Η 28η Οκτωβρίου αποτελεί μία από τις επίσημες αργίες του ελληνικού κράτους και τιμάται κάθε χρόνο από το σύνολο της επικράτειας. Η μέρα που σημάδεψε την Ελλάδα είναι συνδεδεμένη με τον πόλεμο του 1940 και έμεινε γνωστή ως η επέτειος του “ΟΧΙ”. Τι ακριβώς είναι αυτό που γιορτάζουμε, όμως;
Η Επέτειος του “ΟΧΙ” μνημονεύει την άρνηση της Ελλάδας στις ιταλικές αξιώσεις που περιείχε το τελεσίγραφο που επιδόθηκε από τον Ιταλό πρέσβη Γκράτσι στον Έλληνα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά την 28η Οκτωβρίου του 1940.
Συνέπεια της άρνησης αυτής ήταν η είσοδος της Χώρας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Η ημερομηνία αυτή καθιερώθηκε να εορτάζεται στην Ελλάδα και την Κύπρο κάθε χρόνο ως επίσημη εθνική εορτή και αργία. Επίσης, πολλές ελληνικές κοινότητες παγκοσμίως γιορτάζουν την Επέτειο του “ΟΧΙ”.
Η 28η Οκτωβρίου αποτελεί μία από τις επίσημες αργίες του ελληνικού κράτους και τιμάται κάθε χρόνο από το σύνολο της επικράτειας. Η μέρα που σημάδεψε την Ελλάδα είναι συνδεδεμένη με τον πόλεμο του 1940 και έμεινε γνωστή ως η επέτειος του “ΟΧΙ”. Τι ακριβώς είναι αυτό που γιορτάζουμε, όμως;
Η Επέτειος του “ΟΧΙ” μνημονεύει την άρνηση της Ελλάδας στις ιταλικές αξιώσεις που περιείχε το τελεσίγραφο που επιδόθηκε από τον Ιταλό πρέσβη Γκράτσι στον Έλληνα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά την 28η Οκτωβρίου του 1940.
Συνέπεια της άρνησης αυτής ήταν η είσοδος της Χώρας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940. Η ημερομηνία αυτή καθιερώθηκε να εορτάζεται στην Ελλάδα και την Κύπρο κάθε χρόνο ως επίσημη εθνική εορτή και αργία. Επίσης, πολλές ελληνικές κοινότητες παγκοσμίως γιορτάζουν την Επέτειο του “ΟΧΙ”.
Η ιστορία πίσω από το “ΟΧΙ” του Μεταξά και η έναρξη του πολέμου
Λίγο μετά τις 03:00 τα ξημερώματα της 28 Οκτωβρίου του 1940 η τότε Ιταλική Κυβέρνηση απέστειλε στην Ελλάδα τελεσίγραφο, δια του Ιταλού Πρέσβη στην Αθήνα Εμανουέλε Γκράτσι, ο οποίος και το επέδωσε ιδιόχειρα στον Ιωάννη Μεταξά, στην οικία του δεύτερου, στην Κηφισιά, με το οποίο και απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Βασιλείου της Ελλάδος, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του, στη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική.
Μετά την ανάγνωση του κειμένου ο Μεταξάς έστρεψε το βλέμμα του στον Ιταλό Πρέσβη και του απάντησε στα γαλλικά (επίσημη διπλωματική γλώσσα) την ιστορική φράση: “Alors, c’est la guerre”, (προφέρεται από τα γαλλικά, αλόρ, σε λα γκερ, δηλαδή, Λοιπόν, αυτό σημαίνει πόλεμο), εκδηλώνοντας έτσι την αρνητική θέση επί των ιταλικών αιτημάτων.
Ο ίδιος ο Γκράτσι στα απομνημονεύματά του, που εξέδωσε το 1945, περιγράφει τη σκηνή:
“Μόλις καθίσαμε, του είπα ότι η κυβέρνησή μου μού είχε αναθέσει να του κάνω μία άκρως επείγουσα ανακοίνωση και χωρίς άλλα λόγια του έδωσα το κείμενο. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Τα χέρια που κρατούσαν το χαρτί έτρεμαν ελαφρά, και μέσα από τα γυαλιά έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν όπως συνήθιζε όταν ήταν συγκινημένος. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο και μου είπε με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή φωνή: “Alors, c’est la guerre!” (λοιπόν έχουμε πόλεμο) .Τού απάντησα ότι η ιταλική κυβέρνηση ήλπιζε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα δεχόταν τα αιτήματά της και θα άφηνε να περάσουν ελεύθερα τα ιταλικά στρατεύματα τα οποία θα άρχιζαν τις μετακινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς με ρώτησε τότε πως θα μπορούσα να σκεφτώ ότι ακόμα και αν είχε πρόθεση να ενδώσει θα του ήταν δυνατόν μέσα σε τρεις ώρες να λάβει τις διαταγές του βασιλιά και να δώσει τις απαραίτητες οδηγίες για την ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων”.
(Εμμανουέλε Γκράτσι, Η αρχή του τέλους, Εστία. 1980, σελ. 285)
Ο Μεταξάς εκείνη τη στιγμή είχε εκφράσει το ελληνικό λαϊκό συναίσθημα, την άρνηση της υποταγής, και αυτή η άρνηση πέρασε στον τότε ελληνικό δημοσιογραφικό τύπο με την λέξη “ΟΧΙ”. Σημειώνεται πως αυτούσια η λέξη “ΟΧΙ” παρουσιάσθηκε για πρώτη φορά ως τίτλος στο κύριο άρθρο της εφημερίδας Ελληνικό Μέλλον’ του Ν. Π. Ευστρατίου στις 30 Οκτωβρίου του 1940. Ακολούθως υιοθετήθηκε ως σύνθημα, και από άλλες εφημερίδες, και για ακόλουθες περιστάσεις, όπως το εξώφυλλο της εφημερίδας Η Βραδυνή, στις 6 Απριλίου 1941 με αφορμή την Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα.
Στις 05:30 τα ξημερώματα, ξεκίνησε ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος με την αιφνιδιαστική εισβολή (το τελεσίγραφο όριζε ότι η επίθεση θα ξεκινούσε στις 6 π.μ.) των ιταλικών στρατευμάτων στην Ήπειρο, οπότε η Ελλάδα αμυνόμενη εισήλθε στον πόλεμο. Το λεγόμενο “Έπος του Σαράντα”, το οποίο ακολούθησε, και οι μεγάλες νίκες που ο ελληνικός στρατός κατήγαγε εις βάρος των Ιταλών, καθιερώθηκε να γιορτάζονται κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου, την ημέρα της επίδοσης του ιταλικού τελεσιγράφου και της άρνησης του Ιωάννη Μεταξά να συναινέσει.
Ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου στην Ελλάδα
Κάθε χρόνο αυτή τη μέρα γίνεται στη Θεσσαλονίκη, η επίσημη εορτή με κάθε λαμπρότητα, παρουσία του/της Προέδρου της Δημοκρατίας και άλλων επισήμων, με μεγάλη στρατιωτική παρέλαση, η οποία συμπίπτει με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της πόλης κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και τη μνήμη του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου. Στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις γίνονται μαθητικές παρελάσεις, ενώ δημόσια και ιδιωτικά κτίρια υψώνουν την ελληνική σημαία.
Κατά στην επέτειο του “ΟΧΙ”, τηλεόραση και ραδιόφωνο προβάλλουν επετειακές εκπομπές μνήμης και κάνουν ιδιαίτερη μνεία στην “τραγουδίστρια της νίκης” Σοφία Βέμπο, η οποία με τα πατριωτικά της τραγούδια εμψύχωνε τους στρατιώτες και μετέδιδε τον ενθουσιασμό της προέλασης των ελληνικών δυνάμεων στη Βόρεια Ήπειρο. Σχετικό επίσης επετειακό υλικό παρουσιάζει και όλος ο ελληνικός έντυπος τύπος (εφημερίδες και περιοδικά).
Η επέτειος του “ΟΧΙ” γιορτάστηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της Κατοχής. Στο κεντρικό κτίριο και στον προαύλιο χώρο του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποιήθηκε ο πρώτος εορτασμός στις 28 Οκτωβρίου 1941. Γίνονταν ομιλίες από τους φοιτητές, ενώ μίλησε για την επέτειο την παραμονή και ο καθηγητής Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο οποίος αρνήθηκε να κάνει μάθημα την ημέρα της επετείου με αποτέλεσμα να απολυθεί από το Πανεπιστήμιο. Στην δεύτερη επέτειο (28/10/1942), ο εορτασμός έγινε στην Πλατεία Συντάγματος με πρωτοβουλία των οργανώσεων ΕΠΟΝ και ΠΕΑΝ. Υπήρχε ανησυχία για το πώς θα αντιδράσουν οι ιταλικές δυνάμεις κατοχής, οι οποίες όμως δεν παρενέβησαν. Εκδηλώσεις και διαδηλώσεις εκείνη την ημέρα έγιναν και σε άλλες πόλεις. Στον Πειραιά πραγματοποιήθηκαν ολιγοπληθείς συγκεντρώσεις, ανέβαινε κάποιος σε μια καρέκλα, έβγαζε ένα σύντομο λόγο, και κατόπιν διαλύονταν, για να αποφύγουν επέμβαση των καραμπινιέρων. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για το τι έγινε στις 28 Οκτωβρίου 1943. Σύμφωνα με τον Ηλία Βενέζη γιορτάστηκε η επέτειος στο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας, στην πλατεία Κοτζιά (ο Βενέζης ήταν τότε υπάλληλος της τράπεζας). Κατέφθασαν όμως οι Γερμανοί, που είχαν την ευθύνη της αστυνόμευσης πλέον, υποχρέωσαν όσους συμμετείχαν να σταθούν με τα χέρια ψηλά μέχρι το βράδυ, ενώ έστειλαν και είκοσι περίπου από αυτά τα άτομα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κάποια δεν επέστρεψαν.
Για πρώτη φορά η επέτειος γιορτάστηκε επίσημα στις 28 Οκτωβρίου 1944 με παρέλαση ενώπιον του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου.
Η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε, το 1952, η γιορτή της Αγίας Σκέπης από την 1η Οκτωβρίου να μεταφερθεί στις 28 Οκτωβρίου, με το αιτιολογικό ότι η Παναγία βοήθησε τον Ελληνικό Στρατό στον πόλεμο της Αλβανίας.
Δέκα άγνωστες ιστορίες για την 28η Οκτωβρίου και τον πόλεμο. Οι παγόπληκτοι, τα μουλάρια και ο Ιταλός που χτύπησε την Βέμπο Δέκα άγνωστες ιστορίες για την 28η Οκτωβρίου και τον πόλεμο. Οι παγόπληκτοι, τα μουλάρια και ο Ιταλός που χτύπησε την Βέμπο ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ A+ A- 1.Για την επέτειο του ΟΧΙ και το θρυλικό έπος του ’40 έχουν γραφτεί πολλά. Από άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά μέχρι βιβλία και εγκυκλοπαίδειες. Σας παρουσιάζουμε δέκα ενδιαφέρουσες πληροφορίες από τη μικροϊστορία του έπους, που ίσως να χάνονται στις σελίδες της ιστορίας: 1. Πριν από την εισβολή στην Ελλάδα, ο Μουσολίνι προσπαθούσε να παρουσιάσει την Ιταλία ως σύμμαχη χώρα και υποστήριζε πως έκανε προσπάθειες για την “αναθέρμανση των σχέσεων” μεταξύ των δύο χωρών. Στην πραγματικότητα “έριχνε στάχτη στα μάτια”. Στις 25 Οκτωβρίου 1940, ο γιος του διάσημου συνθέτη, Πουτσίνι, παρακολούθησε στο Βασιλικό Θέατρο Αθηνών την επίσημη πρεμιέρα της όπερας “Μαντάμ Μπάτερφλάι”. Την πρόσκληση είχε απευθύνει ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα, Γκράτσι, κατόπιν εντολής του Μουσολίνι, καθώς η ιταλική πρεσβεία θα παραχωρούσε δεξίωση την επόμενη ημέρα, στις 26 του μήνα, όπου καλεσμένη ήταν η γνωστή αθηναϊκή κοινωνία. 2. Τα πολυτιμότερα ζώα του πολέμου ήταν τα μουλάρια! Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο τα γαϊδούρια και τα μουλάρια έκαναν τη διαφορά με τους Ιταλούς, που δεν είχαν υποζύγια. Μάλιστα οι στρατηγοί τους, διαμαρτύρονταν ότι δεν έχουν ζώα που θα μπορούσαν να κινηθούν στα χιονισμένα βουνά και στη λάσπη, όπως οι Έλληνες. Εκεί που τα ιταλικά άρματα μάχης κολλούσαν και γίνονταν ακίνητοι στόχοι, ο ελληνικός στρατός με τα παραδοσιακά μέσα, έλυνε καίρια προβλήματα τροφοδοσίας και μεταφοράς υλικού. 3. Ανάμεσα στους χιλιάδες φαντάρους που πολέμησαν κατά των εισβολέων το 1940 ήταν και διάσημοι ηθοποιοί και καλλιτέχνες. Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, ο Κώστας Χατζηχρήστος, ο Μάνος Κατράκης, ο “πατέρας του ελληνικού κινηματογράφου” Φίνος, ο Μίμης Φωτόπουλος είναι μερικοί από τους διάσημους ηθοποιούς που βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή. 4. Εκτός από τους φωτογράφους και κινηματογραφιστές, στο μέτωπο του ελληνοϊταλικού πολέμου βρέθηκαν και ζωγράφοι, όπως ο Γεώργιος Προκοπίου, ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης. Ο Προκοπίου βρέθηκε στα αλβανικά βουνά σε ηλικία 70 ετών και πέθανε άρρωστος σε ένα αυτοκίνητο στο Τεπελένι. Ο Αργυρός συνόδευσε τα ελληνικά στρατεύματα στα 60 του και ήταν ο μοναδικός ζωγράφος που στους πίνακές του δε συναντάται ούτε μια σταγόνα αίμα. Ενώ η εικαστική κληρονομιά του Αλεξανδράκη θεωρείται μέχρι σήμερα από τις ακριβέστερες πολεμικές ανταποκρίσεις. 5. Μια ημέρα πριν την 28η Οκτωβρίου, ο Ιταλός πρέσβης Γκράτσι, αποφάσισε να μεταβεί ο ίδιος στην έπαυλη του Μεταξά, στην Κηφισιά, για να του παραδώσει το πολεμικό τελεσίγραφο. Πριν πάει στην Κηφισιά επέλεξε να περάσει το βράδυ του ήρεμα, παίζοντας μπριτζ σε φιλικό σπίτι στην Βασιλίσσης Σοφίας. Σύμφωνα με την αφήγηση του τότε υπουργού Κ. Κοτζιά “εκτός από μπριτζ, είπαν και πολλά ανέκδοτα”. 6. Οι παγόπληκτοι στρατιώτες ξεπέρασαν τους 23.000 κατά του διάρκεια του Έπους. Σύμφωνα με την ιστορικό Ελένη Δημητρίου «οι στρατιώτες ήταν εντελώς ανέτοιμοι για τα κρυοπαγήματα, δεν γνώριζαν πώς να τα αντιμετωπίσουν και για να γιατρευτούν πλησίαζαν τα πόδια τους κοντά στη φωτιά». Οι οδηγίες του Ερυθρού Σταυρού ήταν σαφείς: “πρέπει να αλείφετε τα πόδια σας τακτικά με οτιδήποτε χοιρινό ή άλλο. Αν τα πόδια σας αρχίζουν να παγώνουν και δεν τα αισθάνεστε πρέπει να βγάλετε τις κάλτσες και να τα τρίψετε με χιόνι. Να τα βάλετε σε κρύο νερό και να τα στεγνώσετε καλά πριν ξαναβάλετε τις κάλτσες και τις αρβύλες». Δεν ήταν όμως το ίδιο εύκολο να εφαρμοστούν. “Οι γιατροί στο μέτωπο έκοβαν συνέχεια μέλη, παγωμένα από το κρύο για να προλάβουν την γάγγραινα και χειρουργούσαν τους τραυματίες στρατιώτες κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, με τρομερές ελλείψεις φαρμάκων” εξήγησε στη “Μηχανή του χρόνου”, ο τέως πρέσβης κ. Ιάκωβος Σπέτσιος. Στην Έκθεση της Διευθύνσεως Υγειονομικής Υπηρεσίας του Γενικού Στρατηγείου αναφέρεται συγκεκριμένα: “… Καθ’ όλον το εξάμηνον διάστημα του πολέμου διεκομίσθησαν εβδομήντα πέντε χιλιάδες περίπου (75.000) τραυματίαι, παγόπληκτοι και ασθενείς ήτοι αναλυτικώς τριάντα δύο χιλιάδες (32.000) τραυματίαι, είκοσι τρεις χιλιάδες (23.000) παγόπληκτοι και είκοσι χιλιάδες (20.000) ασθενείς… “ 7. Ο Γκαλεάτσο Τσιανό, γαμπρός του Μουσολίνι, συμμετείχε στον πρώτο αεροπορικό βομβαρδισμό της Θεσσαλονίκης, την 1η Νοεμβρίου του 1940, αφού εκτός από υπουργός εξωτερικών και διπλωμάτης ήταν και πιλότος. Στο ημερολόγιό του έγραφε: «1η Νοεμβρίου 1940. Ο ήλιος έχει φανεί επιτέλους. Δράττομαι της ευκαιρίας για να εκτελέσω ένα θεαματικό βομβαρδισμό της Θεσσαλονίκης. Στην επιστροφή μου επιτέθηκαν ελληνικά αεροπλάνα. Όλα πάνε καλά. Δύο δικά τους αεροπλάνα καταρρίπτονται, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι ήταν η πρώτη φορά που με καταδίωξαν. Ήταν ένα άσχημο συναίσθημα». 8. Τρεις ημέρες μετά από την έναρξη του πολέμου στην Ελλάδα, ο Μεταξάς εξήγησε σε εκδότες και σημαντικούς δημοσιογράφους, γιατί δεν είπε “ΝΑΙ”. “Για να αποφύγουμε τον πόλεμο θα έπρεπε να γίνουμε εθελόδουλοι και να πληρώσουμε με άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδας για ακρωτηριασμό από την Ιταλία και το αριστερό χέρι θα μας το έκοβε η Βουλγαρία. Φυσικά, δεν είναι δύσκολο να προβλέψει κανείς ότι σε μια τέτοια περίπτωση, οι Άγγλοι θα έκοβαν τα πόδια της Ελλάδας. Και με το δίκιο τους. Καθώς είναι κυρίαρχοι στην θάλασσα, δεν θα παρέλειπαν, αφού έβλεπαν την υποδούλωση της Ελλάδας να καταλάβουν την Κρήτη και άλλα νησιά μας, υπερασπιζόμενοι τα συμφέροντά τους.” Με λίγα λόγια, πίστευε ότι το ΝΑΙ θα σηματοδοτούσε τον ακρωτηριασμό της χώρας σε τρία μέρη. 9. Ένα βράδυ, την ώρα που η Βέμπο επέστρεφε από τη βραδινή της παράσταση στο θέατρο, την πλησίασε ένας Ιταλός και τη χτύπησε δυνατά με μια σιδερογροθιά. Η τραγουδίστρια της νίκης δεν βοηθούσε τον αγώνα μόνο με τα τραγούδια της. Πολλές φορές πραγματοποιούσε εμφανίσεις και παραχωρούσε όλα τα έσοδα για τις ανάγκες των στρατιωτών. Η φήμη της ήταν γνωστή στους Ιταλούς, γι’ αυτό και αποφάσισαν να την εκδικηθούν. Άλλωστε η εντολή του Ιταλού συνταγματάρχη, Κ. Μεόλι, μεταξύ άλλων, ανέφερε: “Η Διεύθυνσις Αστυνομίας παρακαλείται να καλέσει την καλλιτέχνιδα Βέμπο να παύση την δράσιν της εις το τραγούδι, εις όλα τα θέατρα της Ελλάδος. Εις την ιδίαν θα αφαιρεθή το δελτίον καλλιτέχνιδος και του λοιπού θα απαγορεύεται να ανέλθη επί σκηνής” 10. Το 1943 οι Ιταλοί γύρισαν μία ταινία, η οποία παρουσίαζε τους Έλληνες, ισχυρούς σαν το στρατό του Ξέρξη και τους Ιταλούς γενναίους και αποφασισμένους σαν τους 300 του Λεωνίδα. Σύμφωνα με την υπόθεση, το ελληνικό ορεινό πυροβολικό εξολοθρεύει τους Ιταλούς και τραυματίζει θανάσιμα τον λοχαγό διοικητή τους. Λίγο πριν αυτός πεθάνει, οι εναπομείναντες στρατιώτες του ορκίζονται να πέσουν μέχρι ενός, παρά να αφήσουν τους Έλληνες να καταλάβουν την κορυφή. Από τους 300 αλπινιστές που βρίσκονταν αρχικά στο ύψωμα μόνο 19 επιβιώνουν. Στο τέλος οι επιζώντες μεταφέρουν μαζί τους στα μετόπισθεν τη σορό του διοικητή τους. Πρόκειται για τη μοναδική εμπορική ταινία που οι Ιταλοί γύρισαν με θέμα τον Πόλεμο της Αλβανίας. Η ταινία έκοψε ελάχιστα εισιτήρια και τον Σεπτέμβριο του 1943 έπαψε να προβάλλεται, λόγω της ιταλικής ανακωχής με τους Συμμάχους. Από τότε δεν προβλήθηκε ποτέ ξανά στους ιταλικούς κινηματογράφους ή την τηλεόραση και φυσικά ξεχάστηκε. ...
Οι πικρές αλήθειες της 28ης Οκτωβρίου
Tvxs Team
Η επέτειος του «ΟΧΙ» την 28η Οκτωβρίου γιορτάζεται κάθε χρόνο με έμφαση στην εισβολή των Ιταλών και των Γερμανών και το έπος της ελληνικής αντίστασης. Το tvxs.gr ωστόσο, αναδεικνύει με τη βοήθεια ιστορικών, πικρές αλήθειες και γεγονότα σχετικά με την επέτειο που «παραβλέπονται» από τους εορτασμούς αλλά όχι από την Ιστορία. Πρόκειται για γεγονότα που στη συλλογική μνήμη δεν έχουν αποτυπωθεί στον βαθμό που θα έπρεπε.
• Γιατί η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν γιορτάζει την απελευθέρωσή της; «Είμαστε η μοναδική χώρα στον κόσμο που δεν γιορτάζει την απελευθέρωσή της» επισήμανε σε παλαιότερη συνέντευξή της η ιστορικός Τασούλα Βερβενιώτη. «Κάτι τέτοιο, δεν συμβαίνει σε καμία άλλη χώρα του κόσμου. Να γιορτάζεται, δηλαδή, η έναρξη ενός πολέμου όπως είναι η 28η Οκτωβρίου και όχι η μέρα της απελευθέρωσης». Σύμφωνα με την ίδια αυτό συνέβη διότι μετά τον Οκτώβρη που έφυγαν οι Γερμανοί, ακολούθησαν τα Δεκεμβριανά και ο Εμφύλιος.
«Οι σύμμαχοι, που στις 12 του Οκτώβρη καλωσορίζονταν με πανό, το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου συγκρούστηκαν με τον λαό και το ΕΑΜ (Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο) στη μάχη της Αθήνας, η οποία κράτησε 33 ημέρες και έληξε με τη συμφωνία της Βάρκιζας τον Φλεβάρη του ‘45, ως μία προσπάθεια για να αποφευχθεί ο εμφύλιος. Αλλά δεν αποφεύχθηκε. Δέκα χρόνια η χώρα ήταν σε συνεχείς πολέμους και εμφυλίους. Ποια κοινωνία μπορεί να αντέξει τέτοιο βάρος; Μέχρι σήμερα αυτός ο εμφύλιος είναι ένα τραύμα που δεν έχουν καν αγγίξει οι Έλληνες, όχι μόνο δεν το έχουν διαχειριστεί. Έτσι, οι Έλληνες δεν γιορτάζουν την απελευθέρωση διότι δεν θέλουν να θυμούνται τον εμφύλιο».
Σύμφωνα με τον ιστορικό Μενέλαο Χαραλαμπίδη «Δεν γιορτάζαμε την απελευθέρωση αρχικά για αμιγώς πολιτικούς λόγους. Γιατί για να γιορτάσεις την Απελευθέρωση θα πρέπει να πεις ποιος συνέβαλε σε αυτή. Άρα θα έπρεπε κάποιος να μιλήσει για το ΕΑΜ που ήταν απαγορευμένη λέξη σε αυτή τη χώρα μέχρι το 1981 που το ΠΑΣΟΚ αναγνώρισε την εθνική αντίσταση. Οπότε όλα αυτά τα χρόνια από το 1944 που έφυγαν οι Γερμανοί μέχρι το 1981 ήταν πολύ δύσκολο να κάνεις έναν κανονικό εορτασμό πέραν από το τυπικό που γινόταν πάντα».
• Το «Όχι» του Μεταξά και η αλήθεια μιας προδοσίας
Σχετικά με τη εισβολή, ο Μεταξάς μέχρι τελευταία στιγμή πίστευε ότι η ιδεολογική του συγγένεια με τους Ναζί και Φασίστες Γερμανοιταλούς, μπορεί να αποτρέψει την είσοδο της χώρας στον πόλεμο. Όπως έγραφε σε σχετικό αφιέρωμα στο Tvxs.gr o Κώστας Μπορδόκας, με υλικό από το πλούσιο ιστορικό του αρχείο, έχοντας διαβάσει τα απομνημονεύματα του Ιωάννη Μεταξά, ο τελευταίος σε μια συναισθηματική έξαρση, εμφανίζεται σχεδόν σαν προδομένος γιατί ενώ αυτός είναι όσο αντικομουνιστής χρειάζεται, αυτοί παραβιάζουν τις αρχές τους. Στο τέλος μάλιστα τους κατηγορεί σαν ψεύτες ιμπεριαλιστές, που δεν διαφέρουν σε τίποτα από τους Άγγλους με τους οποίους τελικά ο ίδιος αναγκάζεται να συμμαχήσει.
Ο Μεταξάς προσπάθησε να βολιδοσκοπήσει την κατάσταση παρ΄ όλα αυτά, θέλοντας να μάθει τι θα μπορούσε να προσφέρει στους Γερμανούς και Ιταλούς για να αποφύγει τον πόλεμο. Η απάντηση ήταν αποκαρδιωτική όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του:
«Είς τα σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατεύθυνσιν του Άξονος μου εδόθη να εννοήσω σαφώς ότι η μόνη λύσις θα μπορούσε να είναι μια εκούσια προσχώρηση της Ελλάδος εις την “Νέαν Τάξιν”. Προσχώρησης που θα εγένετο λίαν ευχαρίστως δεκτή από τον Χίτλερ ως “εραστήν του ελληνικού πνεύματος”. Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονας μας. Και ναι μεν αυτό θα συνεπάγετο θυσίας τινάς δια την Ελλάδα, αλλά αι θυσίαι θα έπρεπε να θεωρηθούν από απολύτως “ασήμαντοι” εμπρός εις τα “οικονομικά και άλλα πλεονεκτήματα” τα οποία θα είχε δια την Ελλάδα η Νέα Τάξις εις την Ευρώπην και εις την Βαλκανικήν. Όταν επέμεινα να κατατοπιστώ, πόσον επί τέλους θα μπορούσε να είναι αυτό το “ελάχιστον” τελικώς μας εδόθη να καταλάβωμεν ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδεαγάτς (Αλεξανδρουπόλεως)».
Το τίμημα που ζήτησαν οι Γερμανοί ήταν δυσβάστακτο για την χώρα και τον Μεταξά, που από τις πύρινες εθνικοαπελευθερωτικές κορώνες, θα περνούσε χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά στον εδαφικό ακρωτηριασμό της χώρας
• Τσιμουδιά για ότι συνέβη μετά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο και τη γερμανική εισβολή
Ενώ η επίσημη ιστορία έχει δώσει έμφαση στις επιχειρήσεις του ελληνοϊταλικού πολέμου, μετά υπάρχει σιωπή για όσα ακολούθησαν. Στην Ελλάδα υπάρχει τεμαχισμένη μνήμη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σύμφωνα με τον ιστορικό στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο Μενέλαο Χαραλαμπίδη. «Μπήκαμε στον πόλεμο Οκτώβριο του 1940 και βγήκαμε τον Οκτώβριο του 1944. Η βασική επέτειος που μνημονεύει τον πόλεμο είναι η 28η Οκτωβρίου. Όμως αναφέρεται μόνο στο πρώτο σκέλος, αυτό των στρατιωτικών επιχειρήσεων (Οκτώβριος 1940-Απρίλιος 1941). Μετά υπάρχει μια σιωπή. Άρα εκεί τεμαχίζεται η ενιαία μνήμη. Υπάρχει το ερώτημα: γιατί το αφήγημα της 28ης Οκτωβρίου δεν περιλαμβάνει την περίοδο της Κατοχής, της Αντίστασης και της Απελευθέρωσης (1941-1944); Πρόκειται για αμιγώς πολιτική επιλογή, που έχει να κάνει με τις πολιτικές εξελίξεις μετά τον πόλεμο».
• Η αναδιανομή του πλούτου μετά την Κατοχή αδίκησε πολλούς
Σύμφωνα με τον κ. Χαραλμπίδη, οι αιτίες του προβλήματος της μεταπολεμικής ανελευθερίας, για ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, βρίσκονται στα όσα πυροδότησε η γερμανική κατοχή. Επίσης, αυτό που δεν λέγεται είναι ότι ακολούθησαν ζητήματα της βίαιης αναδιανομής του πλούτου και η κοινωνία διαιρέθηκε σε νεόπλουτους και νεόπτωχους της κατοχής.
Ποιοι ωφελήθηκαν από την κατάρρευση της οικονομίας και ποιοι αμέσως μετά την απελευθέρωση δήλωσαν παρών στις εξελίξεις. Υπήρχαν επιχειρηματίες και έμποροι που δεν θέλησαν να συνεργαστούν με Γερμανούς με αποτέλεσμα να κλείσουν τα εργοστάσια και οι επιχειρήσεις τους. Από την άλλη όσοι εργάστηκαν για τις δυνάμεις κατοχής δημιούργησαν περιουσίες, επέκτειναν τις παραγωγικές τους μονάδες και ήταν κυρίως αυτοί που συμμετείχαν στη διαδικασία παραγωγικής ανασυγκρότησης μετά τον πόλεμο.
• Πότε πραγματικά γιορτάστηκε για πρώτη φορά η 28η Οκτωβρίου ως εθνική εορτή;
Επίσημα, η 28η Οκτωβρίου καθιερώθηκε ως Εθνική Εορτή το 1944. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου στο διάγγελμά του για την πρώτη μετακατοχική επέτειο έλεγε: «Ελεύθεροι πανηγυρίζομεν την τετάρτην επέτειον της 28ης Οκτωβρίου. Η Κυβέρνησις την αναγόρευσεν Εθνικήν Εορτήν, ομότιμον προς την 25ην Μαρτίου 1821. Διότι ανάλογος υπήρξεν η δοκιμασία και η δόξα του Εθνους. Εκτοτε ο λαός εβυθίσθη εις τα ανείπωτα δεινά της δουλείας, αλλά η ψυχή του έμεινε αδούλωτος και εξηκολουθησε τον αγώνα».
«Η 28η Οκτωβρίου εορτάστηκε παράνομα για πρώτη φορά το 1941, με μια μεγάλη διαδήλωση που έγινε στην Αθήνα κι από εκεί και πέρα και το 1942 και το 1943. Δηλαδή οι 3 πρώτες επέτειοι, εορτάστηκαν και καθιερώθηκαν υπό καθεστώς Κατοχής από τον ίδιο τον ελληνικό λαό, ως πράξη αντίστασης. Είναι μία επέτειος δηλαδή που γεννήθηκε από τα κάτω, σε αντίθεση με την 25η Μαρτίου που θεσμοθετήθηκε με πρωτοβουλία της πολιτικής και πολιτειακής εξουσίας», υπενθυμίζει ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης.
Στις 10 Οκτώβρη του 1941 η Κεντρική Οργανωτική Επιτροπή του ΕΑΜ – που είχε ιδρυθεί πριν λίγες μέρες στις 27 Σεπτεμβρίου – απηύθυνε διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό καλώντας τον να ενωθεί στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Στο διάγγελμα του γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην πρώτη επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940.
Μάνος Χατζιδάκις / Οικουμενικός και επαναστατικός
Κώστας Μπορδόκας
Ιστορια
Σήμερα 23 Οκτωβρίου ο Μάνος Χατζιδάκις θα γινόταν 98 ετών αν δεν έφευγε από τη ζωή στις 15 Ιουνίου 1994, δύο μόλις ημέρες μετά από την τελευταία του συναυλία κατά του νεοναζισμού.
Ο ίδιος, μη μένοντας στο τεράστιο μουσικό του έργο, ακολουθεί τη μακρά παράδοση των κορυφαίων μουσουργών του τόπου που τους θέλει να ορθώνουν μάχιμο πολιτικό λόγο και ανάστημα, παραμένοντας ενεργοί πολίτες μη περιχαρακωμένοι και ασφαλείς στις συνθετικές τους επιτυχίες.
Ο Χατζιδάκις δεν δίνει συνεντεύξεις για να παρουσιάσει τη νέα του δουλειά, αλλά η δουλειά του μιλάει γι αυτόν. Δεν είναι δεξιός ψάλτης, αριστερός αγωνιστής, κεντρώος οικογενειάρχης, αναρχικός θυμωμένος, αλλά βαθιά οικουμενικός και επαναστατικός εμπεριέχοντας τους πάντες χωρίς να τον απορροφά ουδείς εξ αυτών, διατηρώντας την αυτονομία και αυτοτέλειά του.
Ο ίδιος δηλώνει «Δημοκράτης αστός, ουμανιστής και αναθεωρητής της δεξιάς. Ποτέ δεν υπήρξα αντικουμουνιστής. Εγώ περιέρχω και τον αριστερό. Ο αριστερός όμως δεν με περιέχει». Μπορεί να κινηθεί με την ίδια άνεση ως μάρτυρας υπεράσπισης σε δίκες αναρχικών τη δεκαετία του 80 και σε μια αστική δεξίωση, και να συμμετέχει σε φεστιβάλ αντίθετων πολιτικών νεολαιών διατηρώνοντας ακέραια την κριτική του ικανότητα.
Του άρεσε πάντα να διορθώνει τα «κακώς κείμενα» ακόμα και αν αυτά ήταν δικά του …
Επειδή θεωρούμε δεδομένο ότι αν ο ίδιος διάβαζε όσα γράφουμε παραπάνω γι αυτόν θα αδιαφορούσε θεωρώντάς τα υπερβολικά ή γλυκερά, το μόνο που θα ζητούσε θα ήταν η πιστή αναπαραγωγή των λεγόμενών του χωρίς περιττές «φιοριτούρες» όπως θα κάνουμε παρακάτω …
Φεστιβάλ Ρήγα Φεραίου και ΟΝΝΕΔ
«Πριν δύο χρόνια με είχαν παρακαλέσει τα παιδιά του Ρήγα Φεραιου να παίξω στο Φεστιβάλ τους. Η νεολαία του ΚΚΕ Εσωτερικού, η πιο συμπαθής νεολαία μέχρι σήμερα στον τόπο μας, διότι είναι πάρα πολύ απομακρυσμένη από την εξουσία και δεν έχει φθαρεί καθόλου, δεν έχει καμία προοπτική εξουσίας. Συνεπώς, η ένταξη αυτών των παιδιών στο ΚΚΕ Εσωτερικού είναι γνήσια, από τη στιγμή που δεν έχει βλέψεις εξουσίας ή ωφελημάτων. Έκανα, λοιπόν, μία συναυλία στο ΚΚΕ Εσωτερικού και ήταν περίφημη η επαφή μου με αυτό το κοινό, είχα πραγματικά άριστες εντυπώσεις. Για να μην θεωρηθώ όμως μονομερής ότι ευνόησα τα παιδιά του Ρήγα Φεραίου, δέχτηκα και την πρόσκληση της ΟΝΝΕΔ, διότι ψηφίζω Νέα Δημοκρατία.Έτσι, πήγα και στο δικό τους Φεστιβάλ. Έφυγα σε είκοσι λεπτά, κακήν κακώς. Είχα το αίσθημα ότι έπαιξα σε ένα αναψυκτήριο, όχι σε συναυλία, τέτοια ντροπή δεν είχα ξανανιώσει στη ζωή μου».
Δυνάμεις καταστολής
«Ευνοεί τα διάσημα πλέον ΜΕΑ-ΜΑΤ και παρεμφερή που συλλαμβάνουν με μεγαλύτερη ευκολία τον ανύποπτο νέο που διαμαρτύρεται απ’ ό,τι τον ικανό για άμυνα αλήτη που διαφεύγει. Θα σας έχει τύχει να παρευρεθείτε και να διαπιστώσετε με τα ίδια σας τα μάτια με πόση ευκολία αλλά και μίσος δέρνεται απάνθρωπα και κακοποιείται ώσπου να μπει στην κλούβα από τις «δυνάμεις διώξεως τρομοκρατίας» ενώ την ίδια στιγμή αυτός που ρίχνει πέτρες ή σπάζει πέτρες καταστημάτων διαφεύγει επιδέξια και ανενόχλητα. Ύποπτα ανενόχλητα πολλές φορές.
Ευνοεί τη μικρή νοημοσύνη και την εύκολη δουλοπρεπή συμπεριφορά των «αγανακτισμένων πολιτών» απέναντι στις εν στολή δυνάμεις εξουσίας. Γιατί έχουν μάθει οι άμοιροι- χρόνια τώρα- στην επιδεικτική δοκιμασία των οργάνων τάξης ευρισκόμενοι κάτω από το αθεράπευτο σύμπλεγμα του «εμείς οι νόμιμοι». Σχεδόν μόνιμη ασθένεια των υπανάπτυκτων συμπατριωτών μας».
Αναρχικοί
Να λοιπόν πώς κατασκευάζεται από τον «λαό» για το «λαό» η εικόνα του αναρχικού, που στην πραγματικότητα δεν είναι άλλη από την εικόνα του ασυμβίβαστου και ζωντανού σύγχρονου νέου ο οποίος εννοεί να διαφυλάξει το βασικό αγαθό της νεότητα του που είναι η έρευνα, η αναθεώρηση και η υπεράσπιση δικαιωμάτων μειοψηφιών. Και επιπλέον να μην αφήσει τη μεταμόρφωση του από την κυβέρνηση ή τα κόμματα σε καθοδηγούμενο αμνό τυποποιημένων ανησυχιών.
Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως στην Ελλάδα ανέκαθεν επιδιώκετο ο ευνουχισμός των νέων για να μπορούν οι υπόλοιποι συμβιβασμένοι -«ο λαός»– να κοιμούνται ήσυχα! Παλιά τους λέγανε κομμουνιστές! Μέχρι πριν από λίγα χρόνια σε κοίταγε βαθιά ο ηλίθιος κρατικός εξεταστής κι έβγαζε το συμπέρασμα: Είσαι κομμουνιστής: Που δεν σήμαινε κατ’ ανάγκην ότι είσαι ενταγμένος στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Απλώς πως δεν είσαι μαζί μας… άρα επικίνδυνος».
Ακροδεξιά
«Τώρα αν σας παρουσιάζω αυτό το ακροδεξιό υποκείμενο είναι για να γνωρίζετε για να μην σας διαφεύγει το γεγονός πως αυτά τα ερπετά υπάρχουν ελλοχεύουν και καραδοκούν. Κι αν ο Καραμανλής δεν έπραττε σοφά να μας εντάξει άμεσα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, αυτά τα ανθρωποειδή θα μας αιματοκυλούσαν άνετα για πολλοστή φορά στο όνομα της βρομερής θρησκείας των, στο όνομα της βρωμερής πατρίδας των και στο όνομα του βρομερού έθνους έτσι όπως καλλιεργείται μέσα στον άρρωστο και υποανάπτυκτο ψυχισμό του».
Νεοναζισμός
«Ο νεοναζισμός, ο φασισμός, ο ρατσισμός και κάθε αντικοινωνικό και αντιανθρώπινο φαινόμενο συμπεριφοράς δεν προέρχεται από ιδεολογία, δεν εμπεριέχει ιδεολογία, δεν συνθέτει ιδεολογία. Είναι η μεγεθυμένη έκφραση εκδήλωσης του κτήνους που περιέχουμε μέσα μας. Χωρίς εμπόδιο στην ανάπτυξή του όταν κοινωνικές ή πολιτικές συγκοιρίες συντελούν, βοηθούν και ενισχύουν την βάρβαρη και αντι -ανθρώπινη παρουσία του.
Η μόνη αντιβίωση για την αντιμετώπιση του κτήνους που περιέχουμε είναι η παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Η παιδεία που δεν εφυσυχάζει και δεν δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια.
Όμως, μια τέτοια παιδεία, δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις. Διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες, μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής. Και αποτελεί πολιτική παράδοση ότι τα κτήνη, με κατάλληλη τακτική και αντιμετώπιση, καθοδηγούνται. Τιθασεύονται.
Δεν θέλω να επεκταθώ. Φοβάμαι ότι δεν έχω τα εφόδια για μια θεωρητική ανάπτυξη ούτε την κατάλληλη γλώσσα για τις απαιτήσεις του όλου θέματος. Όμως το θέμα με καίει, και πριν πολλά χρόνια επιχείρησα να το αποσαφηνίσω μέσα μου. Σήμερα, βλέπω πως διέβλεπα με την ευαισθησία μου τις εξελίξεις και την επανεμφάνιση του τέρατος, και δεν εννοούσα να συνηθίσω την ολοένα αυξανόμενη παρουσία του. Πάντα, εννοώ να τρομάζω.
Ο φασισμός στις ημέρες μας φανερώνεται με δύο μορφές : ή προκλητικός με το πρόσχημα αντιδράσεως σε πολιτικά ή κοινωνικά γεγονότα που δεν ευνοούν την περίπτωσή τους, ή παθητικός μέσα στον οποίο κυριαρχεί ο φόβος για ότι συμβαίνει γύρω μας. Ανοχή και παθητικότητα λοιπόν και έτσι εδραιώνεται η πρόκληση. Με την ανοχή των πολλών. Προτιμώτερος ο αργός και σιωπηρός θάνατος, από την αντίδραση του ζωντανού και ευαίσθητου οργανισμού που περιέχουμε.
Βιώνουμε μέρα με την μέρα περισσότερο το τμήμα του εαυτού μας που, ή φοβάται ή δεν σκέφτεται, επιδιώκοντας όσο γίνεται περισσότερα οφέλη. Ώσπου να βρεθεί ο «κατάλληλος» αργηγός για να ηγηθεί αυτού του κατάπτυστου περιεχομένου μας, και τότε, θα είναι αργά για να αντιδράσουμε».
Πολυτεχνείο-Εθνικές γιορτές
«Έτσι και οι γιορτές του Πολυτεχνείου κατέληξαν σε εκτόνωση, σε κομματικό σφετερισμό και σε συνθήματα άσχετα από το ιδεολογικό περιεχόμενο των γεγονότων που η μνήμη τους συνέθεσε τους επί «εθνικού» επιπέδου εορτασμούς της επετείου. 12η σήμερα, 30η μεθαύριο, 50η και θα χαθεί μες στην ανυποληψία των μελλοντικών στολών και επετείων με μερικά λογύδρια στα σχολεία και παρελάσεις στους ασφαλτοστρωμένους δρόμους των ενόπλων δυνάμεων, διαολοστέλνοντας οι στρατιώτες τη γιορτή και την ταλαιπωρία των παρελάσεων, κάτω απ’ τις επίπονες προετοιμασίες και τις στερήσεις των αδειών τους. Όμως το τραγικό δεν είναι αυτό.
Το τραγικό είναι που κάθε κυβέρνηση βρίσκει τον τρόπο να συνδεθεί κατευθείαν με τις επετείους αυτές, αγνοώντας τα αληθινά μηνύματα των γεγονότων που τις συνέθεσαν. Θα θυμάστε τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και την επί επταετίαν χούντα του και με πόση άνεση οικειοποιούντο τις εθνικές εορτές της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου. Τις ίδιες γιορτές στις οποίες οι εφημεριδογράφοι σήμερα ανακαλύπτουν σοσιαλιστικές τάσεις και προθέσεις των πολεμιστών προγόνων μας του ’21 και του ’40. Γι’ αυτό νιώθω την ανάγκη να εκμυστηρευτώ. Σέβομαι βαθιά αυτές τις γιορτές γι’ αυτούς που χάθηκαν κι όχι για τους εναπομείναντες που προσπαθούν να τις επωφεληθούν στο έπακρον».
Παραδημοσιογραφία
«Η παραδημοσιογραφία είναι κάτι σαν τρομοκρατική οργάνωση, αλλά δεν έχει σχέση με το κράτος. Αντλιθετα πολλές φορές το πολεμάει. Ανθεί σε περιόδους παρακμής και με την απιπόλαια ανοχή της επισήμου Δημοσιογραφίας. Κύριος στόχος της είναι ο εκφοβισμός, υπηρετώντας σκοτεινά ή ευτελή συμφέροντα. Οι σοβαροί δημοσιογράφοι γνωρίζουν την ύπαρξή της, την περιφρονούν, την συνηθίζουν αλλά δεν πιστεύουν στην κάποια όποια σημασία της παρουσίας της. Η παραδημοσιογράφια όμως υπάρχει, λειτουργεί και επιβάλλεται. Ανεύθυνη και αντιπαθητική».