«ΟΥΚ ΕΣΤΙ ΚΑΤΑ ΑΝΘΡΩΠΟΝ»
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
(Προς Γαλάτας, κεφ. 1:11-19)
Το Ευαγγέλιο του Χριστού δεν έχει ανθρώπινη προέλευση. Δεν είναι γέννημα του ανθρωπίνου λογικού ή ανθρωπίνης φαντασίας. Δεν είναι ανθρώπινη ανακάλυψη, αλλά αποκάλυψη, φανέρωση του ιδίου του Θεού και σφραγίζεται με την είσοδο του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, μέσα στην ιστορία. Ο ίδιος ο Χριστός είναι το ευαγγέλιό Του. Αυτός ο Ίδιος είναι η απάντησις του Θεού στη λυτρωτική αναζήτηση του κόσμου. Ο Χριστός είναι η σωτηρία. Το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι «Θεοφάνεια» και «Επιφάνεια», αυτοφανέρωση του Θεού στον κόσμο, το μέγα της ευσεβείας μυστήριον, «Θεός εφανερώθη εν σαρκί...» (Τιμ. Α΄3:16).
Όχι μόνον η προέλευσή του είναι θεία, αλλά και ο τρόπος της παράδοσής του. Όταν ο Παύλος λέγει: «ουδέ εγώ παρά ανθρώπου παρέλαβον αυτό, ούτε εδιδάχθην αλλά δι’ αποκαλύψεως Ιησού Χριστού», εκφράζει την πραγματικότητα, μέσα στην οποία ζουν και κινούνται όλοι οι Άγιοί μας, με πρώτους τους αποστόλους. Θεοδίδακτοι (Ιωαν. 6:45) και Χριστοδίδακτοι είναι όλοι οι άγιοι και αυτό αντιτάσσει ο Παύλος τους κατηγόρους του. Αυτοί ήθελαν, να μειώσουν τον Παύλο, προφασιζόμενοι, πως δεν άκουσε τον Χριστό, όπως οι άλλοι απόστολοι, και άρα είναι κατώτερός τους. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν, ότι ο Παύλος όχι μόνον είδε τον Χριστόν (Πράξ. 9:3), αλλά και άκουσε τον Χριστό να ομιλεί μέσα στην καρδιά του εν Αγίω Πνεύματι, όπως ακούουν τη φωνή του Θεού οι Προφήτες της Π. Διαθήκης και όλοι οι Άγιοι. Αυτή την εσωτερική αποκάλυψη την αγνοούν οι άπιστοι και οι αιρετικοί. Την γνωρίζουν οι άγιοι όσοι με καθαρή καρδιά και φωτισμένο νου πλησιάζουν τον Θεό. Οι άγιοι θεολογούν με φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Γι’ αυτό θα πει ο ερμηνευτής Ευθ. Ζιγαβηνός για τον Παύλο: «ου γαρ διά ρημάτων μόνον έμαθε τα της πίστεως, αλλά και δι’ ελλάμψεως, την ψυχήν αυτού φωτιζούσης». Όχι μόνον λοιπόν επινόημα ανθρώπινο δεν είναι το Ευαγγέλιο του Χριστού, αλλά ούτε και παραδίδεται «κατ’ ανθρωπίνη παράδοσιν», παρά με αποκάλυψη του ιδίου του Θεού. Έχει όμως και μερικά ακόμη σπουδαία γνωρίσματα. Είναι πηγή δυνάμεως και γράφεται στις καρδιές με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία μεταβάλλει τον άνθρωπο σε μάρτυρα Χριστού και κήρυκα του Ευαγγελίου Του.
Το Ευαγγέλιο του Χριστού πραγματοποιεί θαύματα, που καμμία δύναμη στον κόσμο δεν μπορεί να επιτελέσει. Έχει φέρει μέσα στον κόσμο την μεγαλύτερη «επανάσταση» που λέγεται αγάπη. Έχει εγκαταστήσει στον κόσμο την ενδοξότερη και κραταιότερη βασιλεία του Αγίου Πνεύματος μέσα στις καρδιές των πραγματικά πιστών, των αγίων (Λουκ. 17:21). Είναι μία συνεχής μετάδοση δυνάμεως σε όσους την ζητούν, δυνάμεως αναστάσιμης και αναγεννητικής. Το Ευαγγέλιο του Χριστού προσφέρει ανάσταση στους νεκρωμένους «τη αμαρτία». Είναι ζωή και πηγή ζωής. Είναι σωτηρία ψυχής όταν ο άνθρωπος τηρεί όλα όσα διατάσσει ο Κύριος (Ματθ. 28:20). Το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι δύναμη πανενωτική που δεν στηρίζεται σε ανθρώπους, αλλά στην αιώνια ενότητα και κοινωνία της Αγίας Τριάδος, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Στην κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό εισάγει το Ευαγγέλιο του Χριστού, στην εν Χριστώ κοινωνία που «εικονίζει» την αγιοτριαδική κοινωνία και ενότητα. Η δύναμη της ενότητας, την οποία δημιουργεί το Ευαγγέλιο του Χριστού είναι η χάρη και η αγάπη του Τριαδικού Θεού, η ίδια χάρη που συνέχει και συντηρεί τον κόσμο και τον σώζει. Διαφέρει, λοιπόν, όχι απλώς ποσοτικά, αλλά ποιοτικά από τη δύναμη του κόσμου. Τα «Ευαγγέλια» του κόσμου διαιρούν κατά κανόνα τους ανθρώπους, διότι πρέπει να εξουδετερώσουν, να επικρατήσουν. Κάθε φαινομενική ενότητα την επιβάλλουν οι ισχυροί με τη βία που διαθέτουν. Ομιλούν για την ειρήνη του κόσμου, αλλά τα πολεμικά εργοστάσιά τους δεν παύουν να λειτουργούν για την καταστροφή του κόσμου. Και όμως μιλούν... Λέγουν τα «ευαγγέλιά τους».
Το Ευαγγέλιο του Χριστού πρέπει να διατηρείται ολόκληρο και ακέραιο και μόνον έτσι θα λειτουργεί ενωτικά ανάμεσά μας, διότι ο Παύλος προς Γαλάτας 1:6, ομιλεί για «έτερον ευαγγέλιον» που κήρυτταν οι Ιουδαιοχριστιανοί πολέμιοί του. Είναι δε χαρακτηριστικό, ότι εκείνοι δεν ανέτρεπαν όλο το Ευαγγέλιο του Χριστού, αλλά μερικά σημεία (επέμειναν να τηρούν τα Ιουδαϊκά έθιμα του Σαββάτου, της περιτομής κ.λπ.). Ο Παύλος όμως κηρύσσει ότι, «και ολίγον τι να μετασαλεύσει τινάς από το Ευαγγέλιο, εκείνο το ολίγον μετασαλεύει και ανατρέπει όλον το Ευαγγέλιο, καθώς και όποιος κόψει κάτι λίγο από την Βασιλική μονάδα (νόμισμα μεταλλικό) όλη την μονάδα την κάμνει κουρεμένη και άχρηστη» (Αγ. Νικόδημος). Το Ευαγγέλιο δημιουργεί ενότητα, όταν είναι «ορθόδοξο». Όταν παραδίδεται όπως και παρελήφθη δηλαδή στην πληρότητά του και ολότητά του. Κάθε αλλοίωση του Ευαγγελίου (έστω) και η μικρότερη μεταβάλλει το Ευαγγέλιο σε ένα από τα πολλά αλλοιωμένα «ευαγγέλια» του κόσμου, που όχι μόνο δεν σώζουν, αλλά και καταστρέφουν. Και τέτοια είναι τα ψευτοευαγγέλια των ποικιλωνύμων αιρέσεων που από την εποχή του Παύλου απατούν τον κόσμον.