Η παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, στις 14 του Σεπτέμβρη, είναι η πρώτη μεγάλη Δεσποτική γιορτή του εκκλησιαστικού έτους και μία από τις μεγαλύτερες της χριστιανοσύνης. Δύο γεγονότα γιορτάζει την ημέρα αυτή η εκκλησία μας, ενώ πλούσια σε έθιμα είναι και η λαϊκή μας παράδοση.
Το πρώτο γεγονός είναι η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού στο Γολγοθά, από τον πατριάρχη Ιεροσολύμων Μακάριο, το 335 μ.Χ. Είχαν προηγηθεί ανασκαφές, που ξεκίνησαν το 326 από την αγία Ελένη, η οποία είχε πάει στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσει και να φέρει στο φως τους τόπους που γεννήθηκε, δίδαξε, θαυματούργησε, μαρτύρησε, αναστήθηκε και αναλήφθηκε ο Χριστός. Είναι γνωστό ότι εξ αιτίας της εκστρατείας του αυτοκράτορα της Ρώμης Τίτο, το 70 μ.Χ. και άλλων μεταγενέστερων καταστροφών της Ιερουσαλήμ, δεν είχε μείνει «λίθος επί λίθον» στην αγία πόλη, όπως είχε προφητεύσει και ο Χριστός, λίγο πριν το Πάθος Του (Ματθαίου, κεφ. 24, εδάφ. 2).
Προχωρώντας οι ανασκαφές, την Αγία Ελένη οδήγησε θαυματουργικά στην εύρεση τριών Σταυρών το άρωμα του γνωστού μας φυτού, του βασιλικού. Σύμφωνα με την Ιερά Παράδοση, ένα δεύτερο θαύμα ήλθε τότε να αποκαλύψει ποιος από τους τρεις ήταν του Χριστού: Ύστερα από πολλές δεήσεις, ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Μακάριος, άγγιξε τους Σταυρούς στο σώμα μιας ετοιμοθάνατης (κατ' άλλες πηγές νεκρής) χριστιανής. Το άγγιγμα του τρίτου Σταυρού την επανέφερε στη ζωή, γεγονός που έπεισε τους πιστούς ότι πάνω σ’ αυτόν είχε σταυρωθεί ο Χριστός.
Το ιερότερο αυτό σύμβολο της ορθοδοξίας μας παραδόθηκε από την Αγία Ελένη στον Πατριάρχη Μακάριο, ο οποίος στις 13 Σεπτεμβρίου του έτους 335 τον ύψωσε στον Γολγοθά. Την επομένη (14 Σεπτεμβρίου), ημέρα των εγκαινίων του περικαλλούς ναού της Αναστάσεως, τον οποίο ανήγειρε η Αγία Ελένη, ο πατριάρχης τον τοποθέτησε εντός του πανίερου αυτού προσκυνήματος της ορθοδοξίας, που σώζεται μέχρι σήμερα.
Το δεύτερο γεγονός (δεύτερη Ύψωση) σχετίζεται με την εκστρατεία του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ηρακλείου κατά των Περσών, οι οποίοι είχαν πάρει ως λάφυρο και τον Τίμιο Σταυρό. Μετά την οριστική νίκη εναντίον τους ο Ηράκλειος, το 628 μ.Χ., ανέκτησε το ιερό σύμβολο, για να πάρει και πάλι τη θέση του στο ναό της Αναστάσεως από πατριάρχη Ιεροσολύμων Ζαχαρία, την ίδια ημερομηνία του 629 (14 Σεπτέμβρη).
Εκκλησιαστικοί συγγραφείς, π.χ. Παυλίνος, αναφέρουν πως η Εκκλησία των Ιεροσολύμων θεώρησε ότι ο Σταυρός του Χριστού ανήκει σε όλη την χριστιανοσύνη και γι' αυτό αποφάσισε να τεμαχίσει το Τίμιο Ξύλο και να το διανείμει και στις άλλες Εκκλησίες. Έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα πολλά τεμάχια, τα οποία φυλάσσονται ως τα πολυτιμότερα κειμήλια, πολλά από τα οποία στις μονές του Αγίου Όρους.
Σε ανάμνηση των γεγονότων αυτών γιορτάζουμε κάθε χρόνο στις 14 του Σεπτέμβρη την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και στο τυπικό της εκκλησίας είναι απαραίτητος και ο βασιλικός. Διαβασμένα μικρά κλωνάρια του ιερού αυτού φυτού διανέμονται στους πιστούς μετά την απόλυση, ως ευλογία.
Την ημέρα αυτή έχουμε και αυστηρή νηστεία, γιατί στη Θ. Λειτουργία αναγιγνώσκεται το Ευαγγέλιο της Σταύρωσης (Ιωάννου, κεφ. ΙΘ΄, εδάφ. 6-11, 13-20, 25-28 και 30-35).
Η Εκκλησία μας επικαλείται τη δύναμη του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού σε κάθε Θ. Λειτουργία και ακολουθία.
Το απολυτίκιο της ημέρας:
Σώσον Κύριε τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομίαν σου. Νίκας τοις Βασιλεύσι (ή τοις ευσεβέσι) κατα βαρβάρων δωρούμενος και το σον φυλάττων δια του Σταυρού Σου πολίτευμα.
Πλούσια και λαϊκή μας παράδοση την ημέρα αυτή, αφού πάντα επηρεάζεται από τη θρησκευτική λατρεία.
Οι νοικοκυρές έχουν φυτέψει βασιλικό από την αρχή του καλοκαιριού σε γλάστρες και τον περιποιούνται με περισσή φροντίδα. Την παραμονή του Σταυρού το απόγευμα, στον εσπερινό, ή και ανήμερα, πριν ακόμα αρχίσει η Λειτουργία, διαλέγουν την αλλού καλύτερη και την πάνε στην εκκλησία για να διαβαστεί και να μοιραστούν τα κλωνάρια του στους πιστούς. Κάποιες πάλι, την αφήνουν μπροστά στην εικόνα του Χριστού και την φροντίζει ο νεωκόρος. Έτσι, παίρνουν και οι ίδιες και το σπιτικό τους την ευλογία της εκκλησίας για την προσφορά τους.
Μερικά από τα κλωναράκια αυτά τα βάζουν στο νερό κι όταν βγάλουν ρίζες τα φυτεύουν σε γλάστρα, που την φροντίζουν με ευλάβεια, γιατί ο βασιλικός αυτός είναι ευλογημένος. Άλλα πάλι τα φυλάνε στο εικόνισμα, όπου και ξεραίνονται. Θεωρείται ότι έχουν θαυματουργικές ιδιότητες, γι’ αυτό και τα βάζουν σε φυλαχτά, τα χρησιμοποιούν στο ξεμάτιασμα, θυμιάζουν με τα αποξηραμένα φύλλα τους αρρώστους και τα άρρωστα ζώα για να γίνουν καλά, όπως κάνουν και με τα λουλούδια του Επιταφίου.
Την ημέρα αυτή την κράταγαν παλιότερα όπως και τη Μεγάλη Παρασκευή: δεν κάρφωναν κι έπιναν λίγο ξύδι. «Όποιος καρφώνει τη Μεγάλη Παρασκευή και του Σταυρού, είναι σαν να καρφώνει το Χριστό, όπως οι Οβραίοι», ακούγαμε από γονείς και παππούδες. Και για το ξύδι μας έλεγαν: «το πίνουμε επειδή ποτίσανε το Χριστό απάνου στο Σταυρό».
Μια ακόμα πολύ διαδεδομένη συνήθεια του παρελθόντος ήταν το προζύμι που έπιαναν οι νοικοκυρές με το βασιλικό του Σταυρού. Οι γυναίκες που αναλάμβαναν αυτή την υποχρέωση, ήταν, συνήθως, οι κάπως μεγαλύτερες, ως πιο «καθαρές», όπως γίνεται και με το ζύμωμα του πρόσφορου. Την ώρα του τελετουργικού έλεγαν το απολυτίκιο της ημέρας και διάφορες άλλες προσευχές, ίσως αυτοσχέδιες.
Η γιορτή του Σταυρού είναι ορόσημο και για διάφορες εργασίες και δραστηριότητες.
Τις μέρες αυτές ανοίγουν τα σχολεία και οι μαθητές επιστρέφουν στα θρανία τους. Οι ναυτικοί σταματάνε τα μακρινά ταξίδια. Οι βοσκοί κατεβάζουν τα κοπάδια από τα ψηλά, αφού αρχίζουν τα πρωτοβρόχια και ο καιρός αλλάζει. Τα ξύλα για το τζάκι μαζεύονται με εντατικότερους ρυθμούς. Έτσι, καταλαβαίνουμε όλοι πως σιγά-σιγά μπαίνουμε στο χειμώνα.
Χρονικός σταθμός είναι και για τις γεωργικές εργασίες, με τους νοικοκυραίους να ετοιμάζουν το σπόρο και το αλέτρι τους, για τη σπορά που πλησιάζει.
«Πάνε πολυσπόρι στην εκκλησιά, δηλαδή ένα σπυρί από όλους τους καρπούς (σιτάρι, κριθάρι, φασόλια κλπ) μέσα σ’ ένα μαντήλι, το οποίον θέτουν κατά την λειτουργίαν υπό την Αγίαν Τράπεζαν. Επανερχόμενοι ρίπτουν το καθέν εις τον σωρόν του».
Ίδια με τη Λαμπρή η μεγάλη αυτή γιορτή της χριστιανοσύνης μας, μα παλιότερα που τα χωριά μας έσφυζαν από ζωή, ήτανε το κάτι άλλο! Οι εκκλησιές γέμιζαν με πιστούς στα γιορτινά τους κι ο παπάς πάντα λαμπροφορεμένος. Μετά το σχόλασμα οι ευχές και οι χαιρετούρες έδιναν κι έπαιρναν, άσχετα αν την τιμητική τους έχουν μόνο ο Σταύρος και η Σταυρούλα και μάλιστα με νηστίσιμο γλυκό!
Στην αυστηρή νηστεία της ημέρας πρωταγωνιστούσαν τα ώριμα, πλέον, σταφύλια. Ιδιαίτερα γραφική και η εικόνα του χτες, που την παραμονή τ’ αμπέλια γέμιζαν κόσμο με κοφίνια στα χέρια, όχι για τρύγο, αλλά για να διαλέξουν τα καλύτερα για φαΐ. Και γίνονταν πραγματική αμβροσία, σαν έσμιγαν στο στόμα με το ψωμί από τα χέρια της νοικοκυράς, ψημένο στον παραδοσιακό φούρνο!