισμού και αλληλεγγύης προς τους Έλληνες της ηπειρωτικής χώρας. Πολλοί Επτανήσιοι συμμετείχαν ενεργά στον Αγώνα, ενώ τα νησιά τους αποτέλεσαν καταφύγιο για πρόσφυγες. Η ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1830-1832, έγινε λιγότερο σαφές από ποιους ακριβώς οι Βρετανοί «προστάτευαν» τα Ιόνια Νησιά, τα οποία τελούσαν υπό την επιτήρησή τους μέχρι το 1864 ενώ το 1843, η παραχώρηση του πρώτου συντάγματος στο ελληνικό κράτος ενίσχυσε τις απαιτήσεις των Επτανησίων για θεσμική διακυβέρνηση με την ελληνική ως μοναδική επίσημη γλώσσα.
Ο αγώνας για την ελληνική γλώσσα συνδέθηκε στενά με τη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας, και όπως έχει επισημανθεί, δεν ήταν η γλώσσα που διαμόρφωσε την ταυτότητα των Επτανησίων αλλά η εθνική συνείδηση που οδήγησε στη σταδιακή αντικατάσταση της ιταλικής από την ελληνική. Η μετάβαση αυτή ξεκίνησε ήδη από το 1799, όταν το πρώτο σύνταγμα των Επτανήσων αναγνώρισε την ελληνική ως επίσημη γλώσσα. Το 1800, οι Ρώσοι, που ανέλαβαν την κυριαρχία στα νησιά, επέβαλαν τη χρήση της ελληνικής σε όλες τις διοικητικές αποφάσεις. Το 1817, με την έλευση των Βρετανών και την καθιέρωση του Καταστατικού Χάρτη, τέθηκε ρητά η πρόθεση αντικατάστασης της ιταλικής με την ελληνική γλώσσα στη δημόσια διοίκηση.
Παρά τις αντιστάσεις, η σταδιακή επικράτηση της ελληνικής γλώσσας επιταχύνθηκε. Από το 1823, οι νόμοι της Ιονίου Βουλής τυπώνονταν στα ελληνικά και ιταλικά, ενώ από το 1836 οι επίσημες ανακοινώσεις της κυβέρνησης εκδίδονταν και στις δύο γλώσσες, μέχρι την πλήρη επικράτηση της ελληνικής.
Στην Ιόνιο Βουλή, οι διαμάχες κορυφώθηκαν το 1833, όταν σε μία συνεδρίαση διαβάστηκαν στα ελληνικά τα πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίασης. Η πρωτοβουλία αυτή προκάλεσε αντιδράσεις, με κάποιους να υποστηρίζουν την αποκλειστική χρήση της ελληνικής, ενώ άλλοι επέμεναν στη διατήρηση της ιταλικής.
Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, όπως τόνισε, αναδεικνύεται και η μορφή του Διονυσίου Σολωμού, του ποιητή που συνδέθηκε όσο κανείς με τη γλώσσα και το εθνικό αίσθημα των Ελλήνων. Ο Σολωμός γεννήθηκε το 1798 στη Ζάκυνθο ως Διονύσιος Σαλαμών, γιος ενός Έλληνα ευγενούς και μιας νεαρής γυναίκας, υπηρέτριας στο σπίτι του πατέρα του. Η μόρφωσή του στην Ιταλία, στη Βενετία και την Κρεμόνα, διαμόρφωσε την πρώτη του ποιητική γραφή στα ιταλικά. Ωστόσο, η επιστροφή του στη Ζάκυνθο το 1818 και η συναναστροφή του με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη τον ώθησαν στη στροφή προς την ελληνική γλώσσα. Η συνειδητή επιλογή του Σολωμού να γράψει στα ελληνικά, παρά τις αρχικές δυσκολίες του, σηματοδοτεί τη δική του συμβολή στον γλωσσικό αγώνα των Επτανησίων.
Η ελληνική γλώσσα, που είχε τεθεί στο περιθώριο για αιώνες, αναγεννήθηκε ως έκφραση της εθνικής ταυτότητας. Η πορεία της στα Επτάνησα αποτυπώνει όχι μόνο μια γλωσσική αλλά και μια πολιτική διαδρομή, που συνδέεται με τον ευρύτερο αγώνα για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Ο Σολωμός, με τον «Ύμνο εις την Ελευθερίαν», δεν έγινε απλώς ο εθνικός ποιητής της Ελλάδας, αλλά και ο εκφραστής της ανάγκης για την αποκατάσταση της ελληνικής γλώσσας στην πολιτισμική και πολιτική ζωή του τόπου
«Τα όρια της γλώσσας μου είναι τα όρια του κόσμου μου», έγραψε ο τελευταίος «μύστης» της φιλοσοφίας Ludwig Wittgenstein στο μόνο φιλοσοφικό του έργο που έγραψε, το Tractatus Logico-Philosophicus, υπενθυμίζοντάς μας πως η γλώσσα δεν είναι απλώς εργαλείο επικοινωνίας, αλλά το ίδιο το πλαίσιο μέσα στο οποίο αντιλαμβανόμαστε και ερμηνεύουμε την πραγματικότητα.
Η ελληνική, με το βάθος, την ακρίβεια και τη φιλοσοφική της δύναμη δεν είναι μόνο μία γλώσσα αλλά είναι ένα «εργαλείο» να βλέπει κανείς τον κόσμο. Ζώντας, όμως, σε μία εποχή που οι λέξεις φθείρονται και οι νοηματοδοτήσεις χάνονται, η ευθύνη μας είναι να διατηρήσουμε το μεγαλείο της, όχι ως μουσειακό κειμήλιο, αλλά ως ζωντανό φορέα σκέψης, πολιτισμού και δημιουργίας. Διότι όσο βαθύτερα κατανοούμε τη γλώσσα μας, τόσο ευρύτερα διευρύνεται ο κόσμος μας και αποτυπώνουμε το Είναι μας στην ανθρώπινη ιστορία.

Posted 
February 28, 2025
 in 
Community
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.