γράφει ο Πλάτων Ρούτης
Ο Μάρτης του 1821 είναι συνδεδεμένος με την Ελληνική επανάσταση ενάντια στην Οθωμανική αυτοκρατορία μετά απο 400 περιπου χρόνια σκλαβιάς. Από αυτό τον ξεσηκωμό το δίδαγμα της επανάστασης του ‘21 παραμένει επίκαιρο και μοναδικό για τον ηρωισμό και την αυτοθυσία χιλιάδων και χιλιάδων απλών ανθρώπων. Είναι επίκαιρο το δίδαγμα αυτό της επανάστασης τότε που αυτή πραγματοποιήθηκε όταν οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες ωρίμασαν, τότε που η ανερχόμενη αστική τάξη ηγήθηκε της εθνικοαπελευθερωτικής επανάστασης που είχε αστικό περιεχόμενο σε μία επανάσταση και ένα αγώνα για την απελευθέρωση από τον οθωμανικό φεουδαρχικό ζυγό και την διαμόρφωση του δικού της έθνους-κράτους. Η επιτυχής έκβαση του αγώνα της απελευθέρωσης ειναι ταυτόσημη με την γέννηση της αστικής ταξης στην Ελλαδα που ξέφευγε απο το κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο της φεδουαρχείας.
Ο απόηχος της Γαλλικής Επανάστασης το 1789 με τα μυνήματα περί Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Ρουσώ, Βολταίρος), Ορθολογισμού (Καρτέσιος), αγγίζει το πρόβλημα της κατεχόμενης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία Ελλάδας, και διαμορφώνει νέα κοινωνικοπολιτικά κριτήρια στον υπάρχοντα, εντός και εκτός συνόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, Ελληνισμό. Μέσα στα επόμενα τριάντα χρόνια μεθοδεύεται η ιδέα της Απελευθέρωσης και της Επανάστασης.
Υπάρχει μια πλούσια ιστοριογραφία απομνημονευμάτων λαϊκών αγωνιστών (Κολοκοτρώνη, Περραιβού κ.ά.), τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, η “Ελληνική Νομαρχία”, μελέτες του Κορδάτου και του Βαλέτα, τα καυστικά κείμενα του Γιάννη Σκαρίμπα, αλλά και ξένων ιστορικών, όπως του Φίνλεϊ, που προσεγγίζουν την πραγματική διάσταση του ζητήματος και προβάλλουν, πέρα από τον εθνικοαπελευθερωτικό (που έτσι κι αλλιώς υπήρχε) και τον ταξικό-κοινωνικό χαρακτήρα της επανάστασης. Στα κείμενα αυτά μπορούμε να δούμε τον αντιδραστικό ρόλο της Εκκλησίας και των κοτζαμπάσηδων, την υπονόμευση του αγώνα από μερίδα της ελληνικής αστικής τάξης που έφτασε μέχρι και την ανοιχτή προδοσία, αλλά και τον ηρωικό αγώνα απλών λαϊκών αγωνιστών που κατάφεραν εμπνευσμένοι από την πρόσφατη γαλλική επανάσταση, σε πολλές περιπτώσεις, να κυριαρχήσουν (σε τοπικό επίπεδο) και να θέσουν (έστω και πρόωρα) ζήτημα λαϊκής εξουσίας.
Η κοινωνική σημασία της επανάστασης του 1821 του Γ. Κορδάτου εστίαζε στον αστικό χαρακτήρα της επανάστασης με την έννοια ότι η επανάσταση πραγματοποιήθηκε από ένα μέρος της Ελληνικής αστικής τάξης. Αν και θεωρεί πως οι αστοί τελικά ηττήθηκαν στην επανάσταση από τους κοντζαμπάσιδες, ωστόσο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1880 επιτεύχθηκε σταδιακά η ολοκλήρωση του αστικού μετασχηματισμού του νέου ελληνικού κράτους.
Το 1821 δεν υπήρχε “εθνική ομοψυχία”. Υπήρχαν και Ελληνες που εχθρεύονταν την επανάσταση, υπερασπίζονταν το παλιό κοινωνικό καθεστώς, το Οθωμανικό σύστημα και την εξουσία του Σουλτάνου γιατί αντλούσαν προνόμια από αυτό. Ολοι αυτοί καλλιεργούσαν τη μοιρολατρία, τρομοκρατούσαν το λαό, με εκβιασμούς, ότι ο ξεσηκωμός του θα είναι μάταιος και θα τον οδηγήσει στην καταστροφή. Απαιτούσαν πίστη και υποταγή στην “Ιερή Συμμαχία” των δυναστών.
Η ηγεσία της επίσημης εκκλησίας και στον ελλαδικό χώρο, όπως και το Φανάρι, ήταν εχθρός της Επανάστασης. Ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας» «Ανώνυμος Ελλην», «ξεσκεπάζει και μαστιγώνει αλύπητα τους εχθρούς της Επανάστασης, τους εκμεταλλευτές του λαού, τον κλήρο, τους Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες», (Νίκου Μπελογιάννη, «Κείμενα από την απομόνωση»). Είναι επίσης χαρακτηριστικοί οι διάλογοι του Παπαφλέσα με τους κοτσαμπάσηδες και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στο Αίγιο, (τότε Βοστίτσα), στις 26 Γενάρη 1821, όταν ως πληρεξούσιος του Αλέξανδρου Υψηλάντη τους συνάντησε στο σπίτι τού Αντρέα Λόντου, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην Επανάσταση. Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, αρνιόταν την επανάσταση ρωτώντας: «Πού πολεμοφόδια; Πού όπλα; Πού χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός πεπαιδευμένος; Πού στόλος εφοδιασμένος;». Για να καταλήξει: «... Αλλ’ εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητας έχομεν, διά να πιστεύσωμεν όσα λέει ο Δικαίος (Παπαφλέσας) και όσα γράφει ο Υψηλάντης;». Ενώ ο Σωτήρης Χαραλάμπης είπε:«... πιστεύω πως η Ρωσία, όπου έχει την ίδια θρησκεία μ’ εμάς, θα συντροφέψει τον Υψηλάντη με στρατεύματα... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα παραδοθούμε; Ποιον θα ‘χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα δε θα μας ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! (σ.σ. αυτός ήταν ο Νικήτας Φλέσσας, αδελφός του Παπαφλέσσα). Κάλλιο οι Τούρκοι κι ο ραγιάς υπόδουλος, παρά λεύτερο έθνος με το λαό να ‘χει δικαιώματα»! Αυτό ήταν το πραγματικό τους πρόβλημα. Ο επαναστατημένος λαός, με τα όπλα, θα αφαιρούσε τα προνόμια των κοτσαμπάσηδων, θα αποκτούσε ο ίδιος δικαιώματα.
Αλλά ο Παπαφλέσας τούς δίνει την πρέπουσα απάντηση: «Η επανάσταση είτε θέτε είτε όχι θα γίνει! Πάρτε το απόφαση. Αν εσείς γυρεύετε να την εμποδίσετε, εγώ πήρα προσταγή από την Αρχή να ξεσηκώσω το λαό και να την κάνω. Και τότες όποιον βρουν ξαρμάτωτο οι Τούρκοι, ας τον κόψουν...». Για να του ανταπαντήσει ο Παλαιών Πατρών Γερμανός: «Είσαι απατεώνας, άρπαγας, εξωλέστατος!» (Αμβρόσιος Φραντζής «Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδας, τ.α΄ σελ. 98).
Η 25η Μάρτη θεωρείται από το επίσημο κράτος ως ημερομηνία έναρξης της Ελληνικής εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης των Ελλήνων στα 1821, αν και στις 21 Μάρτη ο Κολοκοτρώνης απελευθέρωνε την Καλαμάτα. Αλλά η συγκεκριμένη ημερομηνία, δοσμένη από την αστική ιστοριογραφία, δεν έχει σχέση τόσο με αυτό που η ιστοριογραφία γενικά καταγράφει ως επέτειο των ιστορικών γεγονότων. Θα μπορούσε π.χ. να είναι ένα άλλο γεγονός που προηγήθηκε ή διαδραματίστηκε αργότερα από την 25η Μάρτη, στα πολλά γεγονότα κρίκους της ελληνικής επανάστασης. Η συγκεκριμένη ημερομηνία σηματοδοτεί αυτό που η άποψη της «επίσημης» από το κράτος ιστορίας, θεμελιώνει ως γεγονός έναρξής της. Δηλαδή, την ημερομηνία που, σύμφωνα με την αστική ιστοριογραφία, η «σημαία της επανάστασης υψώθηκε από το δεσπότη Παλαιών Πατρών Γερμανό». Και φαίνεται να επιλέχτηκε, από την κυρίαρχη, μετά τη νίκη της Επανάστασης, τάξη, για το συμβολισμό της εθνικοαπελευθερωτικής εξέγερσης και της δημιουργίας του ελληνικού κράτους, θέλοντας να επιβάλει σ’ αυτό το συμβολισμό και τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας στην επανάσταση.
Υπάρχουν, βεβαίως, διαφορετικές απόψεις για το συγκεκριμένο θέμα. Μια άποψη είναι αυτή που θεωρεί ότι το γεγονός της «σημαίας στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό» είναι ανύπαρκτο. Είναι και η πιο αντικειμενική. Αλλη άποψη αναφέρει ότι ο δεσπότης αναγκάστηκε από τον Παπαφλέσα, με το πιστόλι, να «σηκώσει τη σημαία». Σημασία, όμως, έχει ότι η κυρίαρχη μετά την Επανάσταση τάξη χρειαζόταν και την ορθόδοξη εκκλησία ως ένα στοιχείο του δικού της εποικοδομήματος που θα επιδρούσε στη δημιουργία υποταγμένης σ’ αυτήν συνείδηση στις λαϊκές μάζες.
Ανεξάρτητα από τις διαμάχες και δολοπλοκίες με τους ηγέτες της επίσημης εκκλησίας, ο λαός απέκτησε με την πείρα του εμπιστοσύνη σε αυτόν τον αγώνα που τον τράβηξε κυρίως η αγροτική φτωχολογιά και τα λαϊκά στρώματα. Αντιλήφθηκε το μέγεθος της δύναμης που έχει και έκανε έναν αγώνα άνισο με την δύναμη που είχε ο εχθρός. Μέσα από τον αγώνα των επαναστατημένων Ελλήνων ξεφύτρωσαν και οι ηγέτες του. Οι μεγάλες μορφές των ηγετών της επανάστασης με τον ηρωισμό τους και με την απαράμιλλη γεναιότητα τους δικαίως πήραν τον τίτλο του αρχηγού. Δυστηχώς για την Ελληνική πραγματικότητα και για τα συμφέροντα που ήταν μακριά απο τα συμφέροντα του Εθνους οι ήρωες της επανάστασης ή δολοφονήθηκαν απο Ελληνες ή έπεσαν νεκροί πολεμώντας παλληκαρήσια τον εχθρό.
Ο Ανδρούτσος που ηττήθηκε, αιχμαλωτίστηκε και φυλακίστηκε στην Ακρόπολη της Αθήνας. Λίγο αργότερα δολοφονήθηκε.
Ο Κολοκοτρώνης παραδόθηκε και φυλακίστηκε στην Ύδρα.
Στη μάχη στο Μανιάκι οι Ελληνεςς ηττήθηκαν και ο Παπαφλέσας σκοτώθηκε (29 Μαϊου 1825)
Το 1827 Ο Καραϊσκάκης πέτυχε μεγάλη νίκη στην μάχη του Κερατσινίου άλλα στο Φάληρο τραυματίστηκε θανάσιμα και υπέκυψε.
Παραθέτουμε ένα μέρος από τα γράμματα που έστειλε ο Ανδρούτσος στους προεστούς.
«Τα γράμματά μου τη σήμερον δεν πέμπονται παρά εις όσους φρονούν καλά διά τη σωτηρίαν της Πατρίδος. Πρέπει λοιπόν να λείψουν από το γένος μας τα κρυφά, και σαν αληθινοί πατριώται να κηρύττωμεν την αλήθειαν εις όλους χωρίς κανένα φόβον. Εκείνοι όμως που λυσσιάζουν διά αξιώματα ας γράφουν διπλωματικά, ας λέγουν κρυφά και ας προσπαθή να γελά ο ένας τον άλλον. Αυτοί είναι σαν πανούκλα εις την Ελλάδα και πρέπει ο λαός να χωρισθή απ’ αυτούς και να τους κάμη κουτουμάτζια (κάθαρση) διά να μην μολευθούμεν όλοι μας και χαθούμεν.» Οδυσσέας Ανδρούτσος
Ο μήνας Φεβρουάριος (με το νέο ημερολόγιο) είναι ο γενέθλιος μήνας του Ελληνικού Κράτους, καθώς τον συγκεκριμένο μήνα – και για την ακρίβεια στις 3 του μηνός – το 1830 αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία του. Η συνθήκη με την οποία συνέβη αυτό είναι το Πρωτόκολλο του Λονδίνου. Πρόκειται για ένα ιστορικό κείμενο, που υπογράφηκε από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής εκείνης (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία) και με τα 11 άρθρα του διευθετούσε το «ελληνικό ζήτημα». Το εν λόγω πρωτόκολλο, που επιδόθηκε στις ελληνικές και τις οθωμανικές αρχές τον Μάρτιο του ίδιου έτους, διακήρυξε την πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας, πράξη η οποία συνιστούσε διεθνή αναγνώριση του Ελληνικού Κράτους και κατά συνέπεια έθετε ως δεδομένη την ίδρυση και την έναρξη της ύπαρξής του.