Share
Visit Us
email us
CLICK TO VIEW THE WHOLE PUBLICATION ONLINE

Η Γέννηση του Χριστού καθορίστηκε να εορτάζεται στις 25 Δεκεμβρίου κατά τη διάρκεια του Δ΄ αιώνα, αντί της 6ης Ιανουαρίου, που εορταζόταν αρχικά. Αυτό έγινε δεκτό, πρώτα στα έθιμα της Εκκλησίας της Ρώμης και, λίγο αργότερα, και σε εκείνα της Κωνσταντινούπολης. Παρά την αρχική αντίδραση στους αιώνες που ακολούθησαν, όλες οι χριστιανικές κοινότητες (με εξαίρεση τους Αρμένιους) υιοθέτησαν την εορτή της 25ης Δεκεμβρίου. Η Εκκλησία της Παλαιστίνης έμεινε πιστή στην εορτή της 6ης Ιανουαρίου μέχρι την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού (527-565).

Το σπήλαιο στη Βηθλεέμ
Την ημέρα του εορτασμού της Γεννήσεως του Χριστού, όπως μας πληροφορεί η προσκυνήτρια Αιθερία (τέλος Δ΄ αιώνα), μέσα στο ναό της Βηθλεέμ μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει μία ωραιότατη τελετή, που ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή λόγω του μεγάλου αριθμού των συμμετεχόντων αλλά και της εξαιρετικής διακόσμησης του ναού με πολύχρωμα παραπετάσματα, πολύτιμα λειτουργικά αντικείμενα και πλήθος κεριών.
Ήδη από τον Β΄ αιώνα, το Σπήλαιο της Γεννήσεως αποτελούσε τον πιο φημισμένο άγιο τόπο της Βηθλεέμ. Ακριβώς πάνω από το σπήλαιο οικοδόμησε ο μεγάλος Κωνσταντίνος οκταγωνικό ναό, που καταστράφηκε κατά τη διάρκεια της ανταρσίας των Σαμαρειτών (529). Ανακατασκευάστηκε επί Ιουστινιανού και στη θέση του οκταγωνικού ναού κατασκευάστηκε μεγάλη Βασιλική με πλούσια ψηφιδωτή διακόσμηση. Από κλιμακοστάσιο στα βόρεια του ναού μπορούσε κανείς να εισέλθει στο Σπήλαιο της Γεννήσεως, οι χώροι του οποίου μετασκευάστηκαν πολλές φορές στο πέρασμα του χρόνου.
Το υπέδαφος της Βασιλικής, όπως και σήμερα, αποτελούνταν από ένα πολύπλοκο σύνολο χώρων, σε κάθε μέρος από τους οποίους η φαντασία των ευσεβών προσκυνητών τοποθετούσε σιγά-σιγά, κάποιο από τα γεγονότα της Γέννησης. Ο ακριβής τόπος όπου έγινε ο τοκετός της Θεοτόκου, θεωρήθηκε ότι βρισκόταν στη βόρεια πλευρά του σπηλαίου μέσα σε μία κόγχη, όπου αργότερα χτίστηκε ένα θυσιαστήριο και πάνω του τοποθετήθηκε εικόνα με το άστρο της Βηθλεέμ. Λίγο πιο κάτω αναγνωρίστηκε η θέση της φάτνης του Χριστού. Αυτή αποτελούσε το κύριο λείψανο του ναού: ήταν μία λάρνακα από άργιλο, τοποθετημένη πάνω στον βράχο, και έφερε μαρμάρινη επένδυση. Ήδη, στα χρόνια του αγίου Ιερώνυμου (Δ΄ αιώνας) είχε αντικατασταθεί από ένα πιο πολύτιμο κιβωτίδιο με ασημένια και χρυσή επένδυση. Σύμφωνα με την παράδοση, η αρχαία φάτνη μεταφέρθηκε στο ναό της Santa Maria Maggiore της Ρώμης, ο οποίος φέρει και το όνομα Santa Maria ad Praesepem (=κοντά στη φάτνη). Παρόλα αυτά, οι προσκυνητές εξακολουθούσαν να θεωρούν ότι το λείψανο της φάτνης βρισκόταν μέσα στη μαρμάρινη επένδυση. Ο Ιωάννης Φωκάς, στο δεύτερο μισό του 12ου αιώνα, περιγράφει τη φάτνη ως ένα ορθογώνιο κιβώτιο, μέρος του οποίου μπορούσε να δει κανείς μέσα από μικρή τρύπα. Δημιουργήθηκαν και άλλες παραδόσεις, που εξαπλώθηκαν στον ισλαμικό πληθυσμό της χώρας, ο οποίος τιμούσε επίσης το γεγονός της Γεννήσεως του Χριστού (γνωστό από τη διήγηση του κορανίου): ο πέρσης περιηγητής ναζίρ-ι Χούσραφ, τον 11ο αιώνα, υποστήριζε ότι το κρεβατάκι του παιδιού βρέθηκε μέσα σε ένα υπόγειο τζαμί στην περιοχή του ιερού των Ιεροσολύμων.

Το φρέαρ του άστρου
Κάτω από το ιερό βήμα της Βασιλικής στα βόρεια του σπηλαίου της Γεννήσεως, υπήρχε μία στέρνα που ονομαζόταν «το φρέαρ του άστρου». Μέσα σε εκείνο το νερό -από το όποιο, σύμφωνα με την παράδοση, είχε αντλήσει η Παναγία για να ξεδιψάσει-συνέβαινε ένα εξαιρετικό θαύμα: κάθε ευσεβής άνθρωπος, όταν κοίταζε προς τα κάτω, μπορούσε να δει το άστρο να περνάει από τη μία μεριά στην άλλη. Το οκταγωνικό πηγάδι που διατηρείται σήμερα στη νότια πλευρά του ναού, πιστεύεται ότι αποτελούσε την απόληξη εκείνου του θαυματουργού πηγαδιού.
Στα πρώιμα χρόνια υπήρχαν πολλά προσκυνήματα συνδεδεμένα με τη Γέννηση σε όλη την πόλη της Βηθλεέμ, όπως «ο κάμπος των ποιμένων» δηλαδή ο τόπος όπου αναγγέλθηκε στους βοσκούς το χαρμόσυνο μήνυμα, «το φρέαρ της Παναγίας» στο Μπέιτ Σαούρ και «το σπήλαιο των Μάγων» εκεί, όπου οι τρεις βασιλείς σταμάτησαν κατά την επιστροφή τους. Στα μεταγενέστερα όμως χρόνια το προσκύνημα της Γεννήσεως συνδέθηκε αποκλειστικά με την ομώνυμη Βασιλική. Τον ΣΤ΄ αιώνα, ο μοναχός Ανταμάνους από την Ιόνα της Ιρλανδίας σημειώνει: «Πέρα από τον τοίχο» (δεν είναι σαφές αν εννοεί έξω από το ναό ή έξω από τα τείχη της πόλης) βρέθηκε ένας λίθος που θεωρούταν ιερός γιατί πάνω σε αυτόν η μαία Σαλώμη είχε χύσει το νερό από το λουτρό του βρέφους. Από εκεί άρχισε να αναβλύζει μία πηγή καθαρή και διαφανή και ο προσκυνητής Αρκούλφους, από τον οποίο αντλεί τις πληροφορίες του ο Ανταμάνους, τη χρησιμοποίησε για να πλύνει το πρόσωπό του. Πέντε αιώνες αργότερα, ένα ανώνυμο βυζαντινό κείμενο πιστοποιούσε ότι η μαία Σαλώμη δεν έχυσε το νερό, αλλά το απέκρυψε στη δεξιά πλευρά του σπηλαίου-δηλαδή στο νότιο μέρος-και από εκεί άρχισε να αναβλύζει ένα θαυματουργό μύρο, το οποίο η Μαρία Μαγδαληνή χρησιμοποίησε για να αλείψει τον Κύριο. Εκείνο το νερό, όπως πιστεύεται, προερχόταν από τη στέρνα που βρίσκεται μέχρι και σήμερα στην βορειοδυτική πλευρά του σπηλαίου.
Στην περίοδο της σταυροφόρικής κυριαρχίας, το υπέδαφος του ναού της Γεννήσεως φιλοξένησε και τον τάφο των αγίων Αθώων Παίδων, που αποτελούσαν τα σημαντικότερα λείψανα αγίων στη Βηθλεέμ και είχαν εντοπιστεί έξω από την πόλη. Πιο περίεργη ήταν η λατρεία, επίσης μέσα στο σπήλαιο, ενός τραπεζίου πάνω στο οποίο, σύμφωνα με πηγές του ΣΤ΄ αιώνος, η Παναγία είχε γευματίσει με τους Μάγους.
Οι προσκυνητές που κατέβαιναν στο σπήλαιο για να ασπαστούν το προσκύνημα της Γεννήσεως, προσπαθούσαν να πάρουν μαζί τους κάποιο λίθινο κομμάτι του ή λίγη σκόνη για να τα χρησιμοποιήσουν σαν φυλαχτό-επίσης συνήθιζαν να πίνουν θαυματουργό νερό από το πηγάδι του άστρου. Ένα άλλο σπήλαιο κοντά στο ναό, γνωστό μέχρι σήμερα ως «το σπήλαιο του γάλακτος», οφείλει την ονομασία του στο κατάλευκο σαν τυρί χρώμα του, όπως σημειώνει ο Βυζαντινός ποιητής Περδίκης από την Έφεσο. Σύμφωνα με την παράδοση, το σπήλαιο έγινε άσπρο όταν έπεσε εκεί μία σταγόνα από το γάλα της Παναγίας και, όπως πίστευαν, η λάσπη του σπηλαίου ήταν θαυματουργή για τις μητέρες που δεν μπορούσαν να θηλάσουν. Για τον λόγο αυτό, το επισκέπτονταν και οι γυναίκες της ισλαμικής κοινότητας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Βηθλεέμ θεωρούνταν ιερή και από τους μουσουλμάνους. Άραβες συγγραφείς, όπως ο αλ-Ισταχρή τον Ι΄ αιώνα, πιστοποιούσαν ότι η πόλη φιλοξενούσε το λείψανο της χουρμαδιάς η οποία, σύμφωνα με το Κοράνι (κεφάλαιο ΙΘ΄) είχε θρέψει με τους καρπούς της την Παναγία.

Posted 
December 23, 2022
 in 
 category

Join Our Newsletter and Get the Latest
Posts to Your Inbox

No spam ever. Read our Privacy Policy
Thank you! Your submission has been received!
Oops! Something went wrong while submitting the form.