H 1η Μαΐου καθιερώθηκε ως η Παγκόσμια Ημέρα των Eργατών στις 20 Ιουλίου 1889 κατά τη διάρκεια του ιδρυτικού συνεδρίου της Δευτέρας Διεθνούς στο Παρίσι, σε ανάμνηση του Μακελειού του Σικάγο το 1886, όπου η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά εργατών που διαμαρτύρονταν υπέρ της διεκδίκησης της οκτάωρης εργασίας και καλύτερων εργασιακών συνθηκών. Ωθούμενοι από τις πετυχημένες διεκδικήσεις Καναδών συντρόφων τους, τα εργατικά συνδικάτα των ΗΠΑ αποφάσισαν την έναρξη απεργιακών κινητοποιήσεων την 1η Μαΐου 1886.
Βασικό τους αίτημα αποτελούσε το οκτάωρο, καθώς την περίοδο εκείνη δεν υφίστατο στις ΗΠΑ κανονιστικό εργασιακό πλαίσιο και οι εργαζόμενοι αναγκάζονταν να εργάζονται αμέτρητες ώρες, ακόμα και Κυριακές. Στη δυναμική πορεία του Σικάγο έλαβαν μέρος περισσότεροι από 90.000 εργαζόμενοι, ενώ περίπου 350.000 εργάτες από 1.200 εργοστάσια συμμετείχαν στην απεργία.
Οι βίαιες συμπλοκές έλαβαν χώρα τρεις μέρες αργότερα, στις 4 Μαΐου, στην πλατεία Χέιμαρκετ του Σικάγο, κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης προς συμπαράσταση των απεργών, στην οποία συμμετείχαν ενεργά μέλη του αναρχικού κινήματος. Παρά τον ειρηνικό χαρακτήρα της πορείας, η αστυνομία έλαβε την εντολή να διαλύσει με τη βία την κινητοποίηση.
Στις συμπλοκές που ακολούθησαν, άγνωστος από το πλήθος πέταξε προς τις αστυνομικές δυνάμεις μία χειροβομβίδα, η οποία εξερράγη, σκοτώνοντας έναν αστυνομικό και τραυματίζοντας δεκάδες.
Σε απάντηση, οι αστυνομικοί άρχισαν να πυροβολούν τους συγκεντρωμένους, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τέσσερις διαδηλωτές και σημαντικός αριθμός τους να τραυματιστεί. Στη συμπλοκή έχασαν τη ζωή τους και άλλοι έξι αστυνομικοί από πυρά, χωρίς να εξακριβωθεί η προέλευσή τους. Την προηγούμενη μόλις ημέρα, επιπλέον 4 διαδηλωτές είχαν σκοτωθεί από τις αστυνομικές δυνάμεις.
Οκτώ συνδικαλιστές καταδικάστηκαν σε απαγχονισμό για τη βομβιστική επίθεση που προκάλεσε το θάνατο του αστυνομικού. Μοναδικό επιχείρημα του εισαγγελέα, Τζούλιους Γκρίνελ, εναντίον τους ήταν η ενθάρρυνση του άγνωστου βομβιστή από τους λόγους που εκφώνησαν. Ως εκ τούτου, κρίθηκαν ένοχοι για συνωμοσία και θανατώθηκαν.
Η ελληνική Πρωτομαγιά
Η πρώτη ελληνική κινητοποίηση πραγματοποιήθηκε το 1893 από τον Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Σταύρου Καλλέργη. Περίπου 2.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο Παναθηναϊκό Στάδιο και διαδήλωσαν υπέρ της οκτάωρης εργασίας, της καθιέρωσης της Κυριακής ως αργίας και της κρατικής ασφάλισης για θύματα εργατικών ατυχημάτων. Οι συγκεντρωμένοι ενέκριναν ψήφισμα, το οποίο επέδωσαν στον Πρόεδρο της Βουλής την 1η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
Η κωλυσιεργία του προέδρου της Βουλής να το εκφωνήσει προκάλεσε τη μεγαλόφωνη αντίδραση του Καλλέργη, με αποτέλεσμα να συλληφθεί, με εντολή του προέδρου, για διατάραξη της συνεδρίασης. Ο Καλλέργης ξυλοκοπήθηκε και μεταφέρθηκε στο αστυνομικό τμήμα, όπου παρέμεινε για δύο μέρες. Λίγες μέρες αργότερα, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ημερών.
Χρειάστηκε να περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια, ως το 1911 που γιορτάστηκε και πάλι η εργατική Πρωτομαγιά. Στο διάστημα αυτό ξέσπασαν μεγάλες απεργίες σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Ελλάδας και σε πολλούς κλάδους, ενώ πολλά σωματεία και δευτεροβάθμιες οργανώσεις δημιουργήθηκαν.
Το 1911, η Φεντερασιόν Θεσσαλονίκης αναλαμβάνει τη διοργάνωση της εργατικής Πρωτομαγιάς στη Θεσσαλονίκη. Οι αστυνομικές δυνάμεις επεμβαίνουν και συλλαμβάνουν τους πρωτεργάτες, ανάμεσα σ´αυτούς τον Μπεναρόγια, που εξορίζεται στη Σερβία.
Tην ίδια χρονιά, στην Αθήνα, αποφασίζεται να γιορταστεί εκ νέου η Πρωτομαγιά με πρωτοβουλία του Ν.Γιαννιού στο Μετς, με κεντρικό σύνθημα «8 ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση και 8 ώρες ύπνο». Η Αστυνομία οδήγησε τους Γιαννιό, Αποστολίδη και Παπαγιάννη στα γραφεία της γιατί «δεν είχαν άδειαν», όπου τελικά αφέθηκαν ελεύθεροι.
Η πρωτομαγιά γιορτάζεται ξανά το 1919 σε 12 πόλεις πανελλαδικά, ένα χρόνο μετά την ίδρυση της ΓΣΕΕ. Στο μεταξύ, ψηφίστηκε ο Ν.281/1914 «περί Σωματείων» με τον οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και τα σωματεία αρχίζουν να αποκτούν καθαρά εργατικό χαρακτήρα.
Σήμερα, βάσει νόμου, οι αργίες διακρίνονται σε αυτές που έχουν καθοριστεί ως ημέρες υποχρεωτικής αργίας, κατά τις οποίες απαγορεύεται κάθε βιομηχανική, βιοτεχνική, εμπορική εργασία και κάθε επαγγελματική εν γένει δραστηριότητα, καθώς βέβαια και η απασχόληση των μισθωτών, και ως ημέρες προαιρετικής αργίας, στις οποίες επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του εργοδότη η λειτουργία της επιχείρησης και η απασχόληση ή μη των μισθωτών που απασχολούνται από αυτόν.
Η 1η Μαΐου, σύμφωνα με το άρθρο 1 του Α.Ν. 380/68, αποτελεί υποχρεωτική αργία, όταν κηρύσσεται ως τέτοια με απόφαση του υπουργού Απασχόλησης, διαφορετικά εντάσσεται στις προαιρετικές αργίες.