Έντονες αντιδράσεις, από πλευράς κοινοβουλευτικών κομμάτων, προκάλεσε η απόσυρση του νομοσχεδίου περί στήριξης των επιχειρήσεων και αυτοτελώς εργαζομένων, με σκοπό να στηριχθεί η Οικονομία κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έξαρσης της νόσου COVID 19, μετά από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Υπενθυμίζεται ότι ο ΥΠΟΙΚ αιτιολόγησε την απόφαση αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «παρά τις προσπάθειες παραμένουν σημαντικές διαφορές με τα κόμματα και προκύπτουν νέες τροπολογίες που είτε αλλοιώνουν τη φιλοσοφία του Νομοσχεδίου είτε βρίσκονται καθαρά εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου στήριξης, το οποίο μας παρέχει τη δυνατότητα να καταρτίσουμε τέτοια σχέδια».
Ο ΔΗΣΥ υπεραμύνθηκε της απόφασης για απόσυρση του νομοσχεδίου, χαρακτηρίζοντάς την ως «πράξη ευθύνης» και σημειώνοντας ότι «η κυβέρνηση θα φέρει μέσα στις επόμενες μέρες προτάσεις που θα στηρίξουν περαιτέρω τις κυπριακές επιχειρήσεις, κυρίως τις μικρομεσαίες, τους εργαζομένους και την οικονομία του τόπου». Τονίζει δε ότι «δεν χάσαμε ποτέ, δεν θα χάσουμε ούτε τώρα, τον ορθολογισμό και την υπευθυνότητά μας για το καλό της κοινωνίας και της οικονομίας».
Στην αντίπερα όχθη το ΑΚΕΛ έψεξε την εν λόγω εξέλιξη, υποστηρίζοντας ότι «οι θιασώτες της «κυβερνώσας βουλής» τα έχουν με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες». Επεσήμανε ότι είναι «δικαίωμα της κυβέρνησης να αποσύρει το νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις» αλλά «είναι απαράδεκτο να κατηγορεί την κοινοβουλευτική πλειοψηφία επειδή διαφωνεί μαζί της». Υποστήριξε δε ότι «είναι έκφραση αυταρχισμού και ετσιθελισμού η κυβέρνηση να θεωρεί ότι όλοι είναι λάθος και ότι μόνο αυτή είναι σωστή».
Με τη σειρά του το ΔΗΚΟ υποστήριξε ότι «η απόσυρση του σχεδίου στήριξης της οικονομίας, λίγα εικοσιτετράωρα πριν αυτό τεθεί προς ψήφιση εξαιτίας, ουσιαστικά, της άρνησης της κυβέρνησης του ΔΗΣΥ ν’ αποδεχτεί αυτονόητες διαδικασίες διαφάνειας και ελέγχου, αποδεικνύει την αλαζονεία της εξουσίας που διακατέχει τους κυβερνώντες».
Η ΕΔΕΚ, από την άλλη, ξεκαθάρισε ότι δεν είναι αντίθετη με τον δανεισμό σε περίπτωση, όπου ικανοποιηθούν μια σειρά από προϋποθέσεις. Επιπρόσθετα επεσήμανε ότι «από τις 29 Μαρτίου όταν είχαμε το πρώτο νομοσχέδιο της Κυβέρνησης μέχρι και τις 8 Μαΐου, που κατατέθηκε το επικαιροποιημένο από πλευράς της κυβέρνησης, δεν υπήρξε καμία απολύτως διαβούλευση με την ΕΔΕΚ, τονίζοντας ότι «ως εκ τούτου οι όποιες επικρίσεις ας απευθυνθούν σε αυτούς με τους οποίους γινόντουσαν όλες αυτές οι διαβουλεύσεις για να επιτευχθεί η απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Το Κίνημα Οικολόγων Περιβαλλοντιστών επέκρινε την κυβέρνηση ότι «μπροστά στο ενδεχόμενο να υπάρχει μιας μορφής έλεγχος σε αυτή τη διαδικασία από την Ελεγκτική Υπηρεσία - που σύμφωνα με δήλωση του ίδιου του υπουργού Οικονομικών έχει ρίσκο για ζημιές εκατοντάδων εκατομμύριων ευρώ για το δημόσιο - η Κυβέρνηση αποφάσισε να αφήσει τις επιχειρήσεις και τους αυτοεργοδοτούμενους έρμαιο στα νύχια της κρίσης λόγω κορωνοϊού».
Από πλευράς Συμμαχίας Πολιτών αναφέρεται ότι «προκύπτουν πολλά ερωτήματα από την απόσυρση τελικά, από πλευράς Κυβέρνησης, του νομοσχεδίου που αφορούσε στις κρατικές εγγυήσεις για δάνεια μέσω τραπεζών». Επισημαίνεται ακόμη ότι η«Συμμαχία Πολιτών με τις τροποποιήσεις που κατέθεσε και έδωσε στη δημοσιότητα, σ’ ότι αφορά στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, αποσκοπούσε σε δικαιότερη κατανομή του κόστους της κρίσης καθώς και σε περισσότερη διαφάνεια και έλεγχο των τραπεζών κατά τη διαδικασία παραχώρησης δανείων».
Με τη σειρά της η Αλληλεγγύη εξέφρασε την γνώμη ότι «η κυβέρνηση εκδικητικά και με πρωτοφανή αυταρχισμό αποσύρει το νομοσχέδιο για τις κρατικές εγγυήσεις. Με στόχο να οδηγήσει τον λαό σε απόγνωση και να προκαλέσει οργή και δυσαρέσκεια ανάμεσα στους φτωχοποιημένους πολίτες, ρίχνοντας την ευθύνη αποκλειστικά στη Βουλή και στα κόμματα της αντιπολίτευσης».
Το ΕΛΑΜ καταληκτικά υποστήριξε ότι «η σημερινή απόσυρση του Νομοσχεδίου από την Κυβέρνηση αναδεικνύει την προχειρότητα που επιδεικνύεται σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα».