17 Νοέμβρη 1973
γράφει ο Πλάτων Ρούτης proutis0107@rogers.com
Πέρασαν 48 ολόκληρα χρόνια που φαίνεται σαν χτες. Είμασταν παιδιά εικοσάρηδές τότε που η Αμερικανοκίνητη χούντα των συνταγματαρχών μας είχε κλείσει το φως στο μέλλον και η ζωή ήταν χλωμή. Μία μουντή ατμόσφαιρα σκέπαζε όλη την Ελλάδα και μόνο οι σπιούνοι και οι χωροφύλακες είχαν δουλειά μέσα σε εκείνο το σύστημα να μαρτυράνε και να βασανίζουν.
Η Ελλάδα βρισκόταν από τις 21 Απριλίου 1967 κάτω από τη διακυβέρνηση μίας κλίκας συνωμοτών. Καθάρματα που παρίσταναν τους πατριώτες ήταν αυτά τα πειθήνια όργανα των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ που ακόμα και στον ύπνο τους κυνηγούσαν κομμουνιστές. Αυτά τα φοβισμένα χουντικά ανθρωπάκια είχαν καταργήσει τις ατομικές ελευθερίες, είχαν διαλύσει τα πολιτικά κόμματα και είχαν εξορίσει, φυλακίσει και βασανίσει πολιτικούς και πολίτες με κριτήριο τις πολιτικές τους πεποιθήσεις.
Κάθε φωνή διαμαρτυρίας την έπνιγε η χούντα με συλλήψεις και φυλακίσεις μέχρι που εκδηλώθηκε η εξέγερση στις 14 Νοεμβρίου με κατάληψη του Μετσόβιου Πολυτεχνείου από φοιτητές και σπουδαστές. Ήταν μία μαζική και δυναμική εκδήλωση της λαϊκής αντίθεσης στο καθεστώς της Χούντας. Ο λαϊκός αλλά και ηρωικός αγώνας του Πολυτεχνείου δεν ήταν ένα ξαφνικό ξέσπασμα αλλά μία στιγμή που περιμέναμε να σκάσει η βαλβίδα και να ανοίξει από την πίεση του λαού και των προβλημάτων που είχαν συσσωρευτεί από την χούντα. Ήταν εκείνο το σημείο που η αντιδικτατορική πάλη που είχε ξεκινήσει με δυσκολίες στην αρχή και δυνάμωσε από το 1972 είχε φτάσει στο αποκορύφωμα της. Είχε φτάσει στο σημείο αυτό πατώντας στις θυσίες των νέων αγωνιστών αλλά και στο γεγονός ότι μετά το κλείσιμο των εξοριών και την απελευθέρωση των κομμουνιστών που είχαν πείρα στην οργάνωση της πάλης από παλαιότερα, αυτή η εξέγερση ξεκίνησε
Την πρώτη ημέρα της εξέγερσης, έξω από τα κάγκελα άρχισε και μαζεύετε πολύ κόσμος. Με τον ενθουσιασμό των φοιτητών με τα τραγούδια που έλεγαν και με τα συνθήματα ενάντια στους κρατούντες, έκανε τον κόσμο να πιστέψει πως η χούντα θα πέσει. Τα τραγούδια και τα συνθήματα των παιδιών που έβγαιναν έξω από τα κάγκελα του πολυτεχνείου, έδινε στον κόσμο το θάρρος να συνεχίσει την αλληλεγγύη και την συμπαράσταση στα παιδιά. Η αλληλουχία των εικόνων και των συνθημάτων οδηγούσαν σε ένα πρωτοφανές κρεσέντο αντίστασης και διαμαρτυρίας που δεν έχει ξανά υπάρξει τα τελευταία χρόνια που τα πλάκωνε η σκλαβιά και η τρομοκρατία της Χούντας.
Από τα μεγάφωνα του σταθμού που είχαν εγκαταστήσει οι φοιτητές στον γύρω χώρο άκουγες αυτή τη σπαραχτική φωνή του Δημήτρη (Μήτσου) Παπαχρήστου να καλεί τους στρατιώτες: «Είμαστε άοπλοι, είμαστε άοπλοι. Αδέλφια μας στρατιώτες δεν θα πυροβολήσετε τα αδέλφια σας. Δεν θα χυθεί Ελληνικό αίμα» και μετά να απαγγέλει τον Εθνικό Ύμνο.
Οι λοκατζήδες παρατεταγμένοι στο πεζοδρόμιο απέναντι από την πύλη, εικοσάχρονα παιδιά και αυτά κρατώντας τα όπλα που τους παράδωσε η πατρίδα να την φυλάνε και να την υπερασπίζονται, άκουγαν την έκκληση του Παπαχρήστου από τον ραδιοφωνικό σταθμό να μη σηκώσουν τα όπλα ενώ ο υπεύθυνος αξιωματικός με μία δυνατή φωνή που έμοιαζε κραυγή ζώου τους έλεγε ότι μέσα στο πολυτεχνείο είναι οι εχτροί της πατρίδας και ότι θα πρέπει να ρίξουν στο ψαχνό όταν τους δώσει την διαταγή. Δεν νομίζω να υπάρχει μεγαλύτερο ψυχολογικό μαρτύριο από αυτό και ένας πόλεμος μέσα στον εγκέφαλο αυτών των παιδιών.
Μέσα στους υπόγειους διαδρόμους της χούντας εκεί που υπήρχε η διαπλοκή και ο προβληματισμός για τον απόλυτο έλεγχο του κόσμου άρχισαν να ξεδιπλώνουν τα σατανικά τους σχέδια. Είχαν ήδη δημιουργήσει το φασιστικό Κόμμα 4ης Αυγούστου (Κ4Α) του περίφημου σημερινού ακροδεξιού Κώστα Πλεύρη που βοηθούσε τις δυνάμεις της αστυνομίας. Μία άλλη ομάδα από τραμπούκους συγκεντρώθηκε στη διασταύρωση των οδών Μπουμπουλίνας και Αλεξάνδρας. Μεταξύ της ομάδας αυτή ήταν και ο δεκαεξάχρονος τότε Νίκος Μηχαλολιάκος που χρόνια μετά έγινε αρχηγός της εγκληματικής «Χρυσής Αυγής». Η ομάδα αυτή μαζί και με άλλους φασίστες/εγκληματίες κατηγορήθηκε στη δίκη της «Χρυσής Αυγής» ότι πέρασαν μέσα στον χώρο και πυροβολούσαν διαδηλωτές από την ταράτσα του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως.
Οι εκδηλώσεις του κόσμου ενάντια στη χούντα αυξήθηκαν όχι μόνο στην Αθήνα στον χώρο του πολυτεχνείου άλλα γενικότερα και σε άλλα μέρη δημιουργήθηκαν συνθήκες εξέγερσης. Σε πολλούς δρόμους είχαν στηθεί οδοφράγματα και διεξάχθηκαν και οδομαχίες μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας. Ο ραδιοφωνικός σταθμός των φοιτητών από το πρόχειρο χειρουργείο καλούσε τον κόσμο να φέρει γάζες, επιδέσμους και αιμοστατικά.
Μία γυναίκα άνοιξε δρόμο ανάμεσα στον κόσμο, έφτασε μέχρι τα κάγκελα και έφερε στα παιδιά τα «γεμιστά» που είχε μαγειρέψει για την οικογένεια της. Άλλοι έφεραν κονσέρβες, άλλοι ψωμιά. Η τραπεζαρία των φοιτητών δούλευε και υπήρχε μία καθαριότητα και τάξη. Αυτά και άλλα προκάλεσαν τον τρόμο στους κρατούντες και μετρώντας το έχω τους πήραν την απόφαση και έκαναν την αποκοτιά και με την φωτιά και το σίδερο που είχαν στα χέρια τους διέταξαν τα τανκ και τον στρατό με τις μαύρες κάνες να κατέβει να πνίξει την εξέγερση των άοπλων παιδιών που το μόνο όπλο που είχαν ήταν ένα σταυρουδάκι κάτω απο το πουκάμισο του ήλιου. «Ο καθείς και τα όπλα του», που λέει και ο ποιητής.
«Κατέβασαν τα τανκς στην Αθήνα», άκουγες τον κόσμο να μιλάει μεταξύ τους. Η χούντα είχε ήδη φέρει τα τανκς από το Γουδί. Σε μία επίδειξη δύναμης κατέβασαν περισσότερα από 25 τανκς και έφτασαν σα να έπρεπε να κατακτήσουν ένα οχυρωμένο κάστρο και όχι ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα γεμάτο από άοπλα παιδιά που φώναζαν για λευτεριά.
Τα τανκς - Ήρθαν κυλώντας αργά, νωχελικά σαν αερικά, σχεδόν τα μεσάνυκτα. Ένα τέτοιο τεράστιο γκρίζο τέρας στάθηκε ακριβώς μπροστά στην πόρτα του Πολυτεχνείου. Είχε την μεγάλη του κάνη στραμμένη στη πύλη και με τον δυνατό του προβολέα έλουζε με το εκτυφλωτικό του φως τα παιδιά. Γύρω πίσσα σκοτάδι και τα παιδιά αυτά λουσμένα με το φως του προβολέα αναρριχώμενα επάνω στα κάγκελα της πύλης έμοιαζαν με τους αγγέλους της αναγέννησης βγαλμένα από πίνακα του Μιχαλάντζελο. Με δέος έβλεπαν τα παιδιά που ζούσαν τον τρόμο εκείνης της στιγμής το τέρας που φάνταζε σαν ο Κύκλωπας με ένα τεράστιο μάτι. Ακόμα και σήμερα αυτοί που είναι στη ζωή μιλούν για αυτόν τον προβολέα που σε τύφλωνε.
Απο το άνοιγμα του θηρίου εμφανίστηκε ένας αξιωματικός με ένα όπλο στα χέρια. Οι φοιτητές ικέτευσαν το στρατό να μη χρησιμοποιήσει βία και να μη τους χτυπήσει. «Είμαστε άοπλοι, είμαστε άοπλοι, αδέλφια μας στρατιώτες, πως είναι δυνατόν να σκοτώσετε τ ’αδέλφια σας». Ο ψυχρός αξιωματικός με παγωμένη έκφραση στο πρόσωπο του έβγαλε μία φωνή στρίγγλα που μόνο ένα θηρίο μπορούσε να βγάλει και φώναξε με λαλιά σαν το σφύριγμα του φιδιού από το τανκ ότι οι Ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν διαπραγματεύονται με αναρχικούς. (μόνο Ελληνικός δεν μπορούσε να θεωρηθεί αυτός ο στρατός). Μία ομάδα ανθρώπων στο απέναντι πεζοδρόμιο μπροστά στο ξενοδοχείο Ακρόπολη έκλαιγαν και πολλοί γονάτισαν και προσεύχονταν στο θεό να σταματήσει αυτή την τρέλα.
Το τανκ κοντοστάθηκε γύρισε την κάνη του ανάποδα και άρχισε να κάνει προς τα πίσω.
Νομίζαμε ότι πήρε διαταγή να αποχωρήσει. Ξαφνικά ο εκκωφαντικός θόρυβος απο τις μηχανές του έσκισε τον αέρα, πήρε φόρα και σαν άγριο θηρίο έπεσε πάνω στην πόρτα. Η κόλαση της θηριωδίας του Δάντη θα πρέπει να είναι τόσο αθώα μπροστά σε αυτό το θέαμα. Φωνές πόνου ανακατεμένες με κατάρες γέμισαν το περιβάλλον και έφτασαν μέχρι τα αυτιά του οδηγού Σκευοφύλακα. Ήταν αυτός που γκρέμισε την πύλη του Πολυτεχνείου και χρόνια μετά ο ίδιος οδηγός εξομολογήθηκε σε μια συνετευξη σε εφημερίδα. «Ντρέπομαι για αυτό που ήμουν, για αυτό που έκανα. Τότε αισθανόμουν ότι έκανα κάτι καλό, κάτι μεγάλο. Στους «μαυροσκούφηδες», στο Γουδί, είχα γίνει ο ήρωας που διέλυσε τους εχθρούς της πατρίδας, τα «παλιοκουμμούνια».
Τα παιδιά πέφτουν κάτω από την πύλη, υπάρχει ένας πανικός οι φοιτητές καλούσαν απελπισμένα από τα μεγάφωνα για ιατρική βοήθεια και ασθενοφόρα. Οι φωνές των πληγωμένων ακούγονται να σκίζουν τον χρόνο άφθαρτες για να μην υπάρξει η λήθη που μας θέλουν κάποιοι να ξεχάσουμε τους αγώνες του λαού μας.
«Και περάσανε μέρες πολλές μέσα σε λίγη ώρα και θερίσανε πλήθος τα θηρία».
Η ενέργεια αυτή του τανκ μπορεί να γκρέμισε την πύλη του πολυτεχνείου, δεν μπόρεσε όμως να γκρεμίσει τη θέληση της συντριπτικής πλειονότητας του Ελληνισμού να βάλει τέλος στην καταπίεση, να διώξει τη χούντα. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου έχει σημαδέψει το χρόνο. Είναι η ζώσα μνήμη που αντιστέκεται στη φθορά του χρόνου και σε κάθε μορφή εξουσίας. Το Πολυτεχνείο έχει υπάρξει αληθινά και ότι είναι αληθινό δεν γίνεται να χαθεί θα το βρούνε μπροστά τους όσοι δεν έχουν μνήμη και γνώση. Είναι σταθμός ανεφοδιασμού για την συνέχεια. Οι νέοι μπορούν και πρέπει σεβόμενοι την ιστορία του τόπου, να συνεχίσουν από εκεί που δεν μπορέσαμε να φτάσουμε εμείς.
Στις μέρες μας ο αντικομουνισμός οξύνεται και πάλι, με κάθε τρόπο και μέσο: Από το βήμα της Βουλής, μέσα από τις στήλες του αστικού Τύπου, με την εγκληματική δράση νεοναζιστικών συμμοριών, με την ανιστόρητη εξίσωση κομμουνισμού - φασισμού. Ο αντικομουνισμός, το μίσος για το ΚΚΕ, το εργατικό κίνημα, τους λαϊκούς αγώνες, δεν αφορούν στενά μόνο τους κομμουνιστές.
Η πείρα τόσο από τη δικτατορία του 1967 - 1974, όσο και διαχρονικά από την εγχώρια και διεθνή Ιστορία, καταδεικνύει πως ο αντικομουνισμός πήγαινε πάντοτε χέρι με χέρι με τη συνολικότερη επίθεση στις ελευθερίες, στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του εργαζόμενου λαού. Η Ιστορία διδάσκει ότι ο αντικομουνισμός αποτελεί κοινό χαρακτηριστικό του αστικού πολιτικού κόσμου και επομένως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί οριστικά χωρίς την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος, που τον γεννά. Το ίδιο ισχύει και για τη ριζική αντιμετώπιση των φασιστικών - ναζιστικών συμμοριών.
Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου φέρνουν στην μνήμη την φρίκη που πέρασαν οι αγωνιστές φοιτητές, όλοι οι κομουνιστές και οι ριζοσπάστες αγωνιστές που ύψωσαν το ανάστημά τους κατά της χούντας. Σε όλους αυτούς που αγωνίστηκαν και που αντιμετώπισαν όλα τα φρικτά βασανιστήρια στα μπουντρούμια της ασφάλειας, στις φυλακές και στις εξορίες και που πέρασε από επάνω τους όλο το μίσος που συσσωρεύεται στον άνθρωπο μέσα στον άρρωστο εγκέφαλο ενός τέρατος. Οι γιορτασμοί του Πολυτεχνείου όσο και να προσπαθούν η κυβέρνηση και αυτοί που αρνούνται ότι το Πολυτεχνείο υπήρξε, οι Έλληνες όπου γης δεν θα ξεχάσουν και δεν θα αρνηθούν την ιστορία τους. Όπως τιμάμε τους ηρωικούς αγώνες του λαού μας, έτσι και οι αγώνες του Πολυτεχνείου έχουν τη δική τους θέση στην ιστορία του λαού.
Μερικοί επώνυμοι σήμερα, (Αλλά ευτυχώς λίγοι) εξαργύρωσαν τις περγαμηνές του πολυτεχνείου για μία κάποια αναγνώριση, για κάποιο αξίωμα. Αυτοί χάθηκαν στον κουρνιαχτό του συμβιβασμού. Αυτοί δεν χωράνε μέσα στον κατάλογο αυτών των ανθρώπων που αγωνίστηκαν ενάντια σε ένα παντοδύναμο κρατικό μηχανισμό, ενάντια σε ένα απάνθρωπο σύστημα. Που αγωνίστηκαν για να έρθει ένας άλλος κόσμος με δικαιοσύνη και ελευθερία. Είναι αυτοί οι ίδιοι ή η συνέχιση αυτών που είναι παρόντες στους καθημερινούς αγώνες του λαού. Στις απεργίες των εργατών ενάντια στην εκμετάλλευση, στις εργατικές συνελεύσεις, στους καθημερινούς αγώνες, είναι αυτοί που χαράζουν την ιστορία του μέλλοντος για τον λαό.