«ΟΣ ΑΝ ΕΠΑΙΣΧΥΝΘΗ ΜΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΜΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ…
ΚΑΙ Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΕΠΑΙΣΧΥΝΘΗΣΕΤΑΙ ΑΥΤΟΝ…»
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΕΡΙΚΟΠΗ (Κατά Μάρκον, κεφ. 8:34-9:1)
Το αίσθημα της ντροπής, αγαπητέ αναγνώστη, το έβαλε ο Θεός μέσα στον κάθε άνθρωπο. Αυτό, αποτελεί μία από τις έμφυτες ευγενείς καταβολές. Ο Θεός εφύτευσε μέσα στην κάθε ανθρώπινη καρδιά το αίσθημα της ντροπής, για να ντρέπεται ο άνθρωπος τις κακές πράξεις. Αλλά όπως πολλές από τις άλλες ευγενείς καταβολές έχουν διαστραφεί στον αδύνατο και αμαρτωλό άνθρωπο, έτσι και το ευγενές αίσθημα της ντροπής έχει παραμορφωθεί και διαστραφεί, ώστε ο άνθρωπος να ντρέπεται όχι το κακό και τις αμαρτωλές πράξεις και αδυναμίες, αλλά να ντρέπεται το αγαθό και τις καλές πράξεις, που παραγγέλει η χριστιανική πίστη. Π.χ. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που παρ’ όλο που τους ελέγχει η συνείδησή τους, ντρέπονται να εξομολογηθούν τις αμαρτίες των στον Κύριο και Δημιουργό τους, έμπροσθεν του εκπροσώπου του Χριστού, του πνευματικού επιγείου πατρός, από τον οποίον θα μπορέσουν να λάβουν την συμβουλή για τη θεραπεία της ψυχής των. Υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι, που ντρέπονται να πάνε ακόμη και στην εκκλησία του Χριστού να λατρεύουν τον Θεό τους, να Τον υμνήσουν και Τον δοξολογήσουν, που τους έφερε από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, που τους ευλόγησε να γεννηθούν και τους εστόλισε με δόξα και τιμή, με την «εικόνα» Του. Ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που ντρέπονται να σηκώσουν το χέρι τους να κάνουν το σημείο του σταυρού, επάνω στον οποίον ο Μονογενής και Λόγος του Θεού συγκατατέθηκε, αφού ενανθρώπησε, να θυσιαστεί για τη σωτηρία όλου του κόσμου. Φτάνει ο άνθρωπος μέχρι του σημείου να ντρέπεται, κι ας είναι βαπτισμένος στο όνομα της Αγίας Τριάδος, να ομολογήσει πίστη προς τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή Του, τον απολύτως αγαθόν Κύριον και να κάνει το σωτήριο θέλημά Του. Η άρνησις της ομολογίας πίστεως στον Χριστόν έχει φοβερές συνέπειες για τον αρνητή άνθρωπο. Αυτό τονίζει και ο Κύριος στους λόγους Του: «Εκείνος ο οποίος για λόγους ανθρωπαρέσκειας και δειλίας θα ντραπεί και θα αρνηθεί εμένα και τους λόγους μου στη γενεά αυτή την αποστατημένη και αμαρτωλή, και ο Υιός του ανθρώπου θα ντραπεί αυτόν και θα τον αποκηρύξει, όταν ως κριτής των ανθρώπων έλθει ολόκληρος με την δόξα του Πατρός αυτού συνοδευόμενος από τους αγίους αγγέλους (Μάρκ. 8:38)».
Ποιος όμως είναι αυτός ο Χριστός τον οποίον ντρέπεται ο αμαρτωλός άνθρωπος να ομολογήσει και διακηρύξει ενώπιον όλων των ανθρώπων ως Κύριον και Λυτρωτήν; Είναι ο απειροτέλειος Θεός, ο πανταχού παρών, ο αναλοίωτος και αιώνιος, ο παντογνώστης και παντοδύναμος, ο πάνσοφος και πανάγαθος. Είναι ο Δημιουργός του θαυμαστού σύμπαντος, με τους αναρίθμητους φωτεινούς και σκοτεινούς γαλαξίες, κάθε ένας από τους οποίους περιλαμβάνει εκατομμύρια και δισεκατομμύρια ηλίων, ώστε να προκαλούν τον θαυμασμόν όχι μόνον των απλοϊκών ανθρώπων, αλλά και των σοφών αστρονόμων. Είναι ο Δημιουργός της γης, την οποίαν εχάρισε ολόλαμπρη κατοικία στο ανθρώπινο γένος. Είναι όχι μόνον ο Δημιουργός, αλλά ο Κυβερνήτης και Προνοητής όλου του κόσμου. Είναι ο Δημιουργός των στρατιών των αγγέλων. Έκπληκτος ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μπροστά στο θαύμα της Δημιουργίας του πνευματικού και υλικού σύμπαντος γράφει στην αρχή του ευαγγελίου του: «Όλα τα δημιουργήματα έγιναν δι’ αυτού και χωρίς αυτόν δεν έλαβε ύπαρξιν κανένα από όσα έχουν γίνει (Ιωάν. 1:3)
Και αυτός ο απειροτέλειος Θεός τρέφει άπειρη αγάπη προς όλους τους ανθρώπους και προσωπικά στον καθένα μας.
Αυτός κινούμενος από την άπειρη αγάπη Του προς τον αποστάτη και αμαρτωλό άνθρωπο, τον προορισμένον για την αιώνια καταδίκη, έγινε άνθρωπος και ανέλαβε σαν δικές Του τις αμαρτίες του ανθρωπίνου γένους και πρόσφερε τη λυτρωτική σταυρική Του θυσία επάνω στο Γολγοθά. Και αυτή η θυσία προσφέρθηκε προσωπικά για τον καθένα μας. Στο κατάπικρο ποτήρι Του της απερίγραπτης ηθικής και σωματικής οδύνης υπήρχαν και οι ατομικές μας αμαρτίες.
Αυτός εξ άλλου εδίδαξε τον τέλειο νόμο, ασύγκριτα τελειότερο και πληρέστερο από το νόμο που ο ίδιος είχε δώσει διά του Μωϋσέως στον Ισραηλιτικό λαό. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της διδασκαλίας του υπήρξε η εντολή της αγάπης και της υπακοής στο Θεό, της αγάπης προς όλους τους ανθρώπους και προς αυτούς ακόμη τους εχθρούς μας. Ο Θεός της αγάπης, αυτός νομοθετεί την αγάπη και διδάσκει διά του Ευαγγελιστού Ιωάννου, ότι «ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α΄Ιωάν. 4:16). Και προσθέτει ο ίδιος Ευαγγελιστής, «ει ο Θεός ούτως ηγάπησεν ημάς και ημείς, οφείλομεν αλλήλους αγαπάν» (Α΄Ιωάν. 4:11,16). Αγαπητοί, εάν τόσο πολύ μας αγάπησε ο Θεός, οφείλομε κι εμείς να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Τη διδασκαλία του Κυρίου γενικά τη θαυμάζουν και αυτοί ακόμη οι άπιστοι και πολέμιοι της θεότητος του Χριστού και λένε, ότι αν αυτή επικρατήσει στις κοινωνίες, θα έχει σαν φυσική συνέπεια τη ριζική αναμόρφωση του ανθρωπίνου γένους.
Και Αυτόν τον Θεόν της αγάπης, τον Λυτρωτή και ευεργέτη μας, Αυτόν που έχει διδάξει την πλήρη και τέλεια διδασκαλια, όχι μόνον περί του Θεού, περί ψυχής, περί αιωνιότητος, αλλά και τον τέλειο ηθικό νόμο, που αν τεθεί σε εφαρμογή θα μεταβάλει και θα αλλάξει προς το τελειότερο όλο το ανθρώπινο γένος, Αυτόν λοιπόν τον Θεό ντρέπεται να ομολογήσει ο αμαρτωλός άνθρωπος.